Γράφει ο Γρηγόρης Ορφανίδης*
Με αφορμή το θέμα των Πανελλαδικών εξετάσεων στο εξεταζόμενο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας – “Καταδίκη της βίας εναντίον των γυναικών”, “Φεμινισμός, Νεοφεμινισμός” -, για το Γενικό Λύκειο, όπως και πέρυσι (Αξία ιστορικής γνώσης) έτσι και φέτος, θα εξετάσουμε-αναλύσουμε όλες τις παραμέτρους του εν λόγω αντικειμένου συζήτησης. Μάλιστα, είναι σκόπιμο να αναφερθεί, πως στόχος του άρθρου δεν είναι η απάντηση-επίλυση του θέματος, αλλά η προσπάθεια παρακίνησης του αναγνώστη να στοχαστεί, ο ίδιος, το συγκεκριμένο ζήτημα.
Βία εναντίον των γυναικών. Καταδίκη;
Θεωρείται δεδομένο, ότι η ελληνική οικογένεια εξελίχθηκε με το πέρασμα των χρόνων. Αν αναλογιστούμε πως πριν πενήντα χρόνια η σύζευξη επιτυγχάνονταν, κατά κύριο λόγο, μέσω του λεγόμενου “προξενιού” και όχι από τον πόθο του ζευγαριού. Ο ρόλος της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία ήταν υποβαθμισμένος ακόμη και στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Συνεπώς η επαγγελματική της αποκατάσταση ήταν όνειρο θερινής νυκτός και η χειραφέτηση της φάνταζε ακατόρθωτη. Ακόμη και η διάκριση ανάμεσα στο φύλο των παιδιών ήταν συχνό φαινόμενο, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα τοξικό περιβάλλον. Επιπροσθέτως η κοινωνία απαλλάχθηκε από μεσαιωνικές αντιλήψεις όσον αφορά τα χωρισμένα ζευγάρια και κυρίως τη γυναίκα, η οποία παλαιότερα ήταν δαχτυλοδεικτούμενη. Εύλογα, όμως, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς, πώς είναι δυνατόν να αυξάνονται τα διαζύγια και οι ειδήσεις γυναικοκτονιών να μας κατακλύζουν; Επί της ουσίας, όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν. Μπορεί η επίδραση της μητέρας στο παιδί να ήταν και να είναι εντονότερη, όμως πατριαρχικά κατάλοιπα μαστίζουν ακόμη το θεσμό της οικογένειας και θα χρειαστούν μακροχρόνιοι αγώνες για να ξεπεραστούν. Ως παιδία, οι άνθρωποι έχουν καταγράψει στο υποσυνείδητο τους, ασυνείδητα, τακτικές, πρακτικές και τεχνικές τις οποίες εφάρμοσαν οι γονείς τους κατά την ανατροφή τους και μετέπειτα τις εγκολπώνονται όντας αυτοί οι γονείς. Σαν μία κασέτα, δηλαδή, η οποία καταγράφει συμπεριφορές. Λάθη, λοιπόν, τα οποία αναδύθηκαν στις προηγούμενες γενιές, επανεμφανιζονται, είτε ήπια είτε διογκωμένα, στις μεταγενέστερες. Η συνείδηση σε κάθε στιγμή περικλείει ένα μικρό μόνο περιεχόμενο, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της, αυτό που ονομάζουμε συνειδητή γνώση, να πρέπει να βρίσκεται ούτως ή άλλως το μεγαλύτερο διάστημα σε λανθάνουσα κατάσταση, δηλαδή σε μια κατάσταση ψυχικού ασυνείδητου. Η μόρφωση ενός ανθρώπου δεν μπορεί να υπερκεράσει, τουλάχιστον πλήρως, τη δύναμη του ασυνείδητου. Επίσης, παρατηρούμε, εξάρσεις ακραίου έρωτα, μέσα από δηλώσεις συζυγοκτόνων, όπως για παράδειγμα “φοβόμουν πως θα με εγκατέλειπε”. Αυτό το αίσθημα φόβου που επικρατεί στον ενήλικα, προέρχεται από την έλλειψη αγάπης στα βρεφικά και στα πρώιμα παιδικά του χρόνια. Η αγαπη που δεν έλαβε κάποιος από τους γονείς του στα πρώτα χρόνια της ζωής του, μετατρέπεται σε φόβο της απώλειας.
