Έκθεση καταξιωμένων Ελλήνων καλλιτεχνών του 20ού αιώνα
ARTFORUM GALLERY
PANTELIS & EVA TSATSIS
113 TSIMISKI STR. THESSALONIKI, GREECE, T. 0030 6946907708
www.artforum.gr, [email protected]
Επιμέλεια Ψηφιακής Έκθεσης-Κείμενα:
Μαρκέλλα-Ελπίδα Τσίχλα
Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Η εικαστική έκθεση που υλοποιείται με βάση τις νέες τεχνολογίες (εικονική περιήγηση, ψηφιακή εικόνα κλπ.) και που επιβάλλεται από τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν διεθνώς λόγω της πανδημίας, είναι μία ευκαιρία γνωριμίας του φιλότεχνου κοινού με σπουδαία ονόματα Ελλήνων καλλιτεχνών μέσα από αντιπροσωπευτικά έργα τους.
Η «πρωτότυπη» αυτή έκθεση που πραγματοποείται στο πλαίσιο της Ψηφιακής 8ης Γιορτής Πολυγλωσσίας, σε οργάνωση του Δήμου Θεσσαλονίκης και σε συνεργασία με τη Γκαλερί της Θεσσαλονίκης ARTFORUM, η οποία «πρόσφερε» τα συγκεκριμένα έργα τέχνης με σκοπό την επαφή με το ευρύτερο κοινό, και γίνεται μέσα στην προσπάθεια που καταβάλλουν οι Γιορτές Πολυγλωσσίας, να δημιουργήσουν ειδικές συνθήκες πρόσληψης όψεων του πνευματικού πλούτου της χώρας.
Η συγκεκριμένη έκθεση περιλαμβάνει καλλιτέχνες της σύγχρονης ελληνικής τέχνης και ιδίως τη γενιά εκείνη που εκφράστηκε εικαστικά κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Αν και η έκθεση αυτή προβάλλει ένα σχετικά ευάριθμο σύνολο έργων (συνολικά εκτίθενται 27 έργα τέχνης, καμωμένα από 22 καλλιτέχνες), καταβλήθηκε προσπάθεια να εκπροσωπούνται ορισμένα από τα πιο σημαντικά ονόματα των καλλιτεχνών μας, που χωρίς αμφιβολία ανήκουν σε εκείνους που υπηρέτησαν τη γνήσια τέχνη και την πρωτοπορία και με το έργο τους προώθησαν την ελληνική τέχνη σε αναγνωρισμένα από την ελληνική και διεθνή κριτική επίπεδα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ορισμένοι είχαν μια δυναμική παρουσία από τη δεκαετία του ’50 και ύστερα, διέγραψαν μια πορεία με θετικό πρόσημο και σε μια περίοδο καλλιτεχνικής πόλωσης, κοινωνικής αταξίας και ιδεολογικής σύγχυσης.
Βασικά, είναι η περίοδος διχαστικών πολιτικών μηνυμάτων, που αναπόφευκτα επηρεάζει και τους καλλιτέχνες σε ό, τι αφορά τις στιλιστικές επιλογές και τον τρόπο έκφρασης. Υπάρχουν καλλιτεχνικές τάσεις που έρχονται τόσο από τη Δύση, όσο και από την Ανατολή, καθώς η χώρα βρισκόταν και αυτή στη δίνη του Ψυχρού Πολέμου.
Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι, ως έναν ορισμένο βαθμό, πρόκειται για τις διαχρονικά υπαρκτές «αντιθέσεις» ανάμεσα στους καλλιτέχνες ως προς τον τρόπο έκφρασης, που η κάθε εποχή χαρακτηρίζει ως «διαφωνία» ανάμεσα στις λεγόμενες προοδευτικές ή συντηρητικές, ακαδημαϊκές ή πρωτοποριακές όψεις (συχνά με αναγωγές σε ιδεολογικά συμφραζόμενα) μιας τέχνης που εν πολλοίς βασίζεται σε μορφολογικές και στιλιστικές επιλογές. Στην καλλιτεχνική κριτική και στη διαίσθηση του θεατή απομένει να αξιολογήσουν την εσωτερική δυναμική και τον εκφραστικό πλούτο των συγκεκριμένων έργων τέχνης.
