Βαλάντης Γαούτσης: “Η ενασχόληση με τις τέχνες είναι μια ισχυρή ψυχοθεραπεία”

“Αυτή την περίοδο, έχει προγραμματιστεί για την 4η του Δεκέμβρη, να κυκλοφορήσει -αφιλοκερδώς- από το Ogdoo Music Group ένα πολύ ιδιαίτερο project ανθρωπιστικού-κοινωνικού σκοπού, του οποίου ανέλαβα τη διεύθυνση παραγωγής, όπου μας πήρε σχεδόν ολόκληρο το καλοκαίρι η υλοποίησή του.”

Ποιά είναι η πρώτη σας Μουσική ανάμνηση; Με θυμάμαι στα 10 μου μόλις χρόνια, να ζητώ από τους γονείς μου να με γράψουν σε κάποιο ωδείο, ώστε να παρακολουθήσω μαθήματα πιάνου.
Το γοητευτικό κι εκείνο που μου κρατά ζωντανή την ανάμνηση, είναι πως, δεν θυμάμαι από πού πήρα την αφορμή, το ερέθισμα, τί ήταν εκείνο που μου ενέπνευσε αυτήν την ανάγκη. Οι γονείς μου μπορεί να θυμούνται, μα δεν τους ρωτώ· δε θα ήθελα να μάθω.

Ποιον καλλιτέχνη θαυμάζετε και με ποιον Μουσικό θα θέλατε να βρεθείτε επί σκηνής; Από τους σημαντικότερους για εμένα -και για όλους μας- καλλιτέχνες όπου δε βρίσκονται εν ζωή, μα ευτυχώς βρίσκονται εν ζωή τα έργα τους, είχα πάντοτε αδυναμία στο Νίκο Ξυλούρη, το Θάνο Μικρούτσικο, το Νικόλα Άσιμο, το Βασίλη Τσιτσάνη, το Γιώργο Ζαμπέτα, τη Βίκυ Μοσχολιού, αλλά και σε όλους τους ρεμπέτες, δημιουργούς και τραγουδιστές.
Επί σκηνής, θα ήθελα με όλη μου την καρδιά, να συμπράξω με τους επόμενους μεγάλους που θαύμαζα πάντα: το Βασίλη Παπακωνσταντίνου, το Μίλτο Πασχαλίδη, το Θανάση Παπακωνστνατίνου, το Σωκράτη Μάλαμα και τη Ρίτα Αντωνοπούλου.

