Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος Ζωγράφος, Λογοτέχνης, Θεωρητικός της τέχνης.
Η Αλεξάνδρα Μαυρογορδάτου γεννήθηκε το 1908 στην Ερμούπολη της Σύρου. Με έμφυτη Συριανή φιλοκαλία ασχολήθηκε συστηματικά με την τέχνη. Μαθήτευσε στη ζωγραφική με τον Γεώργιο Κοσμαδόπουλο και στη χαρακτική με τον Δημήτριο Γιαννουκάκη. Συνέχισε τις σπουδές της στο Λονδίνο φοιτώντας στο Heatherly School Of Art και στη συνέχεια στο Παρίσι στην Ακαδημία Section d’ Or, στην τάξη του Jean Souverbie. Από το 1957 αφού ολοκλήρωσε με πολλά ταξίδια στο εξωτερικό τις σπουδές της ξεκίνησε την ατομική εκθεσιακή της δραστηριότητα στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, το Παρίσι, το Μόναχο, την Στουτγάρδη και άλλες ευρωπαικές πόλεις παρουσιάζοντας τοπιογραφικές συνθέσεις αρχικά με πόλεις και λιμάνια της Γαλλίας, νησιώτικους οικισμούς και ορεινά χωριά της Ελλάδας καθώς και νεκρές φύσεις, τόσο ζωγραφικές όσο και χαρακτικές.
Από το 1960 συμμετείχε σε πολλές πανελλήνιες εκθέσεις, ενώ με το Καλλιτεχνικό Σωματείο Ελληνίδων, του οποίου υπήρξε πρόεδρος από το 1962-64, και με την Διεθνή Γυναικεία Μορφωτική Ομοσπονδία έλαβε μέρος σε σημαντικές εκθέσεις στις πόλεις Λονδίνο, Παρίσι, Κωνσταντινούπολη, Στουτγάρδη, Ρώμη, Βιέννη, Μαδρίτη κ.α. Για την δημιουργική της προσφορά έλαβε πολλές διακρίσεις με σημαντικότερες το Αργυρό Μετάλλιο της Πόλης του Παρισιού και το Μετάλλιο του Δήμου Αθηναίων. Έργα της βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές όπως στο Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας, στα Υπουργεία Παιδείας, Πολιτισμού και Επιστημών κ.α.. Είχε ιδιαίτερη θέση στην γυναικεία νεοελληνική εικαστική έκφραση και κίνηση της περιόδου 1960-1990 και στην συστηματική προσπάθεια προβολής των Ελληνίδων εικαστικών διεθνώς. Με την παιδεία, τις κοινωνικές επαφές και την συνεπή συνεργασία της μέσα στους γυναικείους καλλιτεχνικούς συλλόγους συνέβαλε στην εξωστρέφεια της καλλιτεχνικής παραγωγής της εποχής της. Θεματογραφικά επικεντρώθηκε στην ανάπλαση του νησιώτικου τοπίου, ιδιαίτερα της Σύρου και των Κυκλάδων που πάντα την ενέπνεαν και είχε κυριολεκτικά ταυτιστεί ένεκα καταγωγής και διαμονής τους θερινούς μήνες. Ζωγράφισε επίσης πολλά έργα, λάδια και ακουαρέλλες από διάφορα μέρη της Ελλάδας στο περιηγητικό εικαστικό πνεύμα της λυρικής, ρεαλιστικής και ενίοτε «ναίφ» απεικόνισης τόπων και μορφών που έκαναν και άλλες ζωγράφοι με ανάλογους προβληματισμούς για το τοπίο.
Ενδεικτικά αναφέρω τις ζωγράφους Ερασμία Μπερτσά, Κική Τυπάλδου-Λασκαράτου, Ιφιγένεια Λαγάνα, Κούλα Μπεκιάρη, Ντιάνα Αντωνακάτου, Έφη Μιχελή, Μαρία Πανά, Ελένη Λαναρά, Ζωή Σκιαδαρέση, Μαρία Πωπ, Ελένη Λασκαράτου, Ιωάννα Μητσέα-Μαλάμου, Αλίκη Τόμπρου, Μερόπη Στεφανάτου-Πρέκα, οι οποίες με αμεσότητα και απλότητα προσέγγισαν λεπτομερειακά, νατουραλιστικά ή αφαιρετικά το λιτό, ποιητικό και καθάριο Ελληνικό περιβάλλον.