Ωστόσο, πολλοί από τους καλλιτέχνες μας κινήθηκαν σε «ανεξάρτητες» περιοχές, επέλεξαν υφολογικούς δρόμους που ταίριαζαν στην πνευματική ιδιοσυγκρασία τους και υπηρέτησαν τις γνήσιες αρχές της Τέχνης, ανεξάρτητα εάν προτιμούσαν και εφάρμοσαν τις αναπαραστατικές τάσεις ή τις αφηρημένες και πιο «προχωρημένες» εκδοχές του μοντερνισμού. Ορισμένοι από την «ομάδα» της έκθεσής μας έζησαν στο εξωτερικό τα κρίσιμα χρόνια (δεκαετίες του ’50 και του ’60) και ακολούθησαν περισσότερο τα διεθνή πρότυπα, χωρίς ωστόσο να αποκοπούν, όπως είναι γνωστό, στην εγχώρια παραγωγή.
Αναμφισβήτητα, κορυφαία καλλιτεχνική προσωπικότητα υπήρξε ο Γιάννης Μόραλης (1916-2009), όχι μόνο με το πλούσιο και πολυσχιδές έργο του, αλλά και με τη μεγάλη επιρροή που άσκησε στους νεότερους. Ο ίδιος επέλεξε να ταχθεί με το μέρος της πρωτοπορίας, υπηρετώντας την αφαίρεση στη γεωμετρική εκδοχή της, μολονότι οι αφετηρίες του ανάγονται στις ρεαλιστικές όψεις, αντλώντας την έμπνευσή του από τη διαχρονία της παράδοσης (λ.χ. από τα αρχαία επιτύμβια). Τα γεωμετρικά του έργα διακρίνονται για τη στρουκτουραλιστική δομή και την «διάλυση» της φόρμας, κατά το πρότυπο των κυβιστών, με στόχο να αποδώσει τον πολυδιάστατο χαρακτήρα των πραγμάτων.
Από κοντά η πολύ νεότερη Όπη Ζούνη (1941-2008) η οποία κινήθηκε με συνέπεια και προγραμματισμό στη γεωμετρική αφαίρεση, δημιουργώντας χώρους βασισμένους στους κανόνες της ψευδαίσθησης (κατά την οπ αρτ), αλλά πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές μιας κατασκευαστικής λογικής, που αποβλέπει στην καθαρότητα των μορφών και στην ισορροπία μιας αρχιτεκτονικής σύνθεσης.
Από την ομάδα των «ξένων» η έκθεσή μας έχει έργα καλλιτεχνών, όπως των Ελληνοαμερικανών Θεόδωρου Στάμου (Stamos) (1922-1997) και του Μιχάλη Λεκάκη (Lekakis) (1907-1987), όπως και του Κύπριου Μιχάλη Μιχαηλίδη (Michaeledes) (1923-2015) έχουμε τρεις καλλιτέχνες με διαφορετικές διαδρομές (οι δύο τελευταίοι ασχολήθηκαν κυρίως με τη γλυπτική και τις κατασκευές), αλλά με κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα την πρόσληψη πρωτοποριακών και μοντέρνων τάσεων της σύγχρονης τέχνης.
Ο Stamos διακρίθηκε ως μέλος της ομάδας του αφηρημένου εξπρεσιονισμού στη Νέα Υόρκη με έργα στα οποία, κατά κανόνα, το χρώμα (ως μονοχρωμία) καθίσταται βασική εκφραστική αρχή. Είναι εικόνες του απείρου και των «ατέρμονων» τοπίων ως αποτυπώσεις της αιώνιας και διαρκούς κίνησης του κόσμου.
