“Είμαι παιδί του θεάτρου. Πάντα ήμουν. Αγαπώ το σινεμά και θα ήθελα πολύ να κάνω κάποια στιγμή, αλλά η ψυχή μου είναι όλη δοσμένη στο θέατρο”
Σε ποιά ηλικία ανακαλύψατε ότι θέλετε να γίνετε ηθοποιός; Δε θυμάμαι μια εποχή που να μην ήθελα να ασχοληθώ με το θέατρο. Θυμάμαι ναι λέω ότι όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω ή ηθοποιός ή σκηνοθέτης ή αστροναύτης. Για να γίνεις αστροναύτης θες μαθηματικά. Για ηθοποιός, λογοτεχνία. Η ζυγαριά μου έκλινε πάντα προς τη λογοτεχνία οπότε, αντίο διάστημα.
Ποιόν ηθοποιό – καλλιτέχνη θαυμάζετε; Δεν ξέρω από που ν’ αρχίσω. Κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα είναι πως η καινούρια γενιά σκηνοθετών / ηθοποιών / συγγραφέων / εικαστικών / μουσικών / χορευτών κ.ο.κ πειραματίζεται και παρουσιάζει έργα που σπάνε συνεχώς συνθήκες και επαναπροσδιορίζουν τα όρια του κάθε είδους τέχνης που υπηρετούν. Και μέσω της τεχνολογίας και του ίντερνετ, οι πιο «πειραματικοί» καλλιτέχνες γίνονται πιο εύκολα προσβάσιμοι στο ευρύ κοινό καθώς δε χρειάζονται αστρονομικά ποσά για την προώθηση ενός ιδιαίτερου πρότζεκτ και αυτό είναι πολύ σημαντικό για την υπογράμμιση της ποικιλομορφίας των εξωτερικών ερεθισμάτων και του περιβάλλοντος του κάθε καλλιτέχνη ξεχωριστά, ιδιαίτερα στη σημερινή πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης και τις επιταγές της αγοράς που τείνουν να συνθλίβουν και να απαξιώνουν τη διαφορετικότητα και το καλλιτεχνικό ρίσκο.
Συγκεκριμένα αγαπώ πολύ τις ταινίες του Ari Aster, τους πίνακες της Jenny Saville, τον ερωτισμό του Μπωντλαίρ, την αγνή αγάπη του Ρίτσου, την ωμότητα του Σκούρτη, το ρυθμό του Γκίνσμπέργκ, τη δύναμη της Σιμόν ντε Μποβουάρ, τις καταπληκτικές ερμηνείες της Michelle Terry, το χιούμορ και την αλήθεια της Phoebe Waller- Bridge και τόσους πολλούς ακόμη που δεν τους χωράνε οι λίγες μου γραμμές.
Αλλά και εγχώρια έχουμε πολύ αξιόλογους και σημαντικότατους ανθρώπους της τέχνης που πραγματικά θαυμάζω και ευελπιστώ κάποια στιγμή να φτάσω το επίπεδό τους.
Ενδεικτικά θα αναφέρω τους Νίκο Καραθάνο, Λένα Παπαληγούρα, Δημήτρη Καταλειφό, Γιώργο Νανούρη, Βασίλη Μαυρογεωργίου, Κόρα Καρβούνη, την παλιά μου δασκάλα Μαρία Κεχαγιόγλου, και πάνω απ όλα τον σκηνοθέτη που μου έδωσε την πρώτη μου δουλειά ως βοηθός σκηνοθέτη σε επαγγελματική παραγωγή, που δυστυχώς έφυγε πριν λίγους μήνες, και του χρωστάω πολλά πράγματα για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε, το Γιάννη Καραχισαρίδη.
Θέατρο ή κινηματογράφος τι προτιμάτε; Είμαι παιδί του θεάτρου. Πάντα ήμουν. Αγαπώ το σινεμά και θα ήθελα πολύ να κάνω κάποια στιγμή, αλλά η ψυχή μου είναι όλη δοσμένη στο θέατρο.
