“Στη ζωγραφική μου κυριαρχεί η φύση. Τη φύση ζωγραφίζω ακόμα και στα πιο αφαιρετικά έργα. Το κάθε έργο μιλάει από μόνο του, έχει να πει δικά του πράγματα.”
Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Σε μια δύσκολη περίοδο της μεταπολεμικής Αθήνας, στάθηκα τυχερός στα εφηβικά μου χρόνια, μπαίνοντας σε διαφημιστικούς οργανισμούς στα οπτικοακουστικά μέσα, που ήταν στελεχωμένοι από κάθε λογής καλλιτέχνες.
Δουλειά και μαθητεία μαζί, με δάσκαλο το Γιώργο Θεοδοσιάδη στην Ραδιοφωνική Σκηνοθεσία, στη συνέχεια κινηματογράφος με τον Γιώργο Μιχαηλίδη και γύρω στο 1970 βοηθός στο εργαστήρι του Γιώργου Βακιρτζή, του ζωγράφου-μάστορα.
Πέρα από τα καθημερινά, (πλύνε πινέλα, στήσε χρώματα, φτιάξε ψαρόκολα, χρύσωσε κορνίζες, τουλπάνιασε τις γιγαντοαφίσες του σινεμά), αυτά που ο ίδιος σπούδαζε τα περνούσε και σε μας με το δικό του μοναδικό τρόπο. Ξεκινώντας από το διαλεκτικό μοντάζ του Eisenstein, το χορό του Nijinsky, με ευκολία πέρναγε στο φως του Rembrandt, στην αρχιτεκτονική του Πικιώνη και του Μιχελή, μιλούσε για τους κρύσταλλους στη φύση, τα Αισθητικά-Κριτικά του Βάρναλη, αναλύοντας τους αρχαίους ποιητές αλλά και την Ποιητική του Αριστοτέλη.
Πριν φύγω από τον Βακιρτζή (1976), είχα στήσει ήδη το εργαστήρι μου, Μητροπόλεως 22, από όπου βγήκαν τα σκιάχτρα που έγιναν τοτέμ και τοπία του νου και της φαντασίας έργα της πρώτης μου έκθεσης στην Γκαλερί Κρεωνίδη το 1980.
Σε ποιο ρεύμα η κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό μου είναι ένα βραχύχρονο κίνημα ο Φοβισμός – Fauvisme. Μπορεί να μεταφραστεί “άγριο θηρίο” και όχι ο φόβος που εννοούμε στα Ελληνικά.1905-8. Με μπροστάρη τον εκπληκτικό Ματίς. Έχουν γραφτεί πολλά αλλά θα μείνω στην ένταση των χρωμάτων κυρίως γιατί αυτό ήταν που με τράβηξε. Δεν φοβήθηκα ποτέ το χρώμα ήταν κάτι που το είχα σαν προίκα από μικρός. Επίσης ασχολήθηκα σοβαρά με τον “Αφηρημένο Εμπρεσιονισμό” ένα ρεύμα καθαρά Αμερικάνικο. Αναπτύχθηκε με κέντρο τη Νέα Υόρκη μεταπολεμικά και ειδικότερα στα μέσα της δεκαετίας του ’40. Συχνά αναφέρεται και ως Σχολή της Νέας Υόρκης.
Από αυτή την προσπάθεια παρουσίασα έργα σε τρεις εκθέσεις.(2008-10)
Τελικά αυτά είναι και λίγο αυθαίρετα θα έλεγα. Δεν με αφορά που θα με κατατάξουν σα ζωγράφο σημασία έχει το έργο να είναι αποδεκτό.
Από που αντλείτε την έμπνευση σας; Έγραφα και ζωγράφιζα κάτι σαν άτακτα ημερολόγια. Συνήθεια που την κρατώ μέχρι σήμερα. Μέσα σ’ αυτά καθρεφτίζονται έρωτες, απώλειες και μνήμες, πτώσεις και αναβάσεις της ζωής, που λειτουργούν συμπληρωματικά, σαν ένα άλλο έργο σε ενότητες ή έργα “ορφανά” που πολλά από αυτά είναι αφορμή για μια νέα ζωγραφική απόπειρα.