Από την άλλη μεριά, ο αυτοδίδακτος Lekakis έλκεται από τις φυσικές φόρμες των στοιχείων της οπτικής πραγματικότητας (λ.χ. από μια σκαλωσιά), για να τις μεταμορφώσει σε αφηρημένες και με απρόβλεπτη δομή εικόνες, όπως βλέπουμε και στα σχέδιά του. Ο Michael Michaeledes ξεκίνησε και εκείνος από ρεαλιστικές εικόνες του περιβάλλοντός του και ολοκλήρωσε το ύφος του μέσα από εντυπωσιακές κατασκευές και γλυπτά αφηρημένης πνοής. Σε κάθε φάση της καλλιτεχνικής του πορείας υπάρχει δυνάμει η διάθεσή του να εκφραστεί στον τρισδιάστατο χώρο είτε είναι ζωγραφικά είτε, πολύ περισσότερο, ανάγλυφα και γλυπτά.
Στο εξωτερικό συναντήθηκαν καλλιτέχνες με όνειρα και σχέδια για το μέλλον, ο καθένας από διαφορετικούς δρόμους, αλλά με κοινό στόχο να ενταχθούν στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή, όπως ο Βλάσης Κανιάρης (1928-2011), ο Νίκος Κεσσανλής (Nikos Kessanlis) (1928-2004), ο Παύλος Διονυσόπουλος (Pavlos) (1930-2019) και ο Αλέξης Ακριθάκης (1939-1994).
Ο Κανιάρης είναι η πλέον εμβληματική καλλιτεχνική φυσιογνωμία της σύγχρονης ελληνικής τέχνης με έργα που άνοιξαν καινούριος δρόμους, και που αναγνωρίστηκαν και από τη διεθνή κριτική. Οι εμπνεύσεις του ξεκινούν από ιδέες προερχόμενες από την ελληνική ιστορία (λ.χ. την κατοχή ή τη δικτατορία), αλλά και από βαθιά υπαρξιακά ζητήματα, που υλοποιούνται σε έργα με ιδιαίτερη σημειολογία. Επηρεάστηκε από τους ντανταϊστές και χρησιμοποίησε ευτελή υλικά, σε γλυπτά, κατασκευές, σε πίνακες τα οποία ανήγαγε σε σύμβολα με αξιακό περιεχόμενο.Ο Kessanlis ακολούθησε κι αυτός πρωτοποριακές όψεις της ευρωπαϊκής τέχνης και εκφράστηκε με έργα πολλαπλής έμπνευσης, δοκιμάζοντας το ταλέντο του και σε άλλες δράσεις, όπως η χρήση της τεχνολογίας (λ.χ. η φωτογραφία), για να πετύχει πρωτότυπους σκιοφωτισμούς σε μια ζωγραφική που έχει πάμπολλες όψεις.
Ο Pavlos και ο Ακριθάκης πειραματίστηκαν γύρω από ζητήματα φόρμας και χώρου, ο πρώτος με τις στιλιζαρισμένες όψεις των αντικειμένων του (κατά κανόνα εικόνες του ανθρώπου), δημιουργώντας ζωγραφικά-γλυπτά και οι δεύτερος τη μετατροπή των μοτίβων σε κατασκευές, με πολλά υπονοούμενα για τη ζωή των ανθρώπων και του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντός του. Πρόκειται για καλλιτέχνες που υπηρέτησαν σύγχρονες και επίκαιρες εκδοχές του μοντερνισμού.
Οι ρεαλιστικές όψεις των αντικειμένων της ζωγραφικής και της γλυπτικής και συνακόλουθα η αναπαραστατική τέχνη είχε μία μεγάλη παράδοση στην Ελλάδα καθώς η αφαίρεση δεν είχε βρει πρόσφορο έδαφος στους Έλληνες καλλιτέχνες ήδη από τη γενιά του ’30. Μεταπολεμικά, παρόλη την κυριαρχία των αφηρημένων τάσεων διεθνώς, ο ρεαλισμός ήταν μία βασική σταθερά στον χώρο των εικαστικών τεχνών. Ωστόσο, η γνήσια τέχνη δεν εξαρτάται από τη «μόδα» ή από τη διείσδυση του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» στη μεταπολεμική ελληνική τέχνη, καθώς τα αριστουργήματα συνοδεύουν τους σπουδαίους καλλιτέχνες, όποια γραφή και αν προτιμήσουν για να εκφραστούν.
