Σε ποιά ηλικία ξεκινήσατε να ζωγραφίζετε;
Η ζωγραφική υπήρξε ανέκαθεν η αγαπημένη μου ενασχόληση. Αν και είχα εντοπίσει το μικρόβιο παιδιόθεν σε μένα, εντούτοις ένας πιο συνειδητοποιημένος προσανατολισμός στην τέχνη ήρθε μετά από αρκετά χρόνια κι αφού είχα δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά σ’ ένα άλλο αντικείμενο. Ωστόσο η προτέρα θητεία του πολιτικού μηχανικού, στάθηκε η αφορμή να ξαναπιαστώ, ώριμος πλέον, με το παιδικό μου μεράκι, αναζητώντας έναν προσωπικό δρόμο έκφρασης, μέσα από τη ζωγραφική. Επικαλούμενος καλλιτεχνικά κινήματα, όπως ο Σουπρεματισμός κι o Κονστρουκτιβισμός ως άλλες επιδράσεις του επαγγέλματος του μηχανικού, στο εικαστικό μου έργο.Καλλιτέχνης γεννιέται κανείς ή γίνεται;
Γεννήθηκα στη Χαλκίδα από γονείς με καταγωγή απ’ τον Πόντο (Πλάτανα Τραπεζούντας) και τη Μικρά Ασία (Αρτάκη Προποντίδας).Εγώ σπούδασα εικαστικά στη Φλώρινα, γενέθλια πόλη του πατέρα μου. Και οι δυο μου καταβολές συνετέλεσαν στο να διαφυλλάξω άρρηκτες σχέσεις με τις παραδόσεις προσφύγων και τις μνήμες των προγόνων μου. Που αναπόφευκτα διαμόρφωσαν την καλλιτεχνική μου γλώσσα αλλά και μια αυτοσυστήνουσα εικαστική ταυτότητα.
Στη δεύτερη ατομική μου έκθεση, με τίτλο «Μνήμες ενός πρόσφυγα», το 2012, (Ωδείο Φλώρινας) συμπαρουσιαζόμενη μαζί με ρεσιτάλ πιάνου του Γιώργου Κωνσταντίνου, για τα 100χρονα απελευθέρωσης της πόλης από τον τουρκικό ζυγό, επεχείρησα μια ενδοσκόπηση στις καταβολές μου, μέσω ενός εικαστικού οδοιπορικού μνήμης, αγάπης, πόνου και νοσταλγίας στις παραδόσεις των προσφύγων του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Πηγή έμπνευσης για το εικαστικό μου έργο, υπήρξαν παλιές φωτογραφίες εποχής, οικογενειακά κειμήλια συναισθηματικής αξίας, προσφυγικοί θησαυροί, ανασυρμένοι απ’ τους καλοφτιαγμένους γιούκους της μικρασιάτισσας προγονής, τους οποίους (θησαυρούς) προσπάθησα να μεταπλάσω σε εικαστικά έργα, με pop art διάθεση.
Ποιά λέξη σας εκφράζει ως καλλιτέχνη;
Άνθρωπος. Στην εικαστική μου έρευνα ως τώρα έχω συμπεριλάβει και το μέσο της performance, ως εργαλείο οπτικοποίησης εσωτερικών καταστάσεων του ανθρώπου. Η ιδέα διερεύνησης στιγμών υποκειμενικότητας κι αυθεντικότητας στην καθημερινή ζωή (Visualizing individuality) μ’ έχει απασχολήσει όντας ακόμη φοιτητής του 3ου εργαστηρίου ζωγραφικής του ΤΕΕΤ Φλώρινας. Με αφορμή το αυτοπορτραίτο του Rembrandt με τραγιάσκα είχα παρουσιάσει στη γκαλερί Lola Nicolaou αλλά και την αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος, μια σειρά αυτοπροσωπογραφιών καμωμένων κατά τη διάρκεια μεγάλης συναισθηματικής πίεσης. Ο Ρέμπραντ είναι παρεμπιπτόντως ο αγαπημένος μου προσωπογράφος, διακρίνει κανείς στα έργα του μια αγωνία αλλά και μια ένταση. Μια από τις βασικότερες τεχνικές του είναι το πέρασμα από το έντονο φως στο βαθύ σκοτάδι: τα περιγράμματα σβήνουν, τα πράγματα λάμπουν μέσα στο σκοτεινό φόντο, δίνοντας την αίσθηση του μη τελειωμένου, του φευγαλέου, τυχαίου και αδιόρατου· δεν τον ενδιαφέρει η αληθινή μορφή των πραγμάτων, αλλά η φαινομενική τους όψη.
