Ο Γιάννης Φιλιππίδης είναι συγγραφέας έντεκα βιβλίων κι αυτή την εποχή τελειώνει το δωδέκατό του μυθιστόρημα.
Παράλληλα, είναι υπεύθυνος εκδόσεων σ’ έναν ανεξάρτητο εκδοτικό οίκο, την Άνεμος εκδοτική, που διανύει πια τον δέκατο χρόνο λειτουργίας της. Το πρώτο του βιβλίο εκδόθηκε το 2006 κι από τότε, συνέχισε ν’ ακολουθεί ολοένα και πιο ανοδική πορεία. Ας δούμε τι είπε στο μαγκαζίνο μας.
Σπούδασες υποκριτική και δούλεψες στο θέατρο από τα 19 σου και για 15 χρόνια, χωρίς σταματημό. Τι ήταν αυτό που σ’ έκανε ν’ ασχοληθείς καταρχήν με τη συγγραφή βιβλίων; Εργάστηκα πράγματι σκληρά από νεαρή ηλικία, σπουδάζοντας παράλληλα τον τρόπο να διεισδύω στην ανθρώπινη ψυχή. Έμαθα να ντύνομαι ρόλους, ν’ αλλάζω πρόσωπα. Αλίμονο, η νοοτροπία του μεροκάματου σε παραστάσεις εμπορικού χαρακτήρα, μ’ έκανε σωστό επαγγελματία, αλλά δεν είχα την ηθική ικανοποίηση να δουλεύω σε έργα, όπως αυτά που διδάχτηκα κι αγάπησα στη σχολή. Έτσι ένα απόγευμα, κάθισα σ’ έναν υπολογιστή απ’ αυτούς της δεκαετίας του ’90. Δεν το ένιωσα αμέσως, ούτε έγινε συνειδητά, αλλά το πρώτο βιβλίο γεννιόταν πια σε σελίδες ηλεκτρονικές. Έτσι, γεννήθηκε ένα μυθιστόρημα που έμελλε να χαρακτηρίσει τα μετέπειτα βήματά μου. Το βιβλίο αυτό κυκλοφόρησε την άνοιξη του 2006. δεκατέσσερα χρόνια πριν, δηλαδή. Κι η απρόσμενη επιτυχία του, μ’ έκανε να μη σταματήσω από τότε ποτέ να γράφω. Γιατί μέσα στις σελίδες μιας μυθοπλασίας, ένιωσα το μεγαλείο του να ’μαι εγώ ο ίδιος ο ηθοποιός, ο ρόλος δηλαδή, ο σκηνοθέτης, ο σκηνογράφος. Το δεύτερό μου μυθιστόρημα ήρθε δυο χρόνια αργότερα για να επιβεβαιώσει την ελπίδα πως αρπάζομαι από ένα κλαδί κι αναδεικνύομαι μέσα από τον χώρο της πεζογραφίας.
Κι η δημιουργία ενός οίκου, πώς προέκυψε; Ήθελα ν’ αλλάξω εκδοτικό οίκο για λόγους που δεν είναι της ώρας, βρισκόμαστε στο τέλος του 2010 και το τσουνάμι της κρίσης, κλείνει επιχειρήσεις. Με εκδότη έναν παμπάλαιο φίλο μου και κορυφαίο γραφίστα, τον Νικόλα τον Τελλίδη, που ’χε μείνει άνεργος αλλά είχε κάνει ήδη έναν πρώτο κύκλο επαγγελματικής ζωής, έχοντας εργαστεί πάντα φτιάχνοντας εξώφυλλα βιβλίων και δίσκων σε μεγάλες εκδοτικές εταιρίες, το επίμονο κριάρι ξύπνησε μέσα μου. Άλλοι γνωστοί οίκοι φυλλορροούσαν και μεις, σε πείσμα της καταιγίδας που ερχόταν δυναμικά πάνω από τα κεφάλια μας, απευθυνθήκαμε στον τυπογράφο που τύπωνε ως τότε τα βιβλία μου. Εκείνος, γνωρίζοντας τις ως τότε πωλήσεις μου, ανέλαβε να μου εκδώσει 6 εκδόσεις σε δύο τίτλους: ένα ακόμα μυθιστόρημα και μια σειρά διηγημάτων. Το κόστος αποσβέστηκε σε 22 μέρες, μόνο με αντικαταβολές και μία και μoνάχα παρουσίαση. Ξοφλήσαμε το χρέος, αλλά είχαμε μείνει άφραγκοι. Έτσι ο παλιός ηθοποιός που ξέρει από δύσκολες εποχές, ξύπνησε μέσα μου. Και μας έβγαλα περιοδεία στα δικά μου μέρη, που ’ναι η πόλεις της κεντρικής Μακεδονίας, μιας και γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Γιαννιτσά. Εν συνέχεια, κάναμε αμέτρητα ραντεβού για να γνωρίσουμε υπεύθυνους ή διευθυντές βιβλιοπωλείων και του χονδρεμπορίου. Δέκα χρόνια αργότερα, ανήκουμε ακόμα στους επιζώντες, εκδίδουμε αξιόλογα βιβλία σε κάθε κατηγορία και εκμεταλλευόμαστε πάντα τις εναλλακτικές.
