Λόγια του συγγραφέα
Όταν έγραφα για τη συγκλονιστική ιστορία της Υπατίας, δεν φανταζόμουνα τι θα επακολουθούσε στο δικό μου ψυχικό κόσμο.
Έξι ολόκληρα χρόνια κράτησε η συγγραφή μέχρι να ολοκληρωθεί αυτό το έργο το οποίο θεωρώ πολύ σημαντικό ως συγγραφέας του.
Υπήρξαν στιγμές που ζωντάνευε μέσα μου το πνεύμα της. Με κυρίευε η προσωπικότητα της και μέσω των γνώσεων της οδηγούσε το χέρι μου να γεμίζει τις σελίδες με τη δράση της.
Όπως τότε που υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες γυναικείες μορφές και δίδασκε όπου μπορούσε στο πανεπιστήμιο, στη βιβλιοθήκη, στους δρόμους μαθηματικά, αστρονομία και πλατωνική φιλοσοφία, δίδαξε και σε μένα τον αρχαίο ελληνικό ιδεαλισμό με τις αμέτρητες Αρετές του.
Υπήρξαν φορές που η παρουσία της από άυλο πνεύμα, έπαιρνε σάρκα κι οστά και νύχτες ολόκληρες ψιθυρίζαμε για τη ζωή της, φιλοσοφούσαμε με μια μεταφυσική αίσθηση που πλούτιζε το συναισθηματικό μου κόσμο και μεγάλωνε ανάμεσα μας ένα είδος άρρηκτης σχέσης σαν αυτό που οι άνθρωποι μεταξύ μας ονομάζουμε, πίστη.
Ήταν δύσκολο το εγχείρημα, αλλά όσο περισσότερο συνυπήρχαμε τόσο πιο πολύ μου έδινε δύναμη να συνεχίσω και να τελειώσω το βιβλίο. Μιλούσαμε για τις σχέσεις των ανθρώπων, για τις πράξεις τους, για τη δογματική θρησκευτικότητα τους και τη τυφλή υποταγή ορισμένων σε αυτή τη ιδιοτέλεια που την αισθάνονται ως πίστη ορθή.
Μέρα τη μέρα το δέσιμο μου μαζί της γινόταν όλο και πιο δυνατό, όλο και πιο βαθύ. Γι’ αυτό τώρα νιώθω πολύ οικεία στην αναφορά του ονόματος της και με κάνει να αισθάνομαι ακόμη περισσότερο, πως αυτό το βιβλίο είναι για μένα ένα αληθινό έργο ζωής.
Η Ζωή της
Η Υπατία, ήταν μια σπουδαία γυναίκα, την θαύμαζα για τη δυναμική της να κρατάει ζωντανό τον ελληνικό ιδεαλισμό σε χρόνους δύσκολους, θρησκευτικά μισαλλόδοξους και ανδροκρατούμενους, μια εποχή που αναβίωνε η νέα θρησκεία, ο χριστιανισμός.
Η ψυχή που είχε αυτή η προσωπικότητα, αλλά και το γεγονός αποσιώπησης του βίου της, μου έδωσε την ιδέα να γράψω ένα μυθιστόρημα γι’ αυτήν.
Γεννήθηκε το 370 μ.Χ. μια εποχή όπου η διανοητική ζωή της Αλεξάνδρειας βρισκόταν σε κατάσταση επικίνδυνης σύγχυσης. Σε μια Αλεξάνδρεια που πνιγόταν στο κρασί των καπηλειών, στις ηδονές των γυναικών του δρόμου, στις δεισιδαιμονίες, στις φιλοσοφικές διαφορές, στις διαμάχες των θρησκευτικών φανατισμών και στους φονικούς διωγμούς εβραίων και εθνικών.
Ήταν η εποχή που η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία γινόταν χριστιανική και όλο και πιο συχνά αντιμετώπιζε ως αιρέσεις τις επιστήμες και δη τα μαθηματικά.
Για δεκαπέντε αιώνες η Υπατία θεωρείται ότι ήταν η μόνη γυναίκα επιστήμονας στην ιστορία. Ακόμα και σήμερα συχνά είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία των μαθηματικών και της αστρονομίας. Αυτή η ευγενής γυναίκα ξεχωρίζει στις σελίδες της ιστορίας σαν η μεγαλύτερη από τους μάρτυρες εθνικούς καθώς είχε έναν πολύ τραγικό θάνατο.
Η Υπατία υπήρξε προσωπική μαθήτρια του πατέρα της Θέωνα. Κατόπιν σπούδασε στην Αθήνα στη σχολή του Πρόκλου και του Ιεροκλή. Δάσκαλο της είχε τον Πλούταρχο το νεότερο, όπου όχι απλά διδάχθηκε αλλά ανατράφηκε στις θεμελιώδεις αρχές της Πλατωνικής Σχολής.
Η Υπατία ήταν πραγματικά μια ξεχωριστή νέα. Ταξίδεψε στην Αθήνα και την Ιταλία και εντυπωσίαζε όσους συναντούσε με την εξυπνάδα και την ομορφιά της.
Όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έγινε δασκάλα των μαθηματικών και της φιλοσοφίας, δίδασκε σε ανθρώπους κάθε θρησκείας και μετά τον πατέρα της ανέλαβε μια Έδρα Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο.
Σύμφωνα με τη βυζαντινή εγκυκλοπαίδεια του Σουίδα,. Πολλοί μαθητές ερχόταν στην Αλεξάνδρεια ειδικά για να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις της για τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη φιλοσοφία και τη μηχανική. Το σπίτι της έγινε κέντρο διανοουμένων όπου έθεταν ερωτήματα και συζητούσαν επιστημονικά και φιλοσοφικά θέματα.