Στην υλοποίηση της ιδέας μου αυτής καθοριστικό παράγοντα έπαιξε κι ένα ατύχημα που είχα, με ποδήλατο. Ο ρόλος είτε ενός μπλε επιδέσμου, είτε μιας χειρουργικής μάσκας, χρησιμοποιήθηκε ως σκηνοθετικό εύρημα για να τονιστεί το ψυχολογικό φορτίο που κουβαλούσα ο ίδιος, όντας τραυματισμένος.
Χρησιμοποιώ τo μέσο μιας painting performance ως όχημα για την οπτικοποίηση ψυχικών καταστάσεων (θλίψης, απελπισίας, αυτισμού, παλιμπαιδισμού, σεξισμού). Μέσω της τέχνης έχουν αποτυπωθεί κατά καιρούς τραυματικές εμπειρίες κι ανθρώπινα συναισθήματα. Δες Γιαννούλη Χαλεπά, Φρίντα Κάλο, Έντβαρντ Μουνκ. Η δύναμη του performing art έγκειται στην αμεσότητα και διαδραστικότητά του ως μέσου, καθώς ο αποδέκτης καθίσταται συγχρόνως συνδιαμορφωτής της εν εξελίξει τελετουργικής πράξης, είτε μέσω μιας ευλαβικής σιωπής, είτε πάλι συνδρώντας εκούσια κατά τη διάρκειά της.
Στην πορεία έκανα σειρά αυτοπροσωπογραφιών με μολυβοκάρβουνα και παστέλ, χρησιμοποιώντας την αντανάκλασή μου στον καθρέφτη, δοκιμάζοντας μέσα από παρατεταμένη αυτοπαρατήρηση ν’ αποτυπώσω στο χαρτί αντανακλάσεις μύχιων συναισθημάτων και δανειζόμενος μια γνώριμη εικόνα, που χα πρόσφορη για το σκοπό αυτό. Κι ενώ χρησιμοποιώ το καλλιτεχνικό λεξιλόγιο του ρεαλισμού, προσπαθώ να δημιουργήσω υποκειμενικό περιεχόμενο ή περιεχόμενο ανοιχτό στην ερμηνεία του κοινού. Ο Συμβολισμός ως ρεύμα επιχείρησε να δείξει την εσωτερική κατάσταση του ανθρώπου, μέσω της σκέψης που δημιουργείται στον θεατή από τις αινιγματικές παραστάσεις και την αναζήτηση της συμβολικής σημασίας της σύνθεσης. Ο Συμβολισμός αποτέλεσε ίσως τον πρόδρομο κινημάτων της σύγχρονης τέχνης, όπως των εγκαταστάσεων και της περφόρμανς, όπου η παρουσία και η υποδοχή του θεατή είναι καθοριστική.
Νοιώθετε την «έμπνευση» πριν δημιουργήσετε;
Ζώντας επί δυόμιση χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, καταπιάστηκα με ηθογραφικές σκηνές και προσωπογραφίες, άλλοτε από το εσωτερικό χριστιανορθόδοξων εκκλησιών, απεικονίζοντας κληρικούς και πιστούς εν ώρα λειτουργίας κι άλλοτε από τις πάμπολλες γωνιές του Πέρα και τους ανώνυμους ανθρώπους του, που ως «ready made» μοντέλα, πόζαραν ανυποψίαστα στο ζωγραφικό μου «φακό». Στην προσπάθειά μου να συλλάβω τη νεφελώδη, από τα θυμιάματα του λιβανιού, ατμόσφαιρα, επιστράτευσα σοφτ παστέλ μολύβια, επηρεαζόμενος υποσυνείδητα απ’ τον ιμπρεσιονιστικό μυστικισμό του Μονέ, κατά την αποτύπωση του καθεδρικού ναού της Ρουέν, σε τρεις διαφορετικές ώρες της μέρας.