Σε καμία περίπτωση, βέβαια, η κρίση, η οποία περνάει η ελληνική οικογένεια – και ο υποτελής ρόλος της γυναίκας – δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην δύναμη του υποσεινήδητου. Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας πέρασε μια έντονη κρίση. Ως υλιστές, δηλαδή άνθρωποι που ενδιαφέρονται κυρίως για τα υλικά αγαθά, επικεντρωθήκαμε μονάχα στην οικονομική κρίση, η οποία έπληξε φυσικα τη χώρα μας, παρ’ όλα αυτά αφήσαμε στο περιθώριο την κοινωνική και ψυχολογική κρίση, οι οποίες με το πέρασμα του χρόνου γίνονται ακόμη πιο εμφανείς στις καθημερινές μας συναναστροφές. Η χώρα έχει διαλυθεί ουσιαστικά σαν κοινωνία, καμία ομαδική – ανθρώπινη – κατάσταση δεν λειτουργεί αρμονικά και με αλληλέγγυο πνεύμα, καθώς αναπτύχθηκαν, έντονα, στην συνείδηση των πολιτών αρνητικά συναισθήματα, όπως η δυσπιστία, η μισαλλοδοξία και ο εγωκεντρισμός. Ίσως γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους έχουμε γίνει ακραίοι υλιστές. Πόσες φορές, άλλωστε, γονείς που έρχονται αντιμέτωποι με κάποιο πρόβλημα των παιδιών τους, στρέφονται στην αγορά υλικών αγαθών, με πρόθεση την επίλυση του προβλήματος. Ουσιαστικά, όμως, καλύπτουν, προσωρινά, όποια διαταραχή εμφάνισε το παιδί, η οποία θα εμφανιστεί και πάλι, ενδεχομένως, με διαφορετικό τρόπο. Η τακτική αυτή θα συνεχιστεί, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Προσπαθώντας να καλύψουμε το επικοινωνιακό χάσμα, το οποίο έχει δημιουργηθεί ανάμεσα μας, στρεφόμαστε στον υπερκαταναλωτισμό, ο οποίος είναι, πλέον, ο σκοπός της ζωής. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπός είναι ευτυχισμένος, όταν βρίσκεται σε ένα πλέγμα σχέσεων στο οποίο προσφέρει πράγματα, όπως αγάπη, συμπόνια, κατανόηση. Η κοινωνία και συνεπώς η οικογένεια, ως θεσμός της κοινωνίας, λειτουργούν εύρυθμα εν ολίγοις με το δούναι και λαβείν. Ξεχάσαμε να συζούμε, να μοιραζόμαστε, να συγχωρούμε και να ανεχόμαστε. Επεκτείνοντας τις αναφορές στην εποχή – δηλαδή την χρονική περίοδο -, στην οποία ζούμε, που χαρακτηρίζεται από την ταχύτητα, παρατηρούμε, ότι είμαστε ανυπόμονοι, πλήττουμε εύκολα και επιζητούμε σε κάθε πτυχή της ζωή μας την αλλαγή, δίχως να υπολογίζουμε αρνητικές και θετικές συνέπειες και να εμβαθύνουμε στις καταστάσεις.
Το σημαντικότερο όλων, βέβαια, είμαστε ένας λαός χωρίς ταυτότητα. Έχουμε ξεχάσει, πως εμείς οι νέοι με τους αρχαίους έλληνες έχουμε τόσα κοινά, όσα ο κρεοπώλης με τις καρφίτσες και η μοδίστρα με τα κριάρια. Για τους ευρωπαίους οι νεοέλληνες είμαστε μια σπιθαμή απρόσωπων ανθρώπων, ανάμεσα στο βαλκανιλίκη και την τουρκολογία. Σαφέστα και θα πρέπει να ακολουθήσουμε τις δυτικές κοινωνίες στον τρόπο εξέλιξης, όμως, μήπως, έχουμε περισσότερα κοινά με τον γείτονα εξ ανατολάς και όχι με την υπερδύναμη της δύσης. Μία σειρά ερωτημάτων θα βοηθούσε στην κατανόηση της θέσης μας: Ποια η σχέση εκκλησίας κράτους στην Ελλάδα, ποια στις δυτικές κοινωνίες και ποια στις κοινωνίες της ανατολής;
Ποια είναι η ιεράρχηση των αξιών στην κοινωνία μας; Τι προτεραιότητες θέτουμε και πώς αυτές επηρεάζουν την λήψη αποφάσεων, τη συμπεριφορά και την αξιολόγηση των καταστάσεων στην κοινωνία μας; Πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια; Ή Ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη;
Αν αντιλαμβανόμαστε τον όρο καταδίκη, ως μία απόφαση του δικαστηρίου η οποία κρίνει ένοχο τον κατηγορούμενο επιβάλλοντας του ποινή, τότε δεν θα επιτευχθεί απολύτως τίποτα.
Η καταδίκη της βίας ενάντια των γυναικών, θα επιτευχθεί μέσω της αλλαγής της νοοτροπίας. Το δυσκολότερο όλων, καθώς όλοι φοβόμαστε την αλλαγή, η οποία δεν θα έρθει επιβαλλόμενη από κάποια ανώτερη δύναμη, αλλά από την αλλαγή των στάσεων μας.
Φεμινισμός – Νεοφιμινισμός
Ως φεμινισμός ορίζεται το κοινωνικό κίνημα που πραγματευεται και διεκδικε την ισότητα των φύλων και την διεκδίκηση δικαιωμάτων των γυναικών. Οι ποικίλες προσεγγίσεις του φεμινισμού (π.χ. ριζοσπαστικός, λευκός κτλ.) θα πρέπει να στοχεύουν όχι μόνο στην νομική ισότητα των δύο φύλων, αλλά και στην αντιμετώπιση πολιτισμικών και κοινωνικών παραγόντων που οδηγούν σε ανισότητες. Θεωρώ απολύτως φυσιολογικό και αναμενόμενο, ότι ο φεμινισμός ως κίνημα όφειλε να εξελιχθεί ακολουθώντας την κοινωνική πραγματικότητα. Εν έτη 2023 θα ήταν ανώφελο το φεμινιστικό κίνημα να παραμείνει προσκολλημένο σε ιδέες βασιζόμενο στο δεύτερο κίνημα του φεμινισμού που εκτείνεται στις δεκαετίες του 1960-1970. Επομένως, ορθά ο νεοφεμινισμός εστιάζει σε νέες πτυχές των φυλετικών ανισοτήτων. Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι το φεμινιστικό κίνημα στην χώρα μας πρέπει να διαφέρει από αντίστοιχα κινήματα σε άλλες χώρες (π.χ. Η.Π.Α.) και να λάβει υπόψιν το πολιτιστικό, κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο της χώρας χαράζοντας το δικό του δρόμο.
*Γρηγόρης Ορφανίδης, εκπαιδευτικός, απόφοιτος τμήματος γερμανικής γλώσσας και φιλολογίας Α.Π.Θ.