Γράφει ο Νίκος Μουρατίδης
Οι εκθέσεις των ιατροδικαστών διίστανται, η μια αποφαίνεται υπέρ της κατάθεσης του δολοφόνου στο ότι η γυναίκα του πέθανε από τραυματισμό στο κεφάλι, η άλλη υποδεικνύει στραγγαλισμό. Το σίγουρο είναι πως η κατάσταση στην οποία βρέθηκε το άψυχο σώμα της κοπέλας δεν διευκόλυνε την ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη. Ήταν διαμελισμένο και παραμορφωμένο…
Το 1987 τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων γεμίζουν με την είδηση πως ο φοιτητή της ΑΣΟΕΕ, Παναγιώτης Φραντζής, συλλαμβάνεται για τον φόνο της γυναίκας του, Ζωής Γαρμανή. Η Ζωή είχε χτυπήσει θανάσιμα στο κεφάλι κατά τη διάρκεια έντονης συζυγικής διαμάχης που εξελίχθηκε σε πάλη. Αιτία, η ζήλια.
Το μοιραίο πάθος
Και εδώ αρχίζει η διαστροφή. Για να αποφύγει την κατηγορία του μη προσχεδιασμένου φόνου ο Φραντζής, τεμάχισε το άψυχο σώμα της γυναίκας του σε δεκαέξι κομμάτια τα οποία πέταξε σε απομακρυσμένους κάδους απορριμμάτων. Για κακή του τύχη όμως, ένας ρακοσυλλέκτης ανακαλύπτει τις σακούλες με το διαμελισμένο πτώμα και μια απόδειξη από κρεοπωλείο της περιοχής όπου διέμενε το ζευγάρι, γίνεται η αιτία για την αναγνώριση του πτώματος, μιας και ο δολοφόνος είχε φροντίσει να παραμορφώσει το κεφάλι του θύματος ώστε να μην αναγνωρίζεται.
Φυσικά και όλα ήρθαν στο φως, φυσικά και το θέμα απασχόληση τον τύπο και την κοινή γνώμη, και φυσικά τον μπουντρουμιασαν. Έκτοτε ο Φραντζής εκτίει την ποινή της ισόβιας κάθειρξής του σε διάφορες φυλακές. Συγκρατούμενοί του μιλούν για έναν άνθρωπο που για τα τρία πρώτα χρόνια ήταν σαν χαμένος, που προσπάθησε μάλιστα να αυτοκτονήσει. Ύστερα έκανε μεγάλες προσπάθειες να ενταχτεί. Έγραφε μουσική πρόσφερε εργασίες εντός της φυλακής, δούλευε στους φούρνους, στην είσοδο, καθώς και στο φαρμακείο το οποίο και προστατεύει κατά τη διάρκεια εξέγερσης των κρατουμένων των φυλακών. Μέχρι που μπήκε σε…
Η συνέχεια εδώ