Περιγράψτε μας τη μέχρι σήμερα πορεία σας στη μουσική. Υπήρξαν επιρροές καθοριστικές θετικές ή αρνητικές; Ήμουν από εκείνους, όπου, μη έχοντας κάποιον οικογενειακό φίλο ή συγγενή στο χώρο των τεχνών, πάντοτε διεκδικούσαν το κάθε τι μόνοι τους, έχοντας άγνοια κινδύνου (γέλια) και φλογερό πάθος για τη μουσική.
Άφησα το πιάνο και στα 13 μου χρόνια ανακάλυψα πως, με παθιάζει και με εμπνέει περισσότερο η ηλεκτρική κιθάρα. Ξεκίνησα μαθήματα στα ωδεία, όπου έτυχα μαθητής εξαιρετικών δασκάλων, οι οποίοι συνεργάζονταν με το University of West London, του οποίου λόγω επιδόσεων και αφοσίωσης, έγινα κι εγώ σπουδαστής του. Παράλληλα φυσικά, είχα και το σχολείο. Ώσπου να αποφοιτήσω από το πανεπιστήμιο, πειραματιζόμουν κι έψαχνα την καλλιτεχνική μου ταυτότητα. Όντας τελειομανής, μου άρεσε να ψάχνω και να μελετώ -ακόμα και σήμερα και ες αεί- τα πάντα εις βάθος. Ήταν ένας από τους λόγους – κι εξακολουθεί να είναι, όπου μια ξεκάθαρη ταυτότητα, δεν μπορώ να πω πως, μου την έχω περάσει ως ταμπέλα. Ξέρω πως ξεκινώ και κλείνω τη μέρα μου με μουσική και αγαπώ τη δουλειά μου, καθώς με πολύ κόπο, κατάφερα να βιοπορίζομαι από τη μουσική αποκλειστικά. Έγινα, λοιπόν, δάσκαλος ηλεκτρικής και μοντέρνων θεωρητικών, μα η κύρια εργασία μου τα τελευταία 8 χρόνια, είναι η ζωντανή μουσική σε bars, ταβέρνες, εστιατόρια, μουσικές σκηνές, θέατρα, παντού.
Δυο πολύ έντονες στιγμές στην πορεία μου ως τώρα, που θα θυμάμαι πάντα, είναι οι βραδιές πριν από περίπου 9 χρόνια, όπου συνεργαστήκαμε άμεσα και έμμεσα με τον μαγικό Δημήτρη Ψαριανό, ο οποίος εδώ και λίγες μέρες, δεν είναι πια κοντά μας, και πάντα θα τον θυμάμαι με αγάπη και σεβασμό για το ποιόν και την απλότητα που είχε ως άνθρωπος, το μεγαλείο του ως ερμηνευτής και τη γλυκύτητα στα λόγια και τις συμβουλές του και η συνεργασία μου το 2014 με το σεναριογράφο Δημήτρη Αποστόλου και την ερμηνεύτρια- ηθοποιό Μάγδα Πένσου, όπου αφορούσε την τηλεοπτική εκπομπή ΜΑΜ του Alpha. Εκεί υπήρξα συνθέτης και κατά το ήμισυ στιχουργός του τραγουδιού τίτλων της εκπομπής. Ήταν μια ονειρική περίοδος για εμένα.
Το 2019, όντας πιο ώριμος και πιο διαβασμένος πια, και σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης, ξεκίνησα να δημιουργώ τα δικά μου μουσικά projects. Την αρχή την έκανα με μια μουσικοχορευτική παράσταση, η οποία ήταν αφιέρωμα στο ρεμπέτικο τραγούδι, με ιστορικές εμβόλιμες αναφορές για την εξέλιξή του, αλλά και την κοινωνική του θέση, κατά την περίοδο της ακμής του. Η παράσταση πέτυχε το στόχο της και είχαν εκφράσει για το καλοκαίρι του 2020 το ενδιαφέρον τους πολλοί άνθρωποι από δήμους εντός κι εκτός των Αθηνών, όπου ήθελαν να τη φιλοξενήσουν. Όσα με οδήγησαν εδώ, θετικά και αρνητικά, είχαν το ίδιο βάρος επιρροών στην πορεία μου. Τα θετικά μου δίναν θάρρος και τα αρνητικά μου δίναν πείσμα.

Μια συνεργασία που ονειρεύεστε; Η ιδανική συνεργασία, που, πιστεύω, όλοι ονειρευόμαστε, είναι εν τέλει η απόλυτη συνεργασία με τον ίδιο μας τον εαυτό. Πρέπει να συνεργάζεσαι, να κάνεις παρέα, και να σχετίζεσαι στενά με τον εαυτό σου, για να κρατάς μέσα σου τη φλόγα και την όρεξη για δημιουργία, έτσι ώστε, να μπορέσεις να δημιουργήσεις συνεργασίες με οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, καλλιτέχνη ή μη, για να μπορέσει κι εκείνος να πιστέψει σε εσένα, τις ικανότητές σου και τις ιδέες σου.

Γιατί χρειάζεται η μουσική παιδεία; Είναι πολυτέλεια ή ανάγκη; Η μουσική, όπως και όλες οι τέχνες, έχει μια σημαντική ιδιότητα:
αυτή του διαμορφωτή προσωπικότητας. Όλες οι τέχνες λειτουργούν ευεργετικά για το πνεύμα μας, το χαρακτήρα μας, την με τη γενικότερη έννοια παιδεία μας, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας και τους άλλους, τον τρόπο με τον οποίον βλέπουμε τα πράγματα, τον τρόπο με τον οποίον σκεπτόμαστε, τον τρόπο με τον οποίον μεθαύριο θα μεγαλώνουμε εμείς τα παιδιά μας, και σε κάθε περίπτωση, αν η οποιαδήποτε άλλη ενασχόληση ή γνώση μπορεί να φτάσει τον άνθρωπο σε ένα υψηλό επίπεδο -όπως κι αν αυτό ερμηνεύεται, η παιδεία που θα έχει κερδίσει από την ενασχόλησή του με τις τέχνες, θα τον πάει ένα βήμα παραπέρα σε ανθρώπινο επίπεδο. Θα οξυνθεί μέσα του η ευαισθησία, η ανάγκη για δημιουργία, η ανάγκη να νιώθει ενωτικός. Η ενασχόληση με τις τέχνες είναι και μια ισχυρή ψυχοθεραπεία. Μπορεί να σε κρατήσει στο σώμα σου, να σε βάλει να κατανοήσεις τον εαυτό σου, και να σου αυξήσει την ικανότητα της ενσυναίσθησης, η οποία αποτελεί άγνωστη λέξη τη σήμερον. Τη σήμερον, το να νιώθουμε τον πόνο τού άλλον, αντί δεδομένου, θεωρείται σχεδόν επανάσταση.
Οπότε, ναι, είναι απαραίτητη στην παιδεία ενός ανθρώπου η μουσική, και κάθε τέχνη. Μακάρι να το γνώριζαν αυτό κι εκείνοι που διαμορφώνουν το εκπαιδευτικό σύστημα στο Υπουργείο Παιδείας. Οπότε, βάσει των παραπάνω, ναι, είναι ανάγκη -με τη γενική έννοια- να μεγαλώνουμε ανθρώπους, που στην παιδεία και τη μόρφωσή τους, συμβάλλει και κάποια τέχνη. Πιο σημαντικό όμως, είναι να υπολογίζουμε την προσωπική ανάγκη που νιώθει κάποιος να ασχοληθεί με τις τέχνες.