Δεν είχατε κάποια οικονομική ή άλλη βοήθεια; Μόνοι μας τα κάναμε όλα. Τα χρήματα ήρθαν από το δικό μου κατ’ αρχήν κοινό, έπειτα προχωρήσαμε σε γενικές εκδόσεις και από το 2012 κι έπειτα βγάλαμε τις πρώτες βεντάλιες τίτλων πεζογραφίες με βιβλία που συζητιούνται ακόμα και τώρα. Μοναδική μας δύναμη, το διαδίκτυο κι ένα κίνημα που υπήρξε υπέρ μας με πολλαπλά προφίλ κι επίσημες σελίδες, πράγματα που κατείχα έτσι κι αλλιώς, μιας και προϋπήρξα ως δημοφιλής μπλόγγερ από το 2007 και μετά. Αυτό που λέω, αποτελεί και απάντηση σ’ όσους/ες θεωρούν το διαδίκτυο, φονιά της ανάγνωσης. Σε μας το διαδίκτυο συνέχισε να φέρνει συνέχεια καινούργιους πραγματικούς ανθρώπους και χορηγούς επικοινωνίας που εκτίμησαν την αξιολογημένη δουλειά ως προς τα βιβλία που εκδίδαμε. Κι αυτό, συνεχίζουμε ακόμα να κάνουμε.
Πώς βλέπεις το μέλλον του βιβλίου κάτω από τις παρούσες συνθήκες; Ζοφερότερο από ποτέ, δε μ’ αρέσει να ωραιοποιώ καταστάσεις. Οι δημόσιοι χώροι όπου κόσμος συνωστιζόταν για να παρακολουθήσει τις σκηνοθετημένες όμορφα παρουσιάσεις μας στις οποίες συμμετείχαν πασίγνωστοι καλλιτέχνες, από τη Νατάσα Μποφίλιου ως τον Γρηγόρη των Βαλτινό και την Μάνια Παπαδημητρίου –δε λησμονώ άπειρους ακόμα, αλλά κρίνω πως είναι άχαρο να εκφράσω με κομπασμό όλη την λίστα όσων μας έδωσαν τη λάμψη την φιλία τους και την δύναμη, φέρνοντας ταυτόχρονα δυναμικές πωλήσεις και παράγοντας βραδιές που κατέβαζαν τον κόσμο από τα σπίτια τους. Αλίμονο, αλλά θα χρειαστεί καιρός για να επαναληφθούν. Ευτυχώς, υπάρχουν φανατικοί φίλοι, που δώσαν και συνεχίζουν να δίνουν από το υστέρημά τους, αγοράζοντας βιβλία ακόμα και μ’ ένα τηλεφώνημα, βιβλία που φτάνουν σ’ ελάχιστο χρόνο στο σπίτι τους με την ασφαλή μέθοδο της αντικαταβολής. Αυτό είναι ό,τι καλύτερο και πιο συμφέρον για τους φίλους μιας κι αποκτούν τα βιβλία μας στις καλύτερες τιμές της αγοράς και στην πλειονότητά τους, χωρίς ταχυμεταφορικά έξοδα!
