Μάριος Λεβέντης
Όλοι τριγύρω είναι μαυροντυμένοι. Και οι νεράιδες και τα παλληκάρια. Όχι από στιλιστική επιλογή, αλλά από αναγκαία πρόληψη τώρα που μέχρι και οι αθωότητες γίνανε αρρώστιες, τώρα που μέχρι και οι χαρές έχουν τις λύπες τους και οι γιορτές τα σεκλέτια τους. Είτε ενισχυμένο, είτε ατημέλητο το μαύρο δείχνει να παραμένει επίκαιρο σε όλες τις κολεξιόν όπως οι εποχές στην πλειοψηφία τους. Όπως τα μνημόσυνα για όσα θρηνούμε μέσα μας και γύρω μας. Όπως το μελάνι της σουπιάς που θέλουμε δε θέλουμε, εκτοξεύεται και βάφει τους στόχους μας στο ίδιο σκούρο πένθιμο χρώμα.
Γιατί αυτό το μαύρο που δείχνει πριν και πάνω απ’ όλα απόλυτο, σοβαρό και μετρημένο, πλέον κάνει το γύρο του κόσμου από σώμα σε σώμα και δηλώνει χωρίς περιστροφές πως έχει χάσει το χιούμορ του τώρα που κανένας δεν γελάει με την καρδιά του. Τώρα που κανένας δεν εκφράζεται ελεύθερα, κανένας δεν βγάζει από πάνω του ότι τον βαραίνει, κανένας δεν ξεγυμνώνει την σκέψη του. Μονάχα συμμερίζεται τον θρήνο της απραξίας και το μοιρολόι της αποδυναμωμένης του πυγμής. Γιατί είναι πρόστυχο να ζούμε τη «στιγμή». Είναι πρόστυχο να διεκδικούμε λίγο χρώμα στη ζωή μας, είναι κατακριτέο και ασεβές να μην ξέρουμε τί κηδεύουμε καθημερινά.
Αυτό που κλαίμε καθημερινά είναι το κίνητρο. Το πεθαμένο κίνητρο από τη διάθεσή μας. Την εκλεπτυσμένη παραίτησή μας από τη ζωή, την ανόρεχτη σοβαρότητά μας, το παγωμένο θετικό κλίμα. Γιατί έχουν πια αλλάξει τα έθιμα, οι ορέξεις, οι βιολογικές μας αντοχές όπως και η γεωμετρία της ζωής. Γι’ αυτό κι είμαστε όλοι μαυροντυμένοι, τιμώμενοι και σεβόμενοι το πένθος που μας επιβάλλεται. Παρόντες στην εξόδιο ακολουθία, ακολουθούμε με μαύρα γυαλιά και μαύρα κοστούμια το αδικοχαμένο τέλος της τόλμης μας. Όμως μην βιαστείτε να σηκώσετε το φτυάρι, αξιοσέβαστοι νεκροθάφτες της παντοτινής χαράς μας. Τις περισσότερες φορές το κίνητρο πεθαίνει για να ‘χει την πολυτέλεια ν’ αναστηθεί ακόμα δυνατότερο.