Κορυφαίο παράδειγμα ο Γιάννης Τσαρούχης (1910-1989), ο οποίος δεν απαρνήθηκε τη ρεαλιστική όψη των αντικειμένων σε όλες τις φάσεις της τέχνης του, δημιουργώντας εικόνες μεγάλης πνοής, αλήθειας και ξεχωριστής ευαισθησίας, πέρα από το γεγονός ότι ήξερε πολύ καλά να σχεδιάζει τα θέματά του, «όπως ένα χελιδόνι που φτιάχνει τη φωλιά του». Απ’ την άλλη μεριά, ουδέποτε αμφισβήτησε τα επιτεύγματα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού, από όπου άντλησε αυτό που ο ίδιος επεδίωκε, την εσωτερική αλήθεια.
Την ανθρώπινη μορφή σε πολλές εκφάνσεις του καθημερινού βίου αποτύπωσε ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος (1914-1995), o οποίος δείχνει να επηρεάζεται από τον κυβισμό, για να τονίσει τη δυναμική παρουσία του ανθρώπου και την κυριαρχία του στο περιβάλλον, ξεκινώντας από τον μικρόκοσμο της καθημερινής του ζωής. Ίσως είναι από τους λιγοστούς Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, με προσανατολισμό προς τον κυβισμό και ενδεχομένως προς το σοσιαλιστικό ρεαλισμό.
Αντίθετα, σε άλλο κόσμο μας μεταφέρει η ζωγραφική του Σπύρου Βασιλείου (1902-1985), με την ποιητική μεταμόρφωση της πραγματικότητας και με τη σχεδόν σουρεαλιστική διάθεση με την οποία υποδέχεται τη μοντερνιστική εικαστική πρακτική, ενώ ο Γιώργος Βακιρτζής (1923-1988) προσθέτει στις εικόνες του μοναδική ένταση, αλλά και μυστήριο, χάρη στον εξπρεσιονιστικό τρόπο γραφής του και στη σκηνική λειτουργία των θεμάτων του.
Από τη νεότερη γενιά στην έκθεση της Γκαλερί ARTFORUM, που γίνεται για πρώτη φορά με ψηφιακό τρόπο και με αυτό το περιεχόμενο, εκπροσωπούνται καλλιτέχνες, όπως ο Αλέκος Φασιανός (1935), ο Δημήτρης Μυταράς (1934-2017), ο Χρίστος Καράς (1930), ο Σωτήρης Σόρογκας (1936), ο Γιώργος Δέρπαπας (1937-2014) και ο Γιάννης Χριστοφόρου (John Christoforou) (1921-2014).
Η ζωγραφική του Φασιανού μας οδηγεί σ’ έναν ιδεατό κόσμο με μορφές-φιγούρες ανθρώπων (κατά κανόνα) να υπομνηματίζουν μιαν άλλη πραγματικότητα. Εντυπωσιακά χρώματα, άψογο σχέδιο με γραμμές που σχηματίζουν όγκους και σχήματα, χώρους μέσα σε χώρους, υπονομεύοντας κάθε αίσθηση προοπτικής.
Ενώ ο Μυταράς, «επιμένει» να μας ωθεί σε μια ρεαλιστική πραγματικότητα, οργανωμένη με κοινωνικούς όρους και με απεύθυνση τον θεατή, που ξαφνιάζεται από μια ζωγραφική με έντονα και εξπρεσιονιστικά χρώματα
Αντίθετα, οι ζωγράφοι Χρίστος Καράς και Σωτήρης Σόρογκας δημιουργούν ονειρικούς κόσμους με θέματα που, αν και ρεαλιστικά, μας παραπέμπουν σε εξωλογικές καταστάσεις. Ο Καράς δημιουργεί εικόνες με σουρεαλιστικό νόημα, ενώ οι ζωγραφιές του Σόρογκα καταλήγουν να είναι αφαιρετικές χάρη στην υπερευαίσθητη υφή των εικαστικών του μέσων.
