Για τα 220 χρόνων από τη γέννησή του Διονύσιου Σολωμού
Το να αποφασίσεις να καταπιαστείς με τη δραματουργική διάπλαση μιας προσωπικότητας του μεγέθους του Διονύσιου Σολωμού και να θέλεις την παρουσιάσεις στη σκηνή, μοιάζει σα να θέλεις να πετάξεις με αλεξίπτωτο πάνω από τον Ατλαντικό.
Διάβασα πολλά (και αντιφατικά) κατά τη διετή σπουδή μου πάνω σ’ αυτόν τον Έλληνα ποιητή, τον οποίο, πρώτος ο μαθητής και επίσημος εκδότης του -Ιάκωβος Πολυλάς- χαρακτήρισε «εθνικό». Η φράση του …«αναρωτιέμαι αν βάδισα σωστά…», μου κίνησε την περιέργεια. Είναι δυνατόν ο εθνικός ποιητής να αναρωτήθηκε κάτι τέτοιο; Διαβάζοντας, άρχισα να πλάθω ένα πρώτο καλούπι. Φιλόλογοι και κριτικοί μιλούσαν για: την αποσπασματικότητα του έργου του (Ο Βάρναλης είχε πει: «…Ο Σολωμός πάντα τα έγραφε, αλλά ποτές του δεν τα έγραψε»), «τα παιχνιδίσματα» του «με τη Μούσα», τον διακαή του πόθο να είναι «Εγκάτοικος των αιθέρων», τον ιδανισμό του (ίσως το ‘αντίδοτο του στις ενδοοικογενειακές απογοητεύσεις’), για τον δαίμονα του Απόλυτου που τον διακατείχε και την υψηλή ποίηση, για το «πλαστικό και ηθικό κάλλος». Διάβασα ότι «έλαμψε σαν το πιο όμορφο πετράδι του ποιητικού στέμματος της Ελλάδας», ότι πεθαίνοντας (μετά από τρία εγκεφαλικά) έπεσε σε παραλήρημα και απήγγειλε ένα από τα ποιήματά του, ότι απέδιδε σκέψεις τις οποίες είχε πρώτα συλλάβει στα ιταλικά (εξαιτίας της δεκαετούς φοίτησης του στην Ιταλία), ότι το αίσθημα της ελευθερίας και ανεξαρτησίας ήταν ανεπτυγμένο σε υπέρτατο βαθμό, ότι εχθρευόταν κάθε μορφή λογιοτατισμού, ότι ήθελε την «απομονωμένη ησυχία του».
Ποιος ήταν αυτός ο μοναχικός, μανιώδης, επίμονος, ευσπλαχνικός, απόλυτος, ιδιότροπος, αθεράπευτα ρομαντικός που δεν κράτησε ποτέ γυναίκα στα χέρια του παρά «μόνο στο νου και στα όνειρα του;…». Διάβασα για νευρικούς κλονισμούς, ποτό, οικογενειακές αντιδικίες και δίκες («αισχρότητα και ασεμνότητα καταθέσων»), ψυχικές διαταραχές μα πάντα –πάντοτε- και πάνω απ’ όλα- «διάβαζα» …την ανάγκη του να μιλήσει για πανανθρώπινες αξίες. Για αναζήτηση φωτός και ελπίδας.
Στη σκηνή του θεάτρου 104, στις 2 Νοεμβρίου 2018, θα δείτε το απόσταγμα αυτής της αναζήτησης, τόσο της δικής του όσο και τη δικής μου προκειμένου να φωτίσω με τη σκηνοθεσία και τη μουσική μου το κείμενο της Κλεοπάτρας Εμμανουήλ. Ελπίζω, φεύγοντας… να έχω καταφέρει να σας μεταφέρω λίγο από το φως του.
«Δεν θέλω να μου βάλουνε
εις το στερνό κλινάρι
μυρτιές, ούτε τριαντάφυλλα,
πάρεξ ετιάς κλωνάρι…».
Δημήτρης Παναρετάκης