Αυτό που συμπληρώνει τα ερεθίσματα, ήταν τα ταξίδια, μέσα κι έξω από την Ελλάδα, τα σημαντικά βήματα που έκανα μέσα στα μουσεία και η διαρκής επαφή με ανθρώπους και φίλους, που μ’ έσπρωχναν και με καθοδηγούν ακόμα, στα καμώματα της ζωής και της ζωγραφικής.
Η ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ,Η ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΩΣ τα γράφω με κεφαλαία γιατί και τα τρία παίζουν καθοριστικό ρόλο στην τέχνη. Η φαντασία φτιάχνει νέους κόσμους από το τίποτα, ανύπαρκτους. Ξεκινώντας με μια γραμμή μπορείς να φτάσεις στις εσχατιές του σύμπαντος. Η παρατήρηση σου δίνει τα εφόδια εκείνα να μπορείς να πλησιάσεις αυτό που ονειρεύτηκες και χωρίς το φως δεν υπάρχει ζωγραφική.
Στη ζωγραφική μου κυριαρχεί η φύση. Τη φύση ζωγραφίζω ακόμα και στα πιο αφαιρετικά έργα. Το κάθε έργο μιλάει από μόνο του, έχει να πει δικά του πράγματα. Δεν κάνω προσχέδια, ζωγραφίζω απευθείας. “Παιχνίδι” και πειραματισμός σε διάφορες τεχνικές για να μπορέσω να εκφραστώ καλύτερα. Εκείνο όμως που με ερεθίζει πραγματικά είναι το απρόσμενο που εμφανίζεται στην εξέλιξη της δουλειάς μου και με ξαφνιάζει. Μικρόκοσμος, μακρόκοσμος, ονειρικά τοπία τα οποία με κυνηγούν από πολύ παλιά, χωρίς να ξέρω το γιατί. Μια διαδρομή που εξερευνά το άγνωστο μέσα μου, σε τι χώρους κινήθηκα και που πήγα.
Υπάρχουν Προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Προσωπικότητες και εικαστικοί καλλιτέχνες έχουν επηρεάσει τον τρόπο που σκέπτομαι, περισσότερο θα έλεγα πιο ελεύθερα. Κατάλαβα πως δεν έχει σημασία τι ζωγραφίζεις αλλά πως αντιμετωπίζεις το θέμα που ζωγραφίζεις. Στην τέχνη δεν υπάρχουν πάρα πολλά θέματα που καταπιάνεται κανείς αλλά πάρα πολλοί διαφορετικοί τρόποι του να εκφράσεις αυτό που έχεις στο μυαλό σου.
Θα αναφέρω όμως έναν Ζωγράφο Αυστριακής καταγωγής τον Hundertwasser. Μια καλή φίλη μου είχε κάνει δώρο ένα μικρό βιβλίο του. Μία πολυτελή έκδοση σε μόνο 1000 αντίτυπα. Το λάτρεψα και το έχω πάντα κοντά μου Στην Ελλάδα δεν ήταν τόσο γνωστός, είχε κάνει τις αφίσες για την Ολυμπιάδα του Μονάχου το 1956 αν δεν κάνω λάθος. Επίσης πριν από πολλά χρόνια είχε φέρει έργα του για έκθεση το Μουσείο Γουλανδρή στην Άνδρο κι έτσι είδα έργα του από κοντά. Ο τρόπος που αντιμετώπιζε τη φύση τα καθαρά δυνατά χρώματα σε συνδυασμό με ένα σχεδόν ψυχεδελικό σχέδιο, γενικά ο ψυχισμός του με έκαναν και τον έβαλα κάπου βαθύτερα μέσα μου.
Το από κοντά έχει μεγάλη σημασία βλέπεις την υφή. Ο Van Gogh με δυο πινελιές έκανε ένα πουλάκι. Για τον ζωγράφο το Μουσείο είναι απ’ τα κυριότερα μαθήματα.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Καμιά φορά η πρόκληση έρχεται απ’ έξω χωρίς να τη βάλεις εσύ. Το 1990 εργαζόμουν στη διαφημιστική εταιρία Bold Ogilvy ως παραγωγός στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Ή πρόκληση ήρθε προτείνοντας μου να ζωγραφίσω ΜΠΛΕ έργα (γιγαντοαφίσες) για τα τσιγάρα KARELIA LITGHS. Όπου τα χρώματα του πακέτου ήταν μπλε σκούρο γαλάζιο και άσπρο.
