Μάριος Λεβέντης
Τελικά σ’ αυτή τη χώρα δεν γλιτώνεις από τη μετωπική με το θάνατο. Δεν μπορείς να προστατευτείς από την ενέδρα του Χάρου γιατί κανένας δεν κάνει αφετηρία την εθνική λύτρωση και φτάνει να επικαλείται το άδοξο τέλος της εκάστοτε εθνικής τραγωδίας. Οι εθνικές τραγωδίες είναι όμως αμέτρητες και αποδεικνύονται φρικαλέα ίσες με τις παρωδίες της ολέθριας απαξίωσης που δεν αξιώνεται ποτέ την υποχρεωτική μέριμνα για τον πολίτη, τον άνθρωπο και την ανυπολόγιστη αξία της ανθρώπινης ζωής.
Γιατί οι αρμόδιες δεξιότητες δεν φτάνουν στο να φροντίσουν την τύχη μας, αλλά αρκούνται αποκλειστικά στο να περιθάλψουν την ατυχία μας. Γιατί μεγαλώνουμε στο “όπου βγει” κι εγκλωβιζόμαστε στα πολτοποιημένα βαγόνια της αμέλειας να μαζεύουμε τα διαμελισμένα κομμάτια των ανθρώπων μας σε σακούλες σαν τα κόκκαλα για τα σκυλιά της ιστορίας. Γιατί πορευόμαστε με την ρουλέτα παραμάσχαλα κι όπου κάτσει η μπίλια. Και οι υπαίτιοι παραμένουν στο απυρόβλητο να μαζεύουν τις σορούς σαν σαρκικούς επαίνους της εγκληματικής αδιαφορίας τους.
Τελικά σ’ αυτή τη χώρα δεν γλιτώνεις από τη μετωπική με το θάνατο. Γιατί όσοι την κυριεύουν δεν κυριεύονται από τη στοιχειώδη ανάληψη ευθύνης, πρόληψης και πρόνοιας. Γιατί πάντα υπάρχει μια παράλειψη που γεννάει κατακόμβες και οστεοθήκες από τις λεγόμενες παράπλευρες απώλειες. Ακούμε διαρκώς σαστισμένοι το ρέκβιεμ των θυμάτων μέσα σε αμαξοστοιχίες θανάτου. Αλλά ακόμα κι αν οι ήρωες σκορπίζονται στις ράγες, δεν μπορείς να τους τιμήσεις γιατί απανθρακώθηκαν και είναι αδύνατον να τους αναγνωρίσεις. Ο εθνικός κροκόδειλος δεν κάνει ποτέ τον φόνο. Χύνει μόνο κροκοδείλια δάκρυα και ωρύεται που τον συνέλαβαν άδικα στο άδικο που ο ίδιος θέσπισε στην χώρα που μας πεθαίνει. Πενθούμε για τα παιδιά της ράγας. Τα παιδιά των Μανάδων μας. Είμαστε όλοι γονείς και συγγενείς τους.