Από πολύ νωρίς ο καπετάν Μανούσακας κατάλαβε πως η νεογέννητη κόρη του θα χρειαζόταν την προστασία του, αφού η γυναίκα του είχε χαθεί για πάντα. Αν μάθαιναν οι μουσουλμάνοι για την ύπαρξη αυτού του παιδιού, θα ήξεραν το αδύνατο σημείο του και θα κινδύνευαν και οι δυο. Έπρεπε να μεγαλώσει με άλλους γονείς. Η έμπιστή του είχε γεννήσει την ίδια εποχή το αγοράκι της. Αυτή μαζί με τον άντρα της θα μεγάλωναν τα παιδιά σαν δίδυμα.Δεν χόρτασε το «κόρη μου» ο καπετάν Μανούσακας. Ακόμα κι όταν αναγκάστηκε να της ομολογήσει την αλήθεια, πως ήταν ο πατέρας της, έπρεπε να τη λογοδώσει με τον γιο του ανθρώπου που του έσωσε τη ζωή, να την αποχωριστεί και να τη στείλει στα Χανιά να σπουδάσει μέχρι το λύκειο. Μα και σαν τελείωσε και την περίμενε να γυρίσει για να τιμήσει την «κόκκινη κλωστή» και τον λόγο των καπεταναίων, η ζωή είχε αρχίσει να παίρνει έναν άλλον δρόμο… Έναν δρόμο που κανένας δεν περίμενε και κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει… Γιατί όλοι έκαναν το σωστό…Όμως η μοίρα και ο έρωτας αλλιώς διατάζουν… Αλλού σε πάνε και αλλού σε φέρνουν… Κι όταν ορίζει η καρδιά τα πράγματα, οι άνεμοι και οι θύελλες ξεσπάνε πάνω στους ανθρώπους, χωρίς κανένας να μπορεί να προβλέψει το τι θα απογίνουν…
ΔΗΜΟΦΙΛΗ
© 2024 Κατασκευή ιστοσελίδας idees creative marketing