Δεν απάντησα αμέσως αλλά το ίδιο βράδυ έκανα καμιά δεκαριά προσχέδια. Χρησιμοποίησα από ανοιχτό γαλάζιο μέχρι βαθιά ουλτραμαρίνα και λευκό κατευθείαν απ’ το σωληνάριο. Τα θέματα ήταν μονοσήμαντα μια βάρκα ένα ποδήλατο μια πεταλούδα ένα ανθρωπόσπιτο (καπνιστή) κλπ. Για την αφίσα υπάρχουν κάποιοι κανόνες, για παράδειγμα ένας θεατής μέσα απ’ το λεωφορείο που κινείται πρέπει να αναγνωρίσει το θέμα που βλέπει το πακέτο και το σλόγκαν μέσα σε 4-5 δευτερόλεπτα.
Τα προσχέδια τελικά έγιναν αποδεκτά από την Bold Ogilvy τότε (τώρα Ogilvy). Φτιάχτηκαν μακέτες και προτάθηκαν στον Καρέλια όπου είχαν πολύ καλή αποδοχή με αποτέλεσμα η καμπάνια αυτή να κρατήσει τρία χρόνια 1990-93.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Για να μιλήσουμε για σχέδια πρέπει να δούμε που βρισκόμαστε. Από το 2015 μέχρι σήμερα δουλεύω χωρίς διακοπές έχω συγκεντρώσει δουλειά για δυο εκθέσεις και δυο σειρές σε μικρές διαστάσεις με μολύβια και μπλε ακουαρέλες.
Τα lockdown από το Μάρτιο του 2020 έχουν καθηλώσει τις γκαλερί κι ένας θεός ξέρει πότε και ποιες θα επαναλειτουργήσουν. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια θλιβερή κατάσταση για την αγορά της εικαστικής ζωής του τόπου που απ’ το 2008 έχει υποστεί είδη μια μεγάλη πτώση. Το κράτος έχει εγκαταλείψει τους εικαστικούς καλλιτέχνες και τις γκαλερί χωρίς καμιά σοβαρή βοήθεια.
Την τελευταία μου έκθεση την έκανα πριν δυο χρόνια στη Στοκχόλμη αναζητώντας μια άλλη αγορά και πράγματι πήγε πολύ καλά. Ελπίζοντας πως το 2021 θα πάει καλύτερα έχω στο μυαλό μου για μια έκθεση στην Αθήνα. Σε βάθος χρόνου φιλοδοξώ να κάνω μια αναδρομική έκθεση που θα κλείνει αυτά τα χρόνια της πορείας μου στα εικαστικά δρώμενα του τόπου.
Με τούτα και με τα άλλα πέρασαν 40 χρόνια απ’ την πρώτη μου έκθεση.1980-2020. Έρχομαι…
Βιογραφικό.
Ο Μιχάλης Κόκορης γεννήθηκε το 1946 στο Παγκράτι.
Εργάστηκε και μαθήτευσε πολλά χρόνια κοντά στον Γιώργο Βακιρτζή. Θεωρεί επίσης πολύ σημαντική τη συνάντησή του με τον ζωγράφο Σάββα Τζανετάκη. Έχει κάνει 18 ατομικές εκθέσεις και πολλές ομαδικές.
Το 2015 συμμετείχε στην έκθεση “Τρείς Γενιές Ελλήνων Ζωγράφων” της συλλογής Μοσχανδρέου.
Την περίοδο 1990-93, η καπνοβιομηχανία ΚΑΡΕΛΙΑ παρουσιάζει στο ευρύ κοινό έργα του Μιχάλη Κόκορη (γιγαντοαφίσες) συνδυάζοντάς τα αρμονικά με τα προϊόντα της.
Ο Μιχάλης Κόκορης, παράλληλα, συνεργάστηκε με διαφημιστικούς οργανισμούς στην παραγωγή ταινιών.
Σήμερα ασχολείται αποκλειστικά με τη ζωγραφική.