7H ARIA – “Pourquoi me réveiller?” από την Όπερα «Βέρθερος» του Jules Massenet βασισμένη στην νουβέλα «Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» του Johann Wolfgang von Goethe.
Ερμηνεία, ενορχήστρωση & παραγωγή : Ντίνος Καλύβας
Ο Βέρθερος του Ζυλ Μασνέ, μια από τις δημοφιλέστερες όπερες του γαλλικού ρεπερτορίου, γράφτηκε περίπου έναν αιώνα μετά το επιστολικό μυθιστόρημα του Γκαίτε στο οποίο βασίζεται. Η όπερα αναφέρεται στην ιστορία του αδιέξοδου έρωτα ανάμεσα στον νεαρό Βέρθερο και τη Σαρλότ. Όταν ο Βέρθερος αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει καμία ελπίδα, αυτοκτονεί. Η Σαρλότ, που έχει αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης, σπεύδει κοντά του και τον προλαβαίνει λίγο πριν εκείνος ξεψυχήσει.
Όπως και ο Φάουστ του Γκαίτε (που ως λυρικό έργο έγινε κυρίως γνωστός από την εκδοχή του Γκουνό), έτσι και ο Βέρθερος κατέκτησε τον χώρο της όπερας έχοντας μελοποιηθεί από Γάλλο συνθέτη, τον σπουδαίο Ζυλ Μασνέ. Η όπερα του Μασνέ, η οποία σκιαγραφεί με δεξιοτεχνικό τρόπο τον ποιητικό χαρακτήρα του ιδεαλιστή Βέρθερου και της παγιδευμένης στις κοινωνικές επιταγές Σαρλότ, γνώρισε τεράστια επιτυχία τον καιρό που γράφτηκε, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και επηρέασε από τα ήθη ως τη μόδα της εποχής.
Ο οπερατικός Βέρθερος ακολουθεί τους δικούς του κανόνες, παίρνοντας ουσιαστικές αποστάσεις από το πρωτότυπο. Διατηρεί τη σύγκρουση με τον περίγυρο και τις κοινωνικές συμβάσεις, αλλά αφήνει κατά μέρος τις φιλοσοφικές αναζητήσεις. Η ιστορία του ήρωα του Γκαίτε ενέπνευσε στον Γάλλο συνθέτη μουσική μεγάλου λυρισμού και σπάνιας τρυφερότητας, από την οποία δεν λείπουν έντονα δραματικά ξεσπάσματα. Η μελωδική έμπνευση του Μασνέ στον Βέρθερο είναι ιδιαίτερα πλούσια. Μέσα από αυτήν διεισδύει στην ψυχολογία των βασικών του χαρακτήρων, πλάθοντας ανάγλυφες προσωπικότητες. Όσο προχωρά η όπερα και από την αθωότητα και τις απλές χαρές της οικογενειακής και κοινωνικής ζωής το έργο εστιάζει στη συναισθηματική ζωή των δύο βασικών χαρακτήρων, τόσο η μουσική περνά από την περιγραφή της εξωτερικής, δημόσιας εικόνας τους στην απόδοση του περίπλοκου, σκοτεινού εσωτερικού τους κόσμου.
Η ανάλυση προέρχεται από το επίσημο site της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Από μουσικής άποψης, όπως και στις προηγούμενες άριες της σειράς, ακολουθώ πιστά την γνήσια παρτιτούρα, χωρίς καμία περικοπή ή χαμήλωμα ή οτιδήποτε άλλο από τα συνήθη κόλπα που συναντούμε στο νεοσύστατο στιλ του cross over. Έχω προσθέσει πίσω από την ορχήστρα κάποια “pads” – πλάτες δικής μου δημιουργίας. Πχ πίσω από τα βιολιά υπάρχουν συνθετικά βιολιά – δικό μου δημιούργημα που προήλθαν από συνθετικά δείγματα τα οποία τροποποίησα. Πίσω από τις μεσαίες νότες, υπάρχουν φωνητικά – choro που δημιούργησα μέσα από την ίδια διαδικασία. Μάλιστα, έχω περάσει στοιχεία από τη δική μου φωνή. Για να εμπλουτίσω τα μπάσα, επιπρόσθετα έβαλα ένα συνθετικό δικής μου πάλι δημιουργίας μπάσο τύπου SUB που πιάνει δηλαδή συχνότητες πάρα πολύ χαμηλές κάτω των 40hz. Ως τενόρος, δέχομαι την άποψη ότι τα μεγάλα κλασσικά αριστουργήματα είναι καλύτερα να μένουν ως έχουν. Ως συνθέτης όμως, παρακαλώ συγχωρείστε με, δεν άντεξα και μπήκα στη διαδικασία να κάνω «τα δικά μου»! Πριν αποφασίσετε όμως, θα σας παρακαλούσα πολύ να ακούστε σε όσο το δυνατόν καλύτερο σύστημα ήχου το κομμάτι. Καλή σας ακρόαση!
Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους φίλους μέσα από την καρδιά μου!
Με εκτίμηση Ντίνος Καλύβας