Τι σημαίνουν οι λέξεις καριέρα – επιτυχία για εσάς; Έχει περίεργη σχέση με αυτές τις λέξεις η γενιά μου πιστεύω. Θέλω να πω, κληθήκαμε να χτίσουμε καριέρες σε ένα ετοιμόρροπο οικονομικό σύστημα, που στην πορεία μάλιστα κατέρρευσε πλήρως. Ελάχιστοι από εμάς πιστεύω ξεκινήσαμε να κάνουμε θέατρο, σινεμά, τέχνη με την ψευδαίσθηση ότι θα βγάλουμε χρήμα από αυτό, πόσο μάλλον να κάνουμε ολόκληρη καριέρα. Και με τη συνεχή υποτίμηση της τέχνης από το ελληνικό κράτος, η κατάσταση θα χειροτερεύει και θα αποθαρρύνει ακόμα περισσότερους καλλιτέχνες από το να δίνουν όλο τους το είναι στην τέχνη τους. Και η πλήρης αφοσίωση του καλλιτέχνη στο έργο του είναι απαραίτητη για την παραγωγή τέχνη υψηλής ποιότητας που έχει κάτι να πει και ωθεί και τον ίδιο τον πολιτισμό ένα βήμα πιο μπροστά.
Σε έναν ιδανικό κόσμο, καριέρα είναι η εξέλιξη της ποιότητας της δουλειάς σου και του φαγητού που θα φέρεις στο σπίτι, και επιτυχία η σφικτή αγκαλιά της κυρίας που ενώ δεν ξέρει από θέατρο, ήρθε να δει την παράστασή σου και φεύγει συγκινημένη.
Καλλιτέχνης γεννιέται κανείς ή γίνεται; Κανείς δε γεννιέται καλλιτέχνης. Τα πάντα είναι θέμα περιβάλλοντος, ερεθισμάτων και παιδείας. Το DNA δε μεταφέρει κάποιο «καλλιτεχνικό» κώδικα, και η οπτική του «εκ γενετής» καλλιτέχνη έχει μια μοιρολατρική χροιά που δε νομίζω ότι χωράει στις μέρες μας.
Ποιά λέξη σας εκφράζει ως καλλιτέχνη; Πολλές φορές μου είναι δύσκολο να με δω ως καλλιτέχνη, πόσο μάλλον να βρω μια λέξη να με χαρακτηρίσω. Αυτό που ξέρω είναι πως μέσα από την τέχνη μου θέλω να απελευθερώσω και να απελευθερωθώ. Να δώσω φωνή σε αυτούς που δεν ακούγονται και να ξεκινήσω διάλογο ανάμεσα στις απόψεις μου που εκφράζονται μέσα από το κείμενο και τη σκηνοθεσία μου, και το κοινό που τις διαβάζει, που τις ακούει, που διαφωνεί ή συμφωνεί.
Νοιώθετε την «έμπνευση» πριν δημιουργήσετε; Ένα όνειρο, μια τυχαία διαφήμιση, ένα βίντεο, ένα τραγούδι, τα πάντα μπορούν να είναι πηγή έμπνευσης όταν οι κεραίες σου είναι ανοιχτές. Το δύσκολο είναι, τουλάχιστον για μένα, να βρω τρόπο να κλείσω τις κεραίες όταν έχω βρει το επόμενο πράγμα που θέλω να γράψω ή να σκηνοθετήσω. Γιατί όταν είσαι ανοιχτός, τα ερεθίσματα έρχονται συνέχεια και είναι δύσκολο να επικεντρωθείς σε κάτι γιατί μόλις το βάλεις κάτω και αρχίζεις να παιδεύεσαι λιγάκι, έρχονται καινούρια βίντεο, καινούρια τραγούδια, και σαν σειρήνες σε τραβάνε προς το μέρος τους. Μάλλον χρειάζομαι καλύτερες ωτοασπίδες.