Προς τον σουρεαλισμό κινήθηκε εξ αρχής η ζωγραφική του Δέρπαπα, όπου βρήκαν καταφύγιο τα όνειρά του και οι μεταφυσικές του ανησυχίες, ενώ ο Christoforou κινήθηκε σε γνώριμα μονοπάτια της σύγχρονης τέχνης με προσανατολισμό προς την ποπ αρτ και τη νεοντανταϊστική οπτική.
Τέλος, η έκθεσή μας περιλαμβάνει και έργα τριών πολύ σημαντικών Ελλήνων γλυπτών και συγκεκριμένα του Χρήστου Καπράλου (1909-1993), του Γιώργου Ζογγολόπουλου (1903-2004) και του Τάκη (Βασιλάκη) (Takis) (1925-2019). Και οι τρεις ήταν καλλιτέχνες του υπαίθριου χώρου και άφησαν σπουδαία παρακαταθήκη μνημειακών έργων, που σε υπερμεγέθεις διαστάσεις στολίζουν διάσημους τόπους.
Ο Καπράλος, πέρα από τα έργα του της Αίγινας, υπάρχει η τεράστια σύνθεση με θέμα την εποποιία της Πίνδου που βρίσκεται στην Βουλή των Ελλήνων, ο Ζογγολόπουλος με το Χορό του Ζαλόγγου ή τις Ομπρέλες στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο Takis με τους Μαγνήτες του σε κεντρική πλατεία του Παρισιού, μνημονεύονται ως μεγάλοι δημιουργοί με εντυπωσιακό και πρωτότυπο έργο.
Ο Καπράλος άντλησε τις πηγές του από την αρχαϊκή τέχνη και την κυβιστική γλυπτική, ο Ζογγολόπουλος υπηρέτησε ένα προσωπικό ύφος, επηρεασμένος από την κινητική γλυπτική, ενώ ο Takis ανακάλυψε την ενέργεια της φύσης ως δυναμικό τροφοδότη μιας γλυπτικής που κινείται στα όρια των φυσικών νόμων.
Η έκθεση της Γκαλερί ARTFORUM και της 8ης Γιορτής Πολυγλωσσίας σε οργάνωση του Δήμου Θεσσαλονίκης, δοσμένη σε ψηφιακή μορφή, υπακούοντας στις συνθήκες της πανδημίας, έχει ως σκοπό να παρουσιάσει μέσα από ορισμένα παραδείγματα Ελλήνων καλλιτεχνών (ζωγράφων και γλυπτών) και στη μικροκλίμακα της συγκεκριμένης έκθεσης μία όψη της μεταπολεμικής τέχνης.
Μαρκέλλα-Ελπίδα Τσίχλα
Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος
Έκθεση MANOLIS POLYMERIS μικρή αναδρομή
Οργάνωση: ARTFORUM GALLERY
PANTELIS & EVA TSATSIS
113 TSIMISKI STR.
THESSALONIKI, GREECE,
T. 0030 6946907708
www.artforum.gr, [email protected]
Επιμέλεια Ψηφιακής Έκθεσης
& Κείμενα: Μαρκέλλα-Ελπίδα Τσίχλα
Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος
MANOLIS POLYMERIS
Όταν στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, ο Πολυμέρης εμφανίστηκε στην Αθήνα, στη Γκαλερί ‘Ζυγός’, το ομώνυμο περιοδικό του, αφιέρωνε το εξώφυλλο (1983) και τις εσωτερικές σελίδες του ένα εκτενές κείμενο του Χρύσανθου Χρήστου. Οι αναγνώστες και οι φιλότεχνοι αιφνιδιάστηκαν από τη ζωγραφική ενός άγνωστου μέχρι τότε καλλιτέχνη από τη μακρινή Φλώρινα και μάλιστα αυτοδίδακτου, που ήρθε να ταράξει τα νερά της καλλιτεχνικής Αθήνας με την πρωτότυπη και δυνατή εκφραστική του γλώσσα. Ήταν τα τρεμάμενα χρώματα που έμοιαζαν να διαθλώνται στο νερό, οι γραμμές που «χάραζαν» το μουσαμά σαν το καλέμι την άμορφη ύλη, ήταν οι μορφές που παραμορφώνονταν μπροστά σε παραβολικό καθρέφτη και ο χώρος απροσδιόριστος, ασαφής και εξωκοσμικός. Γι’ αυτό ειπώθηκαν πολλά για τον Μανώλη Πολυμέρη.