Τα Έργα της
Η Υπατία, ήταν φημισμένη για το βάθος της γνώσης της και τη γοητεία της προσωπικότητάς της και αγαπημένη των πολιτών της Αλεξάνδρειας. Συχνά άρχοντες της πόλης την καλούσαν και τη συμβουλεύονταν για σοβαρά θέματα τους.
Αν και τα γραπτά της καταστράφηκαν στην πυρκαγιά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα του περιεχομένου τους από τα σχόλια σύγχρονών της συγγραφέων.
Έγραψε σχόλια για την Αριθμητική του Διόφαντου 13 βιβλία, τον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου ένα σημαντικό αστρονομικό έργο για τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων και ακόμα, οκτώ βιβλία για τις Κωνικές Τομές του Απολλώνιου της Πέργα.
Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από διασωσμένα γράμματα του μαθητή και φίλου της Συνέσιου του Κυρηναίου, που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαϊδας.
Εκτός από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η Υπατία είχε ενδιαφέρον για τη μηχανική και την πρακτική τεχνολογία. Τα γράμματα του Συνέσιου περιέχουν σχέδια για αρκετά επιστημονικά όργανα περιλαμβάνοντας έναν αστρολάβο (Ο αστρολάβος χρησιμοποιούταν για τη μέτρηση των θέσεων του άστρων, πλανητών και του ήλιου και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανερχόμενου ζωδίου του ζωδιακού).
Η Υπατία ανέπτυξε ακόμα μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούτζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Ο Θάνατος της
Το ότι η Υπατία ανακατεύτηκε στα πολιτικά θέματα της Αλεξάνδρειας είναι αδιαμφισβήτητο. Σαν παγανίστρια, που ασπάστηκε την ελληνική επιστημονική σκέψη και σαν πολιτικό πρόσωπο με επιρροή, η Υπατία βρέθηκε σε πολύ επικίνδυνη θέση σε μια όλο και πιο χριστιανική πόλη.
Το 412 ο Κύριλλος, ένας φανατικός χριστιανός, έγινε Πατριάρχης της Αλεξάνδρειας και μεγάλη εχθρότητα αναπτύχθηκε μεταξύ του Κυρίλλου και του Ορέστη, του Ρωμαίου Κυβερνήτη της Αιγύπτου, ενός παλιού μαθητή και καλού φίλου της Υπατίας. Αμέσως μόλις πήρε την εξουσία, ο Κύριλλος άρχισε να διώκει τους Εβραίους, διώχνοντας χιλιάδες από αυτούς από την πόλη. Έπειτα, παρά τη σφοδρή αντίθεση του Ορέστη, έστρεψε την προσοχή του στο να καθαρίσει την πόλη από του νεοπλατωνιστές. Αγνοώντας τις εκκλήσεις του Ορέστη, η Υπατία αρνήθηκε να απαρνηθεί τις ιδέες της και να ασπασθεί το Χριστιανισμό.
Ο Κύριλλος, έβλεπε την Υπατία ως μάγισσα κι εκπρόσωπο του Κακού και συνεπώς μια συνεχή απειλή για τη διάδοση της Χριστιανικής πίστης. Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του χριστιανού ιστορικού του 5ου αιώνα Σωκράτη του Σχολαστικού:
«Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι. Ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Καισάρειο, την γύμνωσαν εντελώς και με τροχισμένες αχιβάδες της έσκιζαν το δέρμα, έκοβαν τις σάρκες του σώματός της μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν.»
Οι δολοφόνοι της Υπατίας ήταν Παραβολάνοι, φανατικοί μοναχοί της Εκκλησίας του Αγ. Κυρίλλου της Ιερουσαλήμ, πιθανώς υποβοηθούμενοι από μοναχούς τη Νιτρίας.
Έτσι την Άνοιξη του έτους 415 μ.Χ. χάθηκε η μεγαλύτερη γυναίκα μύστης του αρχαίου κόσμου και μαζί της έπεσε και η Νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας..
Με την εξάπλωση του Χριστιανισμού, η έρευνα έδωσε τη θέση της στην εμφάνιση πολλών θρησκευτικών λατρειών και μεγάλο θρησκευτικό χάος και ενδιαφέρον για την αστρολογία και το μυστικισμό.
Η Υπατία ήταν ο τελευταία παγανίστρια επιστήμονας του δυτικού κόσμου και ο θάνατός της συνέπεσε ίσως όχι τυχαία, με τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Από το θάνατο της και για χίλια περίπου χρόνια δεν υπήρξαν σημαντικές πρόοδοι στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη φυσική σε όλη τη Δύση.
Η Υπατία έγινε σύμβολο του τέλους της αρχαίας επιστήμης. Μετά την Υπατία ήρθε το χάος και ο βαρβαρισμός των Σκοτεινών Χρόνων. Βρέθηκε στη χρονική στιγμή που δεν ήταν ευμενής εποχή για να είναι κανείς επιστήμονας ή φιλόσοφος
Το 640 εισέβαλαν οι Άραβες στην Αλεξάνδρεια και ό,τι είχε απομείνει από το Μουσείο καταστράφηκε. Αλλά αν και η Ευρώπη είχε μπει στους σκοτεινούς χρόνους του Μεσαίωνα, η ελληνική επιστήμη επρόκειτο να επιβιώσει στο Βυζάντιο και να ανθίσει στον Αραβικό κόσμο.