Ποιήματα της Μάρθας Βασκαντήρα

Επιμέλεια: Εύα Πετροπούλου Λιανού

ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΡΧΗ

Στα χρόνια που πέρασαν,
άφησα κομμάτια του εαυτού μου.
Μα δε σβηστήκανε.
Ότι αγάπησα και μίσησα,
πάγωσε στους λεπτοδείκτες της ζωής μου.
Τόσο με σημάδεψαν, εκείνα που με μεγάλωσαν…
κι εκείνα που με μίκρυναν…
Ανάξιος στάθηκα..
στην ανθρωπιά μου
και τη συνείδηση μου…
Έπρεπε κι άλλο να παλέψω..
Η ζωή όταν φορά τα καλά της,
δεν πάει μόνο σε γιορτές.
Πάει να φέρει φαγητό
στο τραπέζι της Παγκόσμιας ειρήνης.
Μαζεύει νερό με τις χούφτες της
να πλύνει τις πληγές εκείνων
που χάνονται στον πόλεμο.
Η ζωή δε γυρνάει στα χαμένα.
Προσεύχεται να φτάσει το ψωμί
για τα παιδιά της.
Σκεπάζει με την ανάσα της, εκείνους
που κοιμούνται κάτω απ’ τον ουρανό.
Πλαγιάζει δίπλα τους να μην κρυώνουν.
Έχω δει τη ζωή στα μάτια εκείνων
που έχασαν τα πάντα.
Πίναμε νερό της αρμύρας
και ξεδιψούσαμε μ’ ένα τραγούδι
που έβγαινε απ’ τα σπλάχνα μας.
Αυτή είναι η ζωή.
Δε θέλει πολλά.
Μη τη βαραίνεις.
Για να μπορεί σαν πουλί
να πετάει με τα φτερά μας.
Κι έτσι εμείς ανάλαφροι
να σεργιανάμε όλο τον κόσμο,
με μόνη αποσκευή την ψυχή μας.
Θέλω να κρατήσω την πόρτα ανοιχτή,
για να μπει εκείνο το παιδί,
που τόσα χρόνια μου κρατάει το χέρι..
Να ξαναγυρίσω εκεί…
Και μαζί του ν’ αλλάξω χρονιά…
Ν’ αλλάξω ζωή…
Άνθρωπος απ’ την Αρχή….

Μάρθα Βασκαντήρα

ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Τα βουνά χαμηλώνουν απ’ τα θλιμμένα χέρια του ουρανού.
Υποκλίνονται στα βάσανα των ανθρώπων.
Κι εκείνοι δένουν τα ρούχα μας για σημαία στην καταιγίδα…
Καράβια οι ζωές μας, φεύγουν μα γυρίζουν άδεια…
Μην μου παίρνετε το τελευταίο μου φόρεμα…
Το κέντησε η μάνα μου με δάκρυα.
Πως θα με γνωρίσει τώρα μες στο πλήθος;
Η γη κλείνει τα μάτια της, για
να μη βλέπει τα κορμιά που χάνονται στα σπλάχνα της.
Ουρλιάζω…αφήστε μου μια σανίδα για να κρατήσω την ελπίδα.
Οι Λαιστρυγόνες κι οι κύκλωπες πιο δυνατοί από ποτέ.
Κι η ‘’Ιθάκη’’ μου ναυάγιο στα χέρια τους.
Οι αθώοι με το βλέμμα της ανάγκης και τα πρησμένα πόδια, ξενυχτούν … Η μέρα όμως, δε λέει να ρθει…
Και η μικρή Κατερίνα παίζει και γελάει.
Γεννάει τα παραμύθια μέσα από την παιδική ποδιά της.
Στριφογυρίζει ανέμελη στο μέλλον της άγνοιάς της.
Στέκεται στην πόρτα και περιμένει τα παιχνίδια της.
Μα γύρω της μόνο νερό και φωτιά.
Μην μου παίρνετε και τα τελευταία μου παπούτσια.
Μου τα έχει ζωγραφίσει ο γιος μου.
Τώρα ξυπόλητη πως θα περπατήσω να τον βρω μες στις λάσπες;
Ο κόσμος γύρω μου, μια παγωμένη έρημος..
Το σκοτάδι σας, μου τα παίρνει όλα…
Αφήστε μου έστω μια σανίδα για να κρατήσω την ελπίδα…
Αφήστε με να βγω στη στεριά,
να ακολουθήσω τον ήλιο.
Πρέπει να πάω στη μικρή Κατερίνα τα παιχνίδια της.
Εμένα περιμένει… χρόνια τώρα..

Μάρθα Βασκαντήρα

polismagazino.gr