Υπάρχουν Έλληνες αξιόλογοι μουσικοί, με μουσική κατάρτιση και γνώσεις; Παντού και πάρα πολλοί. Υπάρχουν στο δρόμο, στις ταβέρνες, στα κέντρα, στις μουσικές σκηνές, στα θέατρα, παντού.

Ποια είναι τα μελλοντικά μουσικά σας σχέδια; Αυτή την περίοδο, έχει προγραμματιστεί για την 4η του Δεκέμβρη, να κυκλοφορήσει -αφιλοκερδώς- από το Ogdoo Music Group ένα πολύ ιδιαίτερο project του οποίου ανέλαβα τη διεύθυνση παραγωγής, και μας πήρε σχεδόν ολόκληρο το καλοκαίρι η υλοποίησή του.
Είναι ένα εγχείρημα, για το οποίο είμαι πολύ περήφανος για όλους μας, κι έχει την αίσθηση πραγμάτωσης ονείρου. Είναι μια αφιλοκερδούς χαρακτήρα ακτιβιστική πράξη αλληλεγγύης για τον αγώνα κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού στις Σταγιάτες Πηλίου, με τη συμμετοχή πλήθους καταξιωμένων καλλιτεχνών, και την προσωπική βοήθεια των ιδίων και άλλων φίλων. Είχα την ιδέα να πάρει τη μορφή της διασκευής το τραγούδι “Το νερό των Σταγιατών” του Αλκίνοου Ιωαννίδη, την οποία ανέλαβε ενορχηστρωτικά ο Άκης Κατσουπάκης. Το βίντεο είναι δημιουργία του Αλέξανδρου Χρυσίδη και η ηχογράφηση, όπως και η λήψη των πλάνων, έγιναν αφιλοκερδώς στο Studio Sierra Recordings A.E.
Τα όποια έσοδα προκύψουν, θα περαστούν στο ταμείο της αυτοδιαχείρισης του χωριού για τα δικαστικά έξοδα της υπόθεσης.

Συμμετέχουν (αλφαβητικά) οι ερμηνευτές: Ρίτα Αντωνοπούλου, Στάθης Δρογώσης, Νίκος Ζιώγαλας, Πολυξένη Καράκογλου, Παντελής Κυραμαργιός, Κώστας Λειβαδάς, Σαββέρια Μαργιολά, Ευτυχία Μητρίτσα, Γιώργος Παντελιάς (Κίτρινα Ποδήλατα) Μαριάννα Πολυχρονίδη, Σταύρος Σιόλας, Γιώργος και Νίκος Στρατάκης, Κώστας Τριανταφυλλίδης και Σταμάτης Χατζηευσταθίου,
αλλά και 10 εκ των επιφανέστερων μουσικών της ελληνικής μουσικής σκηνής, οι οποίοι είναι οι:
Θύμιος Παπαδόπουλος, Άκης Κατσουπάκης, Ντίνος Χατζηιορδάνου, Τζώρτζης Μαυροειδής , Φώτης Σιώτας, Εύρος Βοσκαρίδης, Γιάννης Παπαγιαννούλης, Νίκος Γύρας, Κώστας Νικολόπουλος, Σπύρος Χατζηκωνσταντίνου.

Στα μελλοντικά μου σχέδια, μεταξύ σοβαρού κι αστείου, θα σας πω ότι υπάρχει και το να εξακολουθήσω να ασχολούμαι με την τέχνη μας, στο ίδιο επίπεδο. Όλοι γνωρίζουμε για την τωρινή κατάσταση της επίπονης περιόδου που διανύουμε και τις συνέπειές της. Ας παραμείνουμε όμως αισιόδοξοι, επίμονοι κι ονειροπόλοι. Κάποτε τα όνειρα θα μας δικαιώσουν.

