27 Ιουνίου – 1 Νοεμβρίου 2020
Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, Σφαγεία Ύδρας
Ώρες λειτουργίας: Καθημερινά 11:00–13:00 & 19:00–22:00; Τρίτη Κλειστά
**Ακολουθώντας τους κανόνες social distancing για την πανδημία,
δεν θα πραγματοποιηθούν εγκαίνεια.**
Το Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, ως “χειρονομία” για την επέτειο των 200 χρόνων του Αγώνα της Ανεξαρτησίας αποφάσισε να γιορτάσει τα 199, αναθέτοντας στον έλληνα καλλιτέχνη Κωστή Βελώνη την παρουσίαση δέκα νεκρικών προσωπείων αγωνιστών του 1821, τα οποία προέρχονται από τη συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου της Αθήνας. Η έκθεση θα παρουσιαστεί στα Σφαγεία της Ύδρας από τις 27 Ιουνίου έως και την 1 Νοεμβρίου 2020.
Η 199 προσκαλεί τους επισκέπτες σε μια έντονη εικαστική και σωματική εμπειρία όπου σε μια ειδική εγκατάσταση παρουσιάζεται το εμβληματικό αυτό mementomori. Η έκθεση βασίζεται σε αντιπαραθέσεις και απρόσμενες συσχετίσεις του ιδιαίτερου αυτού ιστορικού υλικού στον χώρο των παλιών Σφαγείων και στην ιδιαίτερη τοπογραφία της Ύδρας.
Αποφεύγοντας τα χαρακτηριστικά μιας αυστηρά επετειακής έκθεσης καθώς και τις συμβατικές ή ηθικολογικές προσεγγίσεις και τα ιδεολογήματα του θέματος, ο καλλιτέχνης παροτρύνει τους επισκέπτες να επανεξετάσουν τη σχέση τους με το ιστορικό γεγονός, επανατοποθετώντας τον ρόλο της τέχνης και του καλλιτέχνη στις κοινωνικές και πολιτιστικές διαδικασίες καθώς και στον διάλογο της ιστορικής έρευνας.
Αν το 1821 σηματοδοτεί για την Ελλάδα τις απαρχές της νεωτερικότητας και την ένταξή της στη ροή και τις αντιφάσεις του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, η έκθεση 199 διερευνά ορισμένες από τις επιπτώσεις αυτής της προοπτικής, τη σύγχρονη σημασία της καλλιτεχνικής αναπαράστασης και της εννοιολόγησης, τις αλληγορίες και τη μνήμη των σωμάτων, τα ερωτήματα και την συναισθηματική αναστάτωση που προκαλεί ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός.
Με τον τρόπο αυτό η έκθεση επανατοποθετεί τις σχέσεις ανάμεσα στο σώμα και την ιστορία, την εσωτερική εμπειρία και τη συλλογική αυτογνωσία, την ταυτότητα και την ετερότητα, την πραγματικότητα και τη φαντασία, καθώς και ανάμεσα στον άνθρωπο και τα ζώα. Όπως αναφέρει ο Κωστής Βελώνης «το πένθος του Κυπάρισσου –όπου σύμφωνα με τη μυθολογία μετατράπηκε στο αειθαλές δέντρο επειδή τον λυπήθηκε ο Απόλλωνας για τον χαμό του αγαπημένου του ελαφιού– εδώ ταυτίζεται με την απώλεια των εκατοντάδων ζώων στα Σφαγεία, καθώς και με τη θυσία των μαχητών της Ελληνικής Επανάστασης».
Και συνεχίζει: «Το φάντασμα που πλανάται πάνω από την επαναστατημένη Ελλάδα ξεκινάει, θαρρείς, από το Ποντικονήσι της Κέρκυρας, το οποίο αποτελεί σχεδόν πρότυπο για τον πίνακα του Arnold Böcklin, Die Toteninsel (1880). Η διάσημη απεικόνιση της νησίδας στη δύση του ηλίου συνεισφέρει σε αυτήν την ιδιότυπη μηχανή του χρόνου, ταξιδεύοντας στην άνυδρη Ύδρα και μεταφέροντας μια πυκνή βλάστηση στα Σφαγεία. Αυτή η προσωρινή στάθμευση συνενώνει αντίθετες έννοιες όπως το απροσπέλαστο και το προσβάσιμο, το απέραντο και το πεπερασμένο, το φθαρτό και το άφθαρτο, τιμώντας τα φαντάσματα που γυρεύουν τη νέα τους θέση».