Πριν από είκοσι πέντε χρόνια ο Αβραάμ Παυλίδης ξεκίνησε να φωτογραφίζει εσωτερικούς χώρους, αθέατους μικρόκοσμους από τα σωθικά της ελληνικής επαρχίας. Η διεισδυτική ματιά του επέμεινε με αυθεντικότητα στη θεματική της εγκατάλειψης, ως ευλαβικό προσκύνημα των ερειπίων που αφήνουν πίσω τους η ζωή που σβήνει και η νεωτερικότητα που ελαύνει, σε μια εποχή που η γυαλιστερή θωριά του διαρκώς καινούργιου θάμπωνε το βλέμμα.
Μετά το 2010, και ενώ η χώρα είχε εισέλθει απότομα στα άπατα νερά της κρίσης, στράφηκε σε παρατημένες εγκαταστάσεις της βιομηχανικής κοινωνίας που παρήγαγε μαζικά προϊόντα και συμπεριφορές, όπως εργοστάσια, στρατόπεδα, ξενοδοχεία, ψυχιατρεία.
Το έργο του στηρίζεται σε δυο βασικούς πυλώνες: Ο πρώτος είναι το ντοκουμέντο που παρέμεινε ισχυρό θεμέλιο της φωτογραφίας παρά την θεωρητική κριτική που δέχτηκε. Ο δεύτερος είναι η θητεία στο αρχιτεκτονικό σχέδιο και η χαμηλόφωνη μαθητεία στη ζωγραφική, μέσα από τη γνωριμία με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον θαυμασμό από νεαρή ηλικία για το έργο του Γιάννη Σπυρόπουλου. Οι δυο τους σφράγισαν το έργο του, επιτρέποντάς του να συναιρεί το δημώδες με το μοντέρνο, το φωτογραφικό με το ζωγραφικό.
Ο Παυλίδης γίνεται παρατηρητής των ερειπίων που γεννά ο οξύς ανταγωνισμός, η αυξανόμενη ταχύτητα, η υπόκωφη βία της προόδου, ταξιδεύοντας σε όλη τη χώρα με το διαρκές κίνητρο να αντικρίσει μια εικόνα που δεν έχει ξαναδεί, μέσα από μια ιδιαίτερη παραδοξότητα: ότι εκτιμά τις αρετές της παράδοσης, ενώ συγχρόνως αναζητά διαρκώς νέες εικόνες στις στάχτες της, μέσα σε νέα ερείπια. Ίσως η αινιγματική αυτή αντίφαση να συνιστά το δακτυλικό αποτύπωμα μιας ολόκληρης εποχής. Και ο Παυλίδης μοιάζει να έλκεται ακαταμάχητα από τις αινιγματικές αντιφάσεις και τα επιμελώς κρυμμένα μυστικά.
Η έκθεση λαμβάνει χώρα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αγίου Νικολάου (Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 74) και θα διασρκέσει μέχρι τις 30 Νοεμβρίου.