“Ένας είν’ο τρόπος να συναπαντηθώ ψυχικά με τα μοντέλα μου. Ν’ απεικονίσω αυτό που με συγκινεί σ’ αυτά, ωσάν να το διακρίνω ν΄ «ακτινογραφείται» στο διαφανοσκόπιο. Στόχος μου είναι να το ανασύρω κατόπιν στη ζωγραφική επιφάνεια με μισόκλειστα μάτια, συλλαμβάνοντας την ιδιωτικότητά τους, απ’ όποια γωνία επιθυμώ. Αυτό κάνει ο David Hockney όταν απεικονίζει ένα ξαπλωτό γυμνό λουόμενο άντρα, ή ο Jean Roustin όταν σκιτσάρει ένα γυμνό άφυλο σώμα εκ των όπισθεν, ν’ αφήνει κάτουρα στο διάβα του. Ν΄αποκαλύψω τη διάθεσή τους, ν΄ αποστάξω την ψυχική τους κατάσταση, τη δεδομένη χρονική στιγμή. Κάπως έτσι είχε ορίσει ο Mallarme, την τέχνη του Συμβολισμού, στα τέλη του 19ου αιώνα, διατυπώνοντας χαρακτηριστικά: “ΜΗΝ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕΙΣ ΤΟ ΙΔΙΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΖΩΓΡΑΦΙΣΕ ΤΗΝ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΠΟΥ ΕΚΕΙΝΟ ΑΣΚΕΙ…”
Πώς θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας ως Καλλιτέχνη;
Ως ζωγράφο των λογισμών, παραλλάσσοντας τον τίτλο της κριτικής που μου αφιέρωσε ο φίλος καθ. Ιατρικής Παν. Βλαχογιαννόπουλος, προλογίζοντας την τέταρτη ατομική μου έκθεση «Πρόσωπα της Πόλης» στην Εστία της Νέας Σμύρνης, τον περασμένο Σεπτέμβρη. Με πάθος κι εκείνος για τη ζωγραφική.
Ως ανθρωποκεντρικός ζωγράφος προτιμώ να φαντασιώνομαι όταν δε γνωρίζω τα μοντέλα μου διά ζώσης, βάζοντας μες τη δουλειά όλους τους λογισμούς μου. Αναδιατάσσοντας τα pixels μιας ready made εικόνας, προσθέτοντας μεγαλύτερη χρωματική ένταση όπου κρίνω, άλλοτε πάλι αφαιρώντας ένταση απ’ όσα δεν κρίνω απαραίτητο να επανειπωθούν. Δανειζόμενος τη φαντασία μου ως επί το πλείστον κι όχι μια ρεαλιστική εμπειρία που βίωσα, για να τα προσεγγίσω ψυχολογικά. Αυτήν την εμπειρία θα αποδώσω εν συνεχεία στον καμβά. Απ’ τα «Πρόσωπα της Πόλης» δε λείπουν τα προσχέδια με σοφτ παστέλ μολύβια, που φχαριστιέμαι να χρησιμοποιώ. Είναι η τακτική που ακολουθώ ως τώρα, σε μια νέο genre ζωγραφική τέχνη. Ένα γρήγορο σχέδιο του μοντέλου μου στο χώρο, ενώ παράλληλα σκιαγραφώ τα άδυτα ενός εαυτού, μέσω της λιτής χρήσης του μέσου. Δεν επιδιώκω τη φωτογραφική αναπαράσταση, ο κλασικισμός θαρρώ με ξενίζει για το ψυχρό, επιστημονικό του background. Τουναντίον, επιδιώκω να προσδώσω στο μοντέλο μια θερμότητα που πηγάζει από μια διονυσιακή διάσταση, καθώς η εικόνα αυτού σταδιακά μισοαποκαλύπτεται, ενώ τ’ άλλο της μισό αινιγματικά υπαινίσσεται.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Να ολοκληρώσω όσα πονήματα έχω αφήσει προς το παρόν στη μέση. Μια διδακτορική διατριβή, μια ποιητική συλλογή, ένα εικαστικό λεύκωμα. Ίσως και τίποτα απ’ όλ’ αυτά. Αφού το πρόσφατο βίωμα της απώλειας μιας αδερφής ψυχής, μου χει ενεργοποιήσει εκ νέου το πάθος για τη ζωγραφική, παράλληλα με την παιδιόθεν αγάπη, της συγγραφής.
Να συνεχίσω τέλος, τις προσωπικές μου εικαστικές αναζητήσεις, ζυμωμένος με παιδικές μνήμες, προσωπικά βιώματα, λογισμούς, εμπειρίες ζωής, γυρεύοντας να τις αποτυπώσω μέσα απ’ τον δικό μου ζωγραφικό φακό.
Σύντομο Βιογραφικό