“Σχετικά με το ρόλο που καλείται να παίξει στο δημόσιο χώρο το έργο φεύγοντας από το εργαστήριο, αυτό έγκειται στην ποιότητα του εκάστοτε καλλιτέχνη αλλά και του αποδέκτη, είτε πρόκειται για φιλότεχνο, συλλέκτη, συλλογικό φορέα ή το Ελληνικό δημόσιο.”
Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Στην εφηβεία, στο λύκειο το οποίο πήγαινα είχε μάθημα ελεύθερου σχεδίου και έπαθα αυτό που λέμε κόλλημα. Στα μάτια μου τότε βρήκα ένα δρόμο μαγικό και λογικό συγχρόνως, με τον οποίο μπορείς να μελετάς την πραγματικότητα και, μέσα από τους κανόνες του παραστατικού σχεδίου, να έρχεσαι να συνθέτεις αυτό το οποίο βλέπεις απέναντί σου. Αυτή η αποκάλυψη/ανακάλυψη σε συνδυασμό με την ηλικία μου, οπότε και είχα αρχίσει πια να ψάχνω με το τι και με ποιον τρόπο μπορώ να εκφραστώ ως άνθρωπος ήρθε και έγινε ένα.
Σε ποιο ρεύμα ή κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Για να σας πω την αλήθεια, δεν το σκέφτομαι αλλά άμα θα έπρεπε να ορίσω με κάποιον τρόπο την εργασία μου αυτή, θα ήταν πάντα με τις μορφές τέχνης που είχαν ως κεντρικό ενδιαφέρον τους τον άνθρωπο ως παρουσία, αίνιγμα, πχ τραγικοί ποιητές, υπαρξιστές ζωγράφοι κοκ.
Από που αντλείτε την έμπνευσή σας; Από τον άνθρωπο και το χώρο του, εξωτερικό ή εσωτερικό. Μάλλον, είναι ένας συνδυασμός αυτών των δύο καταστάσεων. Άλλες φορές με ενδιαφέρουν οι αγωνίες του, άλλες φορές η αλήθεια του και άλλες οι αισθήσεις του.
Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Και βέβαια υπάρχουν! Και μάλιστα από όλο το φάσμα της τέχνης… Θα σας αναφέρω, όμως, μόνο τρεις έλληνες συγχρόνους εικαστικούς: Νίκος Μπάικας, Τάσος Χριστάκης, Απόστολος Γεωργίου έχουν ένα καλλιτεχνικό έργο το οποίο θα μπορούσε να σταθεί μέσα σε ένα οποιοδήποτε μουσείο σύγχρονης τέχνης στον κόσμο και όχι μόνο.
Ποιά είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Κάθε έργο μου να φέρει την ειλικρίνεια της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής που το φτιάχνω.
Πόσο αποδεκτή είναι η Τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στον δημόσιο χώρο; Σημαντικά ερωτήματα και τα δύο, με πολυπαραγοντικές και διεπιστημονικές παραμέτρους ανάλυσης και εγώ δεν θα ήθελα να αποπειραθώ να απαντήσω, προσποιούμενος κάτι που δεν είμαι: δηλ. ο ενημερωμένος θεωρητικός με εξειδικευμένες σπουδές και συγχρόνως συνολική εποπτεία και γνώση. Η αίσθηση, όμως, που έχω είναι ότι η τέχνη αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα από το γενικό κοινό και με το Τ κεφαλαίο και το μικρό, αλλά χωρίς να μπορεί να περιγραφεί με σαφήνεια, σε αυτή μου την εικόνα, ο κανόνας και η λογική που διέπουν την αντιμετώπιση της τέχνης με τη μία ή την άλλη μορφή. Αντιθέτως, το πότε ή πώς γίνεται αποδεκτή με την ιερότητα και τη σημασία που της πρέπει και πότε χωρίς ιδιαίτερο σεβασμό ή προσοχή είναι εκφάνσεις που αισθάνομαι ότι συνυπάρχουν την ίδια στιγμή, ανάκατα, λόγω του διαφορετικού υπόβαθρου εμπειρίας και κουλτούρας των ανθρώπων που εκτίθενται στο κάθε καλλιτεχνικό προϊόν. Ως προς τα εικαστικά, νομίζω ότι είναι τα πιο «ριγμένα» για διάφορους λόγους και με πιο σημαντικό αυτόν της απουσίας κάποιας επίσημης πολιτικής σε βάθος χρόνου και έλλειψης συστηματικής εικαστικής παιδείας.
Τώρα, σχετικά με τον ρόλο που καλείται να παίξει στον δημόσιο χώρο το έργο φεύγοντας από το εργαστήριο, αυτό έγκειται στην ποιότητα του εκάστοτε καλλιτέχνη αλλά και του αποδέκτη, είτε πρόκειται για φιλότεχνο, συλλέκτη, συλλογικό φορέα ή το Ελληνικό δημόσιο.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Η εποχή που διανύουμε είναι ιδιαίτερα δυσοίωνη. Δεν σκέφτομαι μελλοντικά σχέδια… Ελπίζω, τουλάχιστον, να κρατήσω την ανάγκη της δημιουργίας και της έκφρασης.