Στο προφίλ σου, έχεις βάλει το επίκαιρο σύνθημα «Στηρίζουμε τους καλλιτέχνες». Ναι και το ’κανα με μεγάλη χαρά, αλλά και την πίκρα, πως οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται μόνο τους μουσικούς ή τους ηθοποιούς ως καλλιτέχνες, πολλοί εκ των οποίων έχουν κάνει ήδη το κομπόδεμα τους και θ’ αντέξουν την επόμενη μέρα. Οι συγγραφείς είμαστε το ίδιο δημοφιλείς, αλλά πιο αφανείς. Κι αυτό, κρίνω πως είναι άδικο. Γιατί πολλοί φίλοι καλλιτέχνες του πολιτισμού, συγγραφείς ή τραγουδοποιοί ή και ηθοποιοί, αμειβόμαστε με δαπάνες έργου ή άλλους τρόπους, που δεν επιτρέπουν στον νομοθέτη να επιμερίσει ούτε την ελάχιστη αποζημίωση. Κι αυτό είναι πολύ άδικο και δεν βλέπω να διορθώνεται.
Οι πολιτικοί, κρίνεις πως σας αγνοούν; Πάντοτε μας αγνοούσαν οι πολιτικοί εκτός από τους ευαισθητοποιημένους σε θέματα πολιτισμού. Κάποιοι μιλάνε για λεφτόδεντρα που δεν υπάρχουν. Πέρασε σε κανέναν από αυτούς, η ίδια σκέψη, όταν στηρίξαμε μια καθημαγμένη πατρίδα και τη βγάζαμε με ψωμοτύρι; Αυτή είναι η δουλειά τους: να υπερασπίζονται τα συμφέροντά μας, όχι μόνο τα δικά τους. Και τα κροκοδείλια δάκρυα, δεν πείθουν, παρά μόνο κάποιους κλακαδόρους κι αφελείς.
Το ενδέκατο βιβλίο σου που φέρει τον τίτλο «Είχε λιακάδα σήμερα», έχει πάει εξαιρετικά καλά τόσο σε πωλήσεις, όσο και σε επίπεδο κριτικών. Πες μας δυο λόγια γι’ αυτό. Εμείς οι συγγραφείς ξέρετε, λειτουργούμε πάντα με την παράνοια τού να γράφουμε ένα βιβλίο και να μιλάμε επί μήνες για το προηγούμενο, αυτό που ήδη κυκλοφορεί. Η περιώνυμη Λιακάδα μου, έχει πράγματι πολλά να πει. Πρόκειται για την ιστορία δυο γυναικών, θείας κι ανιψιάς, που μολονότι δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, θα διαφύγουν από τον ίδιο οπισθοδρομικό αδελφό για τη μία και πατέρα για την μικρότερη. Η θεία προκύπτει χωρίς να το ’χει επιστάμενα επιδιώξει σταρ του τραγουδιού στις γοητευτικές δεκαετίες του ’50 – ’70. Η ανιψιά θα καταφύγει σε κείνην, επιχειρώντας να μη βουλιάξει στον λασπότοπο μιας επαρχιακής πόλης. Θα τα καταφέρει. Αλλά για πόσο; Θα ευτυχήσει κι η ίδια όπως και η θεία της με διαφορά φάσης τις δύο δεκαετίες που μεσολαβούν. Αλλά όπως γράφω και στο οπισθόφυλλο, μετριέται η ευτυχία; Ή στ’ αλήθεια μπορεί να μετρηθεί η ίδια μας η ζωή; Υπάρχει τίποτα που να κρατάει για πάντα; Κι είναι στα χέρια μας να ορίσουμε την έννοια του πεπρωμένου; Όχι θ’ απαντήσω και θα αφήσω τα υπόλοιπα για όσους φίλους και φίλες το επιλέξουν.
Τι θα συμβούλευες στους αναγνώστες μας; Να επιστρέψουν στην θεραπευτική συνήθεια της ανάγνωσης. Δεκαετίες τώρα, πετάξαμε τις βιβλιοθήκες και τα βιβλία από τα κομοδίνα μας. Αφήσαμε ανοιχτές τις οθόνες που δεν εκπέμπουν πάντα ποιοτική ψυχαγωγία κι ενημέρωση και κατέληξαν πολλοί απ’ αυτούς να αντικαταστήσουν τα βιβλία τους στις κρεβατοκάμαρες, με ηρεμιστικά στο συρτάρι τους. Θέλω να τους θυμίσω ότι παλιότερα, δεν ζούσαμε έτσι. Γιατί, μέσα από μια μυθοπλασία, αφήνεται ο νους, ειδικά τα βράδια σε μια ιστορία άλλων, ξεχνάει τα δικά του, ενόσω ταυτόχρονα εγείρονται μέσα του συναισθήματα αποκοιμισμένα.