Πώς θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας ως Καλλιτέχνη; Χαοτικό. Παθιασμένο. Όταν μπαίνω μέσα σε κάτι, μπαίνω με τα μούτρα. Όταν ξεκινάω ένα πρότζεκτ, μέχρι να τελειώσει, όλη μου η ζωή περιτριγυρίζεται γύρω από αυτό. Και αυτός είναι ο μόνος τρόπος που μπορώ να λειτουργήσω σε ένα πρότζεκτ. Ολοκληρωτικά. Έχω πολύ κακή σχέση με τα ρολόγια και τη διατήρηση «ανθρώπινου» ωραρίου.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Λόγω του κορονοϊού τα πάντα είναι στάσιμα τους τελευταίους μήνες στο χώρο του θεάτρου, και όλοι μας δυστυχώς βρισκόμαστε με μια αναμονή για τη νέα θεατρική σεζόν, μερικοί μεταφράζουν κείμενα, άλλοι κάνουν σκόρπιες πρόβες σε ανοιχτούς χώρους, άλλοι γράφουμε.
Αυτή τη στιγμή γράφω δύο θεατρικά έργα, ένα για τη μετατροπή του σύγχρονου ανθρώπου σε προϊόν στο αστικό τοπίο του ύστερου καπιταλισμού, και το άλλο για τη σχέση δύο γυναικών αδερφών απομονωμένων σε ένα παλιό αρχοντικό στην επαρχεία της Βικτωριανής Αγγλίας. Τα ‘σπίτια’ όμως των θεατρικών μου για το 2021 δεν έχουν βρεθεί ακόμα.
Ταυτόχρονα βρίσκομαι σε συνεννόηση με τη Νέα Πειραματική Σκηνή Πειραιά για το ενδεχόμενο φιλοξενίας για το 2021 της πιο πρόσφατής μου παράστασης: He[a]lter Skelter ή Πώς πέθανε το καλοκαίρι του έρωτα, που ανέβηκε το χειμώνα στο θέατρο Αργώ και αγκαλιάστηκε από τον κόσμο.
Βιογραφικό. Γεννημένη στις 22/2/1990, η Νίκη Σπανού από μικρή γράφει, στήνει θεατρικά στα πάρτι των γονιών της, μαθαίνει ρόλους, πάει με τους γονείς της θέατρο κάθε Σαββατοκύριακο.
Τελειώνοντας το σχολείο προσπαθεί να παρακολουθήσει τη σχολή Βιβλιοθηκονομίας και Συστημάτων Πληροφόρησης του ΤΕΙ Αθηνών, παρατώντας την όμως στη μέση για να ασχοληθεί με το θέατρο και τη συγγραφή.
Γράφει διηγήματα επιστημονικής φαντασίας που κερδίζουν 3ο και 2ο βραβείο σε διαγωνισμούς που διοργανώθηκαν από το Φαντάστικον το 2014 και το 2016 αντίστοιχα, και έχουν εκδοθεί σε συλλογές διηγημάτων.
Παρακολουθεί μια σειρά σεμιναρίων του Βασίλη Μαυρογεωργίου και το 2014 γράφεται στη Ανώτερη Δραματική Σχολή Δήμου Αγίας Βαρβάρας ‘Ιάκωβος Καμπανέλλης’. Αποφοιτεί το 2017 και από τότε συμμετείχε ώς ηθοποιός στην Παράσταση ‘Σαν Θεός’ της Αμέλιας Ελευθεριάδου που παρουσιάστηκε στο θέατρο Επί Κολωνώ το 2017, το 2018 σκηνοθετεί την Παραλογή από το Γκιακ του Δημοσθένη Παπαμάρκου και κερδίζει μαζί με την ομάδα CruX το 2ο βραβείο θεατρικού μονολόγου από το διαγωνισμό του πολυχώρου Εύπολις-Art.
Επίσης το 2018 γράφει το πρώτο της θεατρικό έργο; He[a]lter Skelter ή Πώς πέθανε το καλοκαίρι του έρωτα, που παρουσιάζεται πρώτη φορά σε δική της σκηνοθεσία τη χειμερινή σεζόν 2019-2020 στο θέατρο Αργώ. Σήμερα περιμένει υπομονετικά να ξεμπερδέψουμε με τον κορονοϊό γιατί έχουμε και δουλειές!