Όσον αφορά την ποίηση και τη λογοτεχνία, σε ποιά ηλικία ξεκινήσατε να γράφετε; Η σχέση μου με τη γραφή, νομίζω ξεκινά από την ηλικία των 13-14 ετών. Μέχρι και τα 19-20 μου χρόνια, το υλικό μου ήταν απλώς κάποια τραγούδια, κάποιες ερωτικές επιστολές και κάποια έμμετρα σατυρικά στιχάκια. Μπορεί και κάποια μικρά σουρρεαλιστικά διηγήματα. Πάντα όμως διάβαζα και μελετούσα τους μεγάλους Έλληνες και ξένους ποιητές και συγραφείς.
Από την ηλικία των 20 και έπειτα, δεν είμαι σίγουρος πώς ακριβώς και τί συνέβη μέσα μου, μα δόθηκα δίχως άλλο στην ποίηση κι έγινα θύμα πια και της γοητείας που έχει στην έμπρακτη μορφή. Η ποίηση έχει την ιδιαιτερότητα ως τέχνη, να ασχολείται εκείνη μαζί σου, κι όχι εσύ μαζί της. Φαντάζομαι λοιπόν, πως με μεγάλωνε από πάντα με διακριτικότητα. Υπό τη φροντίδα της, αλλά και με τη βοηθεία ανθρώπων και φίλων που πιστεύουν στο λόγο μου, κατάφερα και το πλήθος δημοσιευμένων γραπτών μου σε ηλεκτρονικές σελίδες και εφημερίδες σε Ελλάδα, Κύπρο και Αμερική, τη συμμετοχή σε ανθολόγια και ποιητικές συλλογές άλλων συγγραφέων, αλλά και τις διακρίσεις σε Πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισμούς.

Ποιά λέξη σας εκφράζει ως ποιητή-συγγραφέα; Η αλήθεια. Η ποίηση και η λογοτεχνία είναι για ‘μένα το συμφωνητικό που έχω υπογράψει με την πραγματικότητα, έτσι ώστε να παραμένουμε μεταξύ μας μακριά κι αγαπημένοι, και να μην ενοχλεί ο ένας τον άλλον, παρά σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης. Όταν θέλω να δανειστώ έναν στόχο εφήμερο, ας πούμε. Στα ντουλάπια μου κυριαρχούν μονάχα όνειρα προς κατανάλωση, όπου τα φρεσκάρω και να ανανεώνω καθημερινώς. Τα γραπτά μου εμπεριέχουν την αλήθεια του κόσμου, αλλά και τη δική μου.

Νοιώθετε την «έμπνευση» πριν τη συγγραφή; Η αλήθεια είναι πως υπάρχει μια αίσθηση, που κάποιοι την ερμήνευαν ως “έμπνευση” λίγο πριν τη συγγραφή. Στην ουσία, ο ποιητής είναι ένας απαγωγός πολυτελείας: απαγάγει ένα νεογνό συναίσθημα που έχει τη διάρκεια ζωής μιας αστραπής, και καταγράφοντάς το, το περνά δια της βίας, τρυφερά στην αιωνιότητα. Είναι ένας παρατηρητής, διαφορετικός από τους άλλους. Παρατηρεί τα πάντα ως συναίσθημα. Η ποίηση μορφώνει τις αισθήσεις. Ο ποιητής -και κάθε συγγραφέας, αν νιώθει αυτό που ονομάσαμε “έμπνευση” πριν τη συγγραφή, πιθανόν να είναι το φιλί στο μέτωπο που τους δίνει η ποίηση, σα μάνα που προσέχει κι αγαπά τα παιδιά της. Μπορεί όμως να είναι και το νεκροφίλημα μιας στιγμής – η συνειδητοποίηση πως, μόλις πέρασε, κι εσύ πρέπει να αποφασίσεις αν θα την καταγράψεις,ή όχι.

Πώς θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας; Στη συγγραφή; Γλυκόπικρο. Είπαμε, άλλωστε: με εκφράζει η αλήθεια.

Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Κάποια στιγμή, παλαιότερα, φλέρταρα με την ιδέα της έντυπης έκδοσης ποιητικών συλλογών. Ευτυχώς που οι συγκυρίες δεν ταίριαξαν, κι έτσι μπορώ από εδώ και πέρα, να το σκεφτώ κάποια στιγμή πιο σοβαρά, καθώς, πια, έχω πιο σοβαρό υλικό στα χέρια μου.
Σκέφτομαι, επίσης, από εδώ και μπρος να αποδέχομαι προτάσεις και προσκλήσεις φίλων της ποίησης και της λογοτεχνίας, που, για προσωπικούς λόγους, δε δεχόμουν παλαιότερα , οι οποίες σχετίζονται με τη συμμετοχή μου σε εκπαιδευτικές ομιλίες με θέματα που αφορούν την τέχνη του γραπού λόγου. Αν μιλούσαμε πριν για την ιδανική συνεργασία στη μουσική, μεταξύ ημών και του εαυτού μας, τότε στην ποίηση, αυτό είναι κάτι που μάλλον μοιάζει ακόμη πιο δύσκολο, μα σκοπεύω να το κατακτήσω. Θεωρείται μελλοντικό σχέδιο κι αυτό, και μάλιστα σημαντικό.

Βιογραφικό

Ο Βαλάντης Γαούτσης γεννήθηκε τον Απριλίου τού 1992 στην Αθήνα, και κατάγεται από την Κέρκυρα. Είναι πτυχιούχος του University of West London. Παρακολούθησε με επιτυχία το πρόγραμμα σπουδών μετά της διδακτικής μεθόδου και υπό την αιγίδα τού μουσικού κολλεγίου τού δυτικού Λονδίνου (London College of Music) με τους αρμόδιους δασκάλους από τα δεκατρία του χρόνια, και αφού πέτυχε στον κύκλο σπουδών για μαθητές με ειδίκευση στην ηλεκτρική κιθάρα και αρίστευσε στην ανώτατη σκάλα βαθμού δυσκολίας για τελειόφοιτους, έπειτα παρακολούθησε επίσης με επιτυχία τον πρώτο κύκλο σπουδών-για δασκάλους αυτή τη φορά-πάλι σε συνεργασία με το University of West London.
Έως σήμερα, έχει συνεργαστεί ως μουσικός, ερμηνευτής και παραγωγός, με μια σειρά από αξιόλογους επώνυμους-και μη-καλλιτέχνες από το χώρο τής μουσικής, του θεάτρου, του κινηματογράφου, των εικαστικών τεχνών και της λογοτεχνίας, όπου μεταξύ αυτών είναι και οι: Μάγδα Πένσου, Δημήτρης Αποστόλου, Δημήτρης Ψαριανός, Άκης Κατσουπάκης, κ. α.
Ποιήματα και πεζογραφήματά του, έχουν δημοσιευθεί σε έντυπες και ηλεκτρονικές εφημερίδες, σε Ελλάδα, Κύπρο και Αμερική.
Το 2014 συνεργάστηκε με το κανάλι του Alpha για τις ανάγκες της τηλεοπτικής εκπομπής ΜΑΜ, στην οποία έπειτα από πρόταση του σεναριογράφου Δημήτρη Αποστόλου, δημιούργησε το τραγούδι τίτλων της εκπομπής “Σ’ έχω ανάγκη”, το οποίο ερμήνευσε η Μάγδα Πένσου.
Το Δεκέμβρη του 2015 διακρίθηκε στο Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Τέχνης με θέμα το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα, με το ποίημα: «Ο Ήχος τού Χρόνου», καθώς και σε άλλους Πανελλήνιους διαγωνισμούς ποίησης.
Το καλοκαίρι του 2019, πραγματοποίησε την πρώτη του μεγάλη παραγωγή, συνθέτοντας τη μουσικοχορευτική παράσταση “Το Στέκι των Απόκληρων”, με μια μουσική ορχήστρα 6 ατόμων και 15 χορευτών, η οποία ανέβηκε για πρώτη φορά τον Ιούλιο του ίδιου έτους στο θέατρο του Άλσους Βεΐκου, υπό την αιγίδα του καλλιτεχνικού φεστιβάλ του δήμου Γαλατσίου.
Την άνοιξη 2020 συμμετείχε στη συλλογή λογοτεχνικών κειμένων “Θρυαλλίδα”.
Το καλοκαίρι του ίδιου έτους , ανέλαβε τη διεύθυνση παραγωγής στο project “Συλλογική Ερμηνεία Φίλων – Το νερό των Σταγιατών”, το οποίο αποτέλεσε πράξη συμπαράστασης 26 επώνυμων καλλιτεχνών για τον αγώνα κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού στις Σταγιάτες Βόλου, κι επρόκειτο για εγχείρημα δικής του έμπνευσης.