“Αν διαβάζεις από μικρός, αλλάζει όλος ο κόσμος μέσα σου. Ο τρόπος που σκέφτεσαι, άρα κι ο τρόπος που γράφεις…”
Σε ποια ηλικία ξεκινήσατε να γράφετε; Ξεκίνησα να γράφω λίγο αφότου έμαθα στο σχολείο να διαβάζω και λίγο αφότου ανακάλυψα αυτό που λέμε ‘’εξωσχολικά βιβλία’’, που για μένα ήταν τα λογοτεχνικά. Παιδική λογοτεχνία, όπως οι Πέντε Φίλοι της Ένιντ Μπλάιτον. Μετά μπήκαν στη ζωή μου ο Τομ Σόγιερ κι ο Χωκ Φιν, ο Νέμο, ο Φιλέας Φογκ και πολλοί πολλοί άλλοι…
Έτσι σας δημιουργήθηκε η ανάγκη να φτιάξετε και τους δικούς σας χαρακτήρες, τους δικούς σας ήρωες; Δεν είναι λίγο νωρίς για μια τέτοια ηλικία, την προεφηβική; Είναι. Αλλά ήρωας για την ώρα -πέρα από τις ιστορίες που έφτιαχνα στο μυαλό, εφόσον μιλάμε για μετουσίωση αυτών στο χαρτί- ήμουν εγώ ο ίδιος, στις εκθέσεις του σχολείου. Η «επιμόλυνση» του μικροβίου που μπήκε από τα σπάργανα μέσα μου φάνηκε αμέσως στην απόδοση των περιγραφών σε αυτές. Σίγουρα δεν ξεκινούσα μία τέτοια ‘’Το Σάββατο που δεν είχαμε σχολείο ξύπνησα, ήπια το γάλα μου και βγήκα έξω να παίξω με τους φίλους μου…’’. Εμένα πάντα με περίμεναν οι άλλοι μου φίλοι. Οι Πέντε, ο Τομ, ο Χωκ, ο Νέμο, ο Φιλέας. Ακολουθούσα τις περιπέτειές τους, άρα αναπόφευκτα και την σχετική αφήγηση. Αν διαβάζεις από μικρός, αλλάζει όλος ο κόσμος μέσα σου. Ο τρόπος που σκέφτεσαι, άρα κι ο τρόπος που γράφεις. Δεν είμαι σίγουρος αν στην εποχή μας γινόμαστε ακριβώς αυτό που θέλαμε και λέγαμε κάποτε ως παιδιά ότι θα γίνουμε, αλλά το να γράψω τις δικές μου ιστορίες ήταν σίγουρα το πρώτο μου «Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω…». Είχα τη συμπαράσταση και των δασκάλων μου.
Μάλιστα. Τώρα γίνατε σαφής. Αυτό είναι άλλο ένα από αυτά που ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω: Σαφής, χα χα. Μεγαλώνοντας βέβαια κατάλαβα ότι είναι η μεγαλύτερη ουτοπία, γιατί το πόσο σαφής είσαι εξαρτάται από το πώς αποκωδικοποιεί ο συνομιλητής ή αναγνώστης σου τα λόγια σου περνώντας τα μέσα από το δικό του πρίσμα, την δική του ηθική κι όχι μόνο. Μία λέξη: Άνθρωποι. Αλλά για αυτούς γράφω κι εκδίδω ένα βιβλίο, αυτοί θα με διαβάσουν. Κι αυτή είναι και η πιο υπέροχη πρόκληση. Ειδάλλως οι ιστορίες μου θα μένανε μέσα στο μυαλό μου.
Από πού αντλείτε έμπνευση; Εδώ θα το απλοποιήσω και θα απαντήσω από τους ανθρώπους. Θα έχετε ακούσει άπειρες φορές το ‘’Από ένα ωραίο ηλιοβασίλεμα’’ ή ‘’Από το γαλάζιο της θάλασσας’’, αλλά πιστεύω πως όλα με κάποιο τρόπο με τους ανθρώπους συνδέονται. Μπορεί να μην θες να επισκεφτείς ξανά ένα αντικειμενικά πολύ όμορφο μέρος επειδή το έχεις συνδέσει με κάτι δυσάρεστο. Ή και το αντίστροφο. Και αυτό -αν το σκεφτείτε- πάντα έχει να κάνει με κάποιον άνθρωπο. Που συνδέεται ως απώλεια, ως απογοήτευση, ως διάψευση ή ως εισέτι λαχτάρα, ως πόθος, ως νοσταλγία. Νόστος και άλγος. Το πιο ωραίο ηλιοβασίλεμα μπορεί να είναι εκεί κι εσύ να μη το βλέπεις επειδή η διάθεσή σου είναι gloomy, μελαγχολική. Κι αυτό συμβαίνει επειδή άμεσα ή έμμεσα εξαρτάται από την ανθρώπινη επαφή, αφού είμαστε φύσει κοινωνικά όντα. Τι να το κάνει το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα του ορίζοντα και το ωραιότερο γαλάζιο της θάλασσας ένας ναυαγός που μόλις έχασε, στο νησί που τον ξέβγαλε, τον τελευταίο άνθρωπο που είχε;
Bio: Ο Νάσος Κουργιόζος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη κι έζησε λίγο παραδίπλα σε ένα «μεγαλοχώρι», τα Βασιλικά, μέχρι και την ενηλικίωσή του. Κατόπιν πήρε πτυχίο ‘’BA (Hons) Management and Business Administration’’ από το Middlesex University του Λονδίνου. Δύο και πλέον δεκαετίες, τώρα, ζει κι εξελίσσεται στη «μεγάλη πόλη» της Μακεδονίας, όπου κι εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος. Από το 2010 κι ως συγγραφέας, αφού το παιδικό όνειρο έγινε χόμπι, κι αυτό, με τη σειρά του, εργασία. Άχρι τούδε έχουν εκδοθεί τέσσερις συλλογές του διηγημάτων, τα οποία – ωσάν υπαρκτές οντότητες έχουσες πνοή – επιχείρησαν να εμβαθύνουν σε μακραίωνες πράξεις και εγγενή γνωρίσματα του εν εξελίξει είδους που εδώ και λίγους αιώνες ονομάζουμε ‘άνθρωπο’, όπως είναι η προδοσία (‘’Δεσμώτης προδοσίας’’, 2010) και η μάταιη ανάλωση, πάντα αυτού του είδους, στο ατέρμονο κυνήγι της ίδιας του της σκιάς (‘’Σκιές στο σκοτάδι’’, 2012), καθώς επίσης και οι ευσεβείς του αυταπάτες (‘’Ευσεβείς απάτες’’, 2013) ή οι αντανακλάσεις των ειδώλων του, «θεϊκών» και μη (‘’Ετερόφωτοι ζωοδότες’’, 2014). Το 2015 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις μας το πρώτο του μυθιστόρημα ‘’Όλα θα πάνε καλά’’. Έχει συμμετάσχει στο συλλογικό έργο ‘’Αντίθετο ημισφαίριο 4: Ιστορίες μυστηρίου και φαντασίας’’ (2017) με το διήγημα ‘’Γη και ιχώρ’’ κι έχει φιλοξενηθεί ως ομιλητής/εισηγητής σε παρουσιάσεις βιβλίων κι εργαστήρια δημιουργικής γραφής.