Eίναι αλήθεια ότι η ζωγραφική του, ήδη από τότε, συσχετίστηκε με κινήματα και καλλιτέχνες του ευρωπαϊκού μοντερνισμού. Το βέβαιο είναι ότι ο Πολυμέρης επηρεάστηκε από την εγχώρια και την ξένη εικαστική παράδοση, όπως όλοι οι άνθρωποι, καλλιτέχνες και μη, αντλώντας ωστόσο από τα πρότυπά του, τα στοιχεία εκείνα που θα ενίσχυαν το προσωπικό του προφίλ, αναδεικνύοντας τη σημασία της αφομοιωτικής δύναμης ως χάρισμα και ως κινητήριος μοχλός για νέα πειράματα και προσωπικές κατακτήσεις.
Οι αναφορές στον αφηρημένο εξπρεσιονισμό και στη βυζαντινή τέχνη, στον Πικάσο, αλλά και στον Francis Bacon, στους γερμανούς εξπρεσιονιστές και στον Μπουζιάνη, αλλά και στην αφαίρεση του Σπυρόπουλου, επιβεβαιώνουν την προσπάθεια του θεατή (και της κριτικής) να εξηγήσει μια γλώσσα που χαρακτηρίζεται από μοναδικά γνωρίσματα. Η απόπειρα να «συλλάβει» ο καλλιτέχνης τις εξ ορισμού άπειρες όψεις του αντικειμένου (και δη του ανθρώπινου προσώπου), να συνδυάσει το ζωγραφικό με το πλαστικό, καθώς οι μορφές του μοιάζουν σαν εύθραυστα στοιχεία που δημιουργούν νέους χώρους, σαν πλαστικές δηλαδή φιγούρες με ογκομετρική διάσταση, ενώ η παραμόρφωση των προσώπων, όπως και των λοιπών μοτίβων, προδίδει μία απόλυτα προσωπική κατάκτηση στη χρήση του χρώματος και της γραμμής.
Απ’ την άλλη μεριά, ένα μυστηριακό φως λούζει τις μορφές και τον χώρο, με τρόπο που ενισχύεται η προβληματικότητα των σκηνών, η δραματική ατμόσφαιρα και η εκφραστικότητα του συνόλου, σαν να εκτυλίσσεται μία θεατρική πράξη πέρα από τις κουίντες.
Πρόκειται για «εικόνες του διαχρονικού», είχε γράψει ο Χρήστου σε εκείνο το ιστορικό τεύχος του «Ζυγού», γιατί πράγματι ο Πολυμέρης μέσα από τη φαινομενική ατομικότητα δίνει εικόνες του καθολικού και της πανανθρώπινης αξίας, ανυψώνοντας την ανθρώπινη παρουσία, η οποία κατά κανόνα κυριαρχεί στα έργα του μέσα από οπτικά και απτικά χαρακτηριστικά σε μεταφυσικό σύμβολο της διαρκούς προσπάθειας και σε διαχρονική ιδέα της τραγικής όψης των ανθρώπων.
Σπάνια η ελληνική ζωγραφική απέδωσε με τρόπο ιδεατό, αλλά με έργα αναπαραστατικά, τις μύχιες όψεις ενός προβληματικού περιβάλλοντος, τραγικά παραμορφωμένου με πρωταγωνιστές «όντα» που δείχνουν σαν να πηγάζουν από αρχαία τραγωδία.
Αναμφισβήτητα, η ζωγραφική του Μανώλη Πολυμέρη μας παραπέμπει στις πιο καλές στιγμές της ζωγραφικής, που ερμηνεύει αιώνια ερωτήματα με τα απλά μέσα μιας τέχνης, που στην περίπτωσή μας βασίζεται στη διαρκή εξερεύνηση των δυνατοτήτων του προσωπικού του εικαστικού λεξιλογίου.
Μαρκέλλα-Ελπίδα Τσίχλα
Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος