Λίζα Ξανθοπούλου: “μουσική σημαίνει ειρήνη και η ειρήνη είναι το μόνο που μπορεί να ενώνει και όχι να διαιρεί”

Η μουσική ενώνει τους λαούς και τους πολιτισμούς;

Ο κάθε λαός, ο κάθε πολιτισμός έχει μουσική παράδοση. Η μουσική είναι η αναγκαία έκφραση της ψυχής όλων των ανθρώπων όπου γης και από αιώνων.

Είναι η έκφραση του έρωτα και της αγάπης, του πόνου, της πίστης στον ‘’κάθε’’ Θεό, της συγκίνησης και όσων συναισθημάτων υπάρχουν.

Είναι η άυλη φύση και η ηχητική εικόνα, όσα ο λόγος δεν μπορεί να πει. Είναι ο αντίποδας του πολέμου και της έχθρας των λαών που αντιμάχονται μεταξύ τους με σκοπό την κατάκτηση του πλούτου, του ανταγωνισμού για την υπεροχή, της αντιπαλότητας για την κατάκτηση εξουσίας.

Μουσική σημαίνει ειρήνη και η ειρήνη είναι το μόνο που μπορεί να ενώνει και όχι να διαιρεί.

Ποιόν μουσικό θαυμάζετε και γιατί;

Θαυμάζω όλους τους ‘’μεγάλους’’ ανθρώπους-μουσικούς.

Αυτούς που πέρασαν από την γη, έζησαν την εφήμερη ζωή τους, μερικοί δε την πολύ σύντομη, αλλά άφησαν πίσω τους ίχνη ανεξίτηλα, με τα οποία συνεχίζουν να ζουν ανάμεσά στους ζωντανούς.

Πέρασαν 250 χρόνια μετά την γέννηση του L. v. Beethoven και το 2020 θα κατακλυστεί όλος ο πλανήτης από τη μουσική του.

Επιρροές στις συνθέσεις κάθε δημιουργού ακόμη και άλλης κατεύθυνσης μουσικής θα βρει κανείς από το μουσικό ‘’προφήτη’’ J. S. Bach, ένα θέμα από μία σύνθεση του W. A. Mozart θα ακουστεί σε μία διαφήμιση προϊόντος στη τηλεόραση, ενώ οι Τέσσερις Εποχές του Vivaldi ακούγονται όλες τις εποχές και σε πολλές διασκευές.

Τη Μαρία Κάλλας που την γνωρίζει ο καθένας και ας μην άκουσε ποτέ του όπερα.

Άνθρωποι-μύθοι που πρόσθεσαν κάτι σημαντικό στην ανθρωπότητα, οι οποίοι με μια τους φράση ή έργο αλλάζουν την πορεία των άλλων ανθρώπων.

Τον Claudio Abbado, η μορφή του οποίου θα ζει μέσα από τον τρόπο που μπορώ πάντοτε να βλέπω και να ακούω πως διευθύνει ή απλώς πως κοιτάει και αναπνέει με μία ορχήστρα και άλλες τέτοιες μεγάλες μορφές. Αυτούς θαυμάζω!

“Η μουσική είναι μία, οι μουσικοί πολλοί.” Πως θα περιγράφατε αυτή την πρόταση;

Η μουσική είναι δύο. Η καλή και η κακή. Η επιφανειακή και αυτή που χτυπάει ‘’χορδές’’.

Η ‘’φθηνή και εμπορική’’ που ζει πρόσκαιρα και η παντοτινή που ηχεί και συγκινεί για εκατοντάδες χρόνια.

Αυτή που απλώς διασκεδάζει και αυτή που σου φέρνει δάκρυα ή σε φέρνει σε έκσταση.

Αριστουργήματα θα βρει κανείς σε όλες τις μουσικές παραδόσεις. Δεν πρέπει να εξαίρει κανείς για την πνευματική της αξία, τη λόγια δυτική μουσική παράδοση.

Συνθέσεις που τώρα συγκαταλέγουμε στην ‘’κλασική’’ μουσική, ακούγονταν τότε σε εκείνες τις χώρες σαν λαϊκή μουσική απλών ανθρώπων. Συνηθίζω να παραλληλίζω τη μουσική με το φαγητό.

Άλλες τροφές εκτονώνουν συναισθηματικές ανάγκες, άλλες ωφελούν και γιατρεύουν και άλλες είναι άχρηστες για τον οργανισμό ή επιβλαβείς.

Οι εικόνες που θα περάσουν από την ψυχή και το βάθος και η έντασή τους, κάνουν τη μουσική να έχει αξία ή όχι.

Γιατί χρειάζεται η μουσική παιδεία; Είναι πολυτέλεια ή ανάγκη;

Εφόσον η μουσική είναι ‘’ανάγκη’’, είναι και η μουσική παιδεία και μάλιστα αυτή που εισπράττει ο άνθρωπος στην παιδική και νεανική του ηλικία, τον συνοδεύει στο υπόλοιπο της ζωής του και του προσδίδει πνευματικότητα, ποιότητα σκέψης και ζωής.

Βεβαίως, η μουσική παιδεία δεν σημαίνει απλώς να μαθαίνει κανείς ‘’νότες’’ ή να παίζει κάποιο μουσικό όργανο.

Η ευρεία μουσική παιδεία και μόρφωση περί μουσικής θα δώσει στον άνθρωπο την ευκαιρία να γνωρίσει και να διαβάσει για τις μουσικές παραδόσεις των λαών, τους καλλιτέχνες του, να εντρυφήσει στην κατεύθυνση που αρέσκεται γινόμενος επαγγελματίας μουσικός, να παράγει μουσική σαν ερασιτέχνης αγαπώντας την ή να παραμείνει απλά φιλόμουσος, αλλά και συνάμα γνώστης και επιλεκτικός.

Τη μουσική αυτή παιδεία την διαμορφώνει καταρχάς το σχολείο, η μουσική σχολή, η καλλιτεχνική ζωή της πόλης και χώρας και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

Από τα παραπάνω εξαρτάται γενικά η μουσική κατάρτιση και παιδεία των παιδιών και των νέων, αλλά και από την προσωπική τάση και διάθεση του καθενός να διευρύνει τις μουσικές του εμπειρίες, γνωρίζοντας μουσικές τάσεις ανά εποχές, στυλ και τόπο προέλευσης και όχι ακούγοντας μόνον το σύνηθες, το εύκολο και εύπεπτο.

Και είναι τόσο προσβάσιμα όλα πια σήμερα με το διαδίκτυο.

Η μουσική παιδεία που συνδυάζεται με την γενικότερη αναγκαία παιδεία ανατείνει τον άνθρωπο, τον τρέφει, τον κάνει να ξεχωρίζει.

Πώς μπορεί ένας γονιός να ανακαλύψει το ταλέντο του παιδιού του στη μουσική;

Όπως το κατάλαβε ο δικός μου πατέρας. Στην πρώτη δημοτικού μου αγόρασε ένα πιανάκι – παιχνιδάκι και με έβλεπε να παίζω τα τραγουδάκια που άκουγα στο σχολείο με τον δείκτη του χεριού μου.

Το επόμενο βήμα ήταν να μου αγοράσει ένα αληθινό.

Όταν το παιδί τραγουδάει από ανάγκη, αγαπάει τα μουσικά ακούσματα και η φωνή του είναι σωστή, τότε σημαίνει ότι η μουσική παιδεία είναι ‘’αναγκαία’’ -που ούτως η άλλως θα ήταν- μόνον που το ταλέντο αυτό είναι χρέος των γονέων να κάνουν ό,τι μπορούν για να φανεί πόσο μεγάλο είναι αυτό, με σκοπό αργότερα από επιλογή και άσκηση του ενήλικα πια, να αναπτυχθεί ή να συμβάλει απλώς θετικά στην γενική του μόρφωση και στρουκτούρα.

Διδάσκεται σήμερα η ελληνική παραδοσιακή μουσική μέσα από την εκπαίδευση;

Το μάθημα της μουσικής στο σχολείο διδάσκεται μία ώρα την εβδομάδα.

Πολύ λίγο για να πει κανείς ότι οι μαθητές καταρτίζονται όσο θα έπρεπε.

Στη γενική αυτή κατάρτιση διδάσκονται και για την ελληνική μουσική παράδοση.

Βεβαίως και πιστεύω, ότι υπάρχουν δάσκαλοι και καθηγητές μουσικής που εμπνέουν τους μαθητές τους και άλλοι που απλώς αφηγούνται περί μουσικής.

Το ευχάριστο είναι ότι από τις αρχές του 21ου αιώνα άρχισαν να ανθίζουν τα μουσικά σχολεία στην χώρα μας και σήμερα υπάρχουν περίπου 50, με κάθε νομό της χώρας να διαθέτει τουλάχιστον ένα.

Εδώ να σημειώσω ότι είναι αναγκαίο η Θεσσαλονίκη να αποκτήσει τουλάχιστον ένα δεύτερο μουσικό σχολείο τη στιγμή που η πρωτεύουσα διαθέτει ήδη πέντε.

Στα μουσικά αυτά σχολεία τα παιδιά αποκτούν εμπεριστατωμένη παιδεία, συγκροτούν μουσικά σύνολα και αναπαράγουν την ελληνική παραδοσιακή μουσική.

Υπόσχονται γενικά μία νέα γενιά καλών και καταρτισμένων μουσικών, καθώς και πνευματικά πλουσίων ανθρώπων.

Υπάρχουν Έλληνες αξιόλογοι μουσικοί, με μουσική κατάρτιση και γνώσεις;

Οι Έλληνες είναι γενικά ένας λαός με πολλά ταλέντα.

Το ταμπεραμέντο της Μεσογείου, το κράμα της ανατολής και της δύσης, η ιδιοσυγκρασία του λαού, η εξυπνάδα, ο ερωτισμός, το χιούμορ είναι στοιχεία του Έλληνα, που συνθέτουν το προφίλ ενός πολύ ταλαντούχου και χυμώδους μουσικού.

Ο Δημήτρης Μητρόπουλος έλεγε: ‘’Ένας γάλλος μπορεί να ερμηνεύσει πολύ ωραία την γαλλική μουσική, ένας γερμανός την γερμανική μουσική κ.λπ. Εγώ τα ερμηνεύω όλα πολύ καλά γιατί είμαι Έλληνας.’’

Ναι, σήμερα υπάρχουν πολύ καλοί και καταρτισμένοι Έλληνες μουσικοί και εμπνευσμένοι δημιουργοί, ειδικά αφότου διευκολύνθηκε η πρόσβαση των νέων στις μουσικές ακαδημίες του εξωτερικού και τα μουσικά ιδρύματα της χώρας απέκτησαν περισσότερους και σωστότερα καταρτισμένους δασκάλους.

Γι’ αυτόν το λόγο είναι αδιανόητο να μην υπάρχει λυρικό θέατρο στην Θεσσαλονίκη και κάθε μεγάλη πόλη στην Ελλάδα να μην έχει μία δημοτική ή κρατική συμφωνική ορχήστρα.

Αφήνω δε ασχολίαστο, ότι υπάρχει ακόμη και σήμερα μόνον ένα κρατικό ωδείο.

Ποια είναι τα μελλοντικά μουσικά σας σχέδια;

Δεν κάνω σχέδια. Ζω κάθε συναυλία και παράσταση με πάθος με τη μουσική μου να σταματάει τον χρόνο.

Κάνω όμως όνειρα που με ζήλο και σκληρή δουλειά προσπαθώ να μου τα πραγματοποιήσω.

Και ένα από τα τωρινά μου είναι να δω και να ζήσω εύρωστη και καθ’ όλα πιο ανεπτυγμένη την Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης, την οποία έχω την χαρά και την τιμή να συντονίζω εδώ και ένα χρόνο.

Βιογραφικό:

Η Λίζα Ξανθοπούλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε πιάνο, ανώτερα θεωρητικά και διεύθυνση χορωδίας στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης.

Το 1992 ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ. Το 1998 αποφοίτησε ως αρχιμουσικός από το Πανεπιστήμιο των Τεχνών του Βερολίνου.

Κατά τη διάρκεια των σπουδών της, επιλέχθηκε από το Γερμανικό Μουσικό Συμβούλιο να συμμετέχει στο πρόγραμμα προώθησης νέων μαέστρων Dirgentenforum, όπου μελέτησε κοντά σε διάσημους μαέστρους όπως οι: K. Sanderling, D. Kitajenko, K. Masur κ. ά. Το 2002 εντάχθηκε στην λίστα Maestros von Morgen (Μαέστροι του Αύριο).

Έχει διακριθεί σε διεθνείς διαγωνισμούς διεύθυνσης ορχήστρας αποσπώντας βραβεία, όπως στον διαγωνισμό διεύθυνσης στο Bad Homburg της Γερμανίας (2002), στον 5ο Διαγωνισμό Διεύθυνσης Ορχήστρας Α. Pedrotti στο Trento της Ιταλίας (1997) και στον 5ο Διεθνή Διαγωνισμό Διεύθυνσης του Cadaques στην Ισπανία (2000).

Το Σεπτέμβριο του 2005 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση της Όπερας Θεσσαλονίκης.

Σχεδίασε και υλοποίησε ένα πρωτότυπο παιδαγωγικό πρόγραμμα με την επωνυμία «παις Όπερα», το οποίο έκανε οικείο το είδος της όπερας σε χιλιάδες παιδιά και νέους.

Τον Απρίλιο του 2018 της ανατέθηκε ο καλλιτεχνικός συντονισμός της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Έχει διευθύνει πολλές παραστάσεις όπερας και συναυλίες σε Γερμανία, Ιταλία, Κύπρο, Τουρκία, Ν. Κορέα, Ρωσία και Αίγυπτο.

Έχει συμπράξει επανειλημμένως στην Ελλάδα με όλους τους πολιτιστικούς οργανισμούς.