Με την Αλεξάνδρα Μαυρογορδάτου-Πετρίτζη γνωριστήκαμε στην Γκαλερί Dada στην Αθήνα το 1986 που συμμετείχε αρχικά στην σημαντική ομαδική έκθεση «Το Ελληνικό νησιώτικο τοπίο» που είχε συντονίσει ο καθηγητής Στέλιος Λυδάκης και στη συνέχεια σε άλλες ομαδικές εκθέσεις που είχα επιμεληθεί. Ομολογουμένως η ευγενική της συμπεριφορά καθώς και η θεωρητική παιδεία και εμπειρία της στα εικαστικά πράγματα ήταν αξιοθαύμαστα. Ανήκε και είχε γαλουχηθεί σε μια γενιά της αρχοντικής Σύρου που είχε τη δυνατότητα και την προδιάθεση για αξιοκρατική αγωγή και αισθητική ποιότητα για εκλεκτική ζωή. Από την αρχή της καλλιτεχνικής της πορείας μέχρι το 1991 που απεβίωσε στην Αθήνα ακολούθησε με συνέπεια και αφοσίωση τις αισθητικές αξίες που αντιπροσώπευαν την ζωτική έκφραση της και πρόβαλε την γυναικεία δημιουργικότητα μέσα από την Γυναικεία Καλλιτεχνική Ομοσπονδία διεθνώς με επιτυχημένες πρωτοβουλίες δράσεων και κύρους. Απεικόνισε με μεγάλη αγάπη και ευαισθησία τον κόσμο του γενέθλιου νησιού της, με τα περίφημα αρχοντικά, τις εξοχικές βίλες, τα καρνάγια, τα ναυπηγεία, τα γνώριμα βιωμένα μοτίβα της παιδικής της ηλικίας παραμένοντας στα όρια της εικονιστικής πραγματικότητας. Όπως αναφέρει για το έργο της στις εκδόσεις «Μέλισσα» ο καθηγητής ιστορίας της τέχνης Στέλιος Λυδάκης: «Αναγνωρίζει κανείς ευθύς αμέσως το χώρο που απεικονίζεται, όχι γιατί συλλαμβάνονται βασικά ρεαλιστικά του χαρακτηριστικά, αλλά γιατί αποδίδεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο η ιδιομορφία του και η «προσωπική» του ατμόσφαιρα. Είναι μεγάλου ενδιαφέροντος η ποικιλία που εκφράζουν τα τοπία της, που κάθε ένα είναι ένας διαφορετικός κόσμος».
Πράγματι η ευχέρεια και οι εξπρεσιονιστικές, αδρές πινελιές που ζωγραφίζει θέματα από Γαλλικές πόλεις όπως τα «Σπίτια του Σανσέρ» και το «Λιμάνι του Ονφλέρ» μετασχηματίζονται αργότερα σε ντελικάτες χρωματικές συσχετίσεις που αναπλάθουν την συγκεκριμένη εικόνα με εσωτερική ζωτικότητα. Οι δρόμοι και οι οικισμοί της Οίας, της Νάξου, της Τήνου, της Σκύρου, της Μυκόνου, της Ίου, της Σύμης, της Σάμου, της Ύδρας στις δημιουργικές ανασυνθέσεις τους, από την συναισθηματική ερμηνεία τους που μας ξεδιπλώνει η ζωγράφος, αποκτούν διαφορετικές διαστάσεις. Σε αυτό συντείνει η τεχνική της που βασίζεται στη χρήση της υδατογραφίας και των πολύ αραιωμένων λαδιών που με τη διαφάνεια τους διαγράφουν ατμοσφαιρικά τον χώρο. Έναν σχηματικά ακαθόριστο αρχικά χώρο από το έντονο φως και τις σκιερές αποχρώσεις που όλα τα στοιχεία του καθορίζουν την οπτική πραγματικότητα στη συνέχεια του χρόνου. Αυτή την προσέγγιση την συνεχίζει και στην απόδοση τοπίων και αρχιτεκτονημάτων της Μάνης που την είχε βαθιά εντυπωσιάσει. Αναμφίβολα η πετρώδης, ορεινή περιοχή της Λακωνικής Μάνης έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τα βραχώδη νησιώτικα τοπία του Αιγαίου. Η καλλιτέχνης αναγνώρισε την κορεσμένη θερμή υφή αυτών των πέτρινων συμπλεγμάτων από τους πύργους της Μάνης που ο συνδυασμός των όγκων τους με τις αποχρώσεις των άγριων φυτών και των δέντρων προεκτείνει τις χρωματικές παραλλαγές και τονικότητες ανάλογα με την εποχή. Σε αυτές τις συνθέσεις η επιστέγαση του ουρανού έχει πρωτεύοντα ρόλο. Ενδιαφέρουσες και ψυχικά φορτισμένες είναι οι νεκρές φύσεις της σε εσωτερικά σπιτιών με άνθη και χρηστικά αντικείμενα. Σε ορισμένες υπάρχει μια «φωβ» χρωματολογική διάθεση, χωρίς όμως να αλλοιώνεται η αληθοφάνεια της φόρμας των αντικειμένων. Όσο για τις μαυρόασπρες ξυλογραφίες της, σε αντίθεση με συναφείς ζωγραφικές της συνθέσεις. έχουν απόλυτη γεωμετρική δομή και ευχέρεια χάραξης των ουσιωδών στοιχείων με τα οποία αναπαριστά ονειρικά το ζωτικό περιβάλλον της.
Κώστας Ευαγγελάτος Ζωγράφος, Λογοτέχνης, Θεωρητικός της τέχνης. (Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο ένθετο Art and Business της εφημ. ΑΞΙΑ)