Τι συμβαίνει όταν αυτό δεν έχει αποτέλεσμα; Κι επιπλέον, τι συμβαίνει όταν ένα βιβλίο, δεν μπορεί να συγκεντρώσει και να θεραπεύσει όπως λέτε τον αναγνώστη; Εκεί πια, έχουμε να κάνουμε με λανθασμένη επιλογή συγγραφέα και βιβλίου. Γι’ αυτό όμως, δεν ευθύνεται ο κάθε συγγραφέας, υπάρχουν κάποιοι, εκδοτικοί οίκοι ή συγγραφείς που τα ακουμπάνε χοντρά για διαφήμιση είτε στις βιβλιοομάδες, είτε ακόμα και στις προθήκες των μεγάλων βιβλιοπωλείων. Βλέπει ο αναγνώστης ας πούμε ένα βιβλίο σε πενήντα αντίτυπα, και αγνοεί πως ακολουθεί ο νόμος του σούπερ μάρκετ. Κάποιος έχει πληρώσει για να δημιουργήσει στον επικείμενο αναγνώστη την πεποίθηση πως, αφού ένα βιβλίο βρίσκεται σε τέτοια αφθονία, άρα έχει μεγάλη ζήτηση, άρα είναι καλό, δυνατό. Και το παίρνει. Και πέφτει στην ευρεία φάκα της παραπεζογραφίας όπως την αποκαλώ τουλάχιστον εγώ. Το χειρότερο είναι ότι απογοητεύεται και δεν ξαναγοράζει. Αλλά ένας Γιάννης σήμερα σας προτρέπει να ’στε πιο υποψιασμένοι. Η επιλογή του είναι αποτέλεσμα τιμολογίου διαφήμισης προϊόντος. Το διαδίκτυο παρέχει επαρκή στοιχεία για σωστότερες επιλογές σε βιβλία. Ας ψαχτούν λίγο οι φίλοι κι ας μην αγοράζουν στα τυφλά ή τα υποτιθέμενα μπεστ σέλερ που μόνο τέτοια δεν είναι.
Τελειώνοντας, θα μας πείτε δυο λόγια για το δωδέκατο βιβλίο σας, που έρχεται σύντομα; Θα σας πω ελάχιστα. Ως συγγραφέας δεν γράφω όμοια βιβλία. Άλλα είναι πιο δραματικά, άλλα περισσότερο προσανατολισμένα προς το φως. Εγώ εν μέσω πανδημίας, αγωνίζομαι να ολοκληρώσω ένα ακόμα μυθιστόρημα. Τίτλο δεν επιτρέπεται να ανακοινώσω, για την υπόθεσή του, θα πω μόνο πως πρόκειται για την μυθιστορία μιας απόλυτης ερωτικής σχέσης, ανάμεσα σ’ ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, που έχουν βασανιστεί ανελέητα από τη μοίρα και τους γύρω τους. Μέχρι που ανταμώνουν. Τότε, είναι η στιγμή που και για τους δυο, ο κόσμος γίνεται έγχρωμος και η ζωή αποκτά ορίζοντα, αποκτά στόχους, γίνεται κοινή. Περισσότερα, δε μπορώ να πω. Ένας συγγραφέας, πρέπει και οφείλει να μην καίει τα στοιχεία του συναισθήματος, της δράσης ή των εκπλήξεων.
Εργογραφία
Aπό την Άνεμος εκδοτική κυκλοφορούν τα βιβλία του:
«Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου» (μυθιστόρημα, 2006)
«Ο εραστής, η μέλισσα κι ένα μικρούλι “αχ”» (μυθιστόρημα, 2008)
«Μα, το ψάρι είναι φρούτο» (οχτώ απρόβλεπτες ιστορίες, για ενήλικους αναγνώστες, 2011)
«Kρατάς μυστικό;» (μυθιστόρημα, 2011)
«Zωή με λες» (παιχνίδια πεζογραφίας, 2011)
«Λούσιfair, η βασίλισσα της Κυψέλης» (μυθιστόρημα, 2012).
«Το ασανσέρ των οκτώμιση» (θεατρικό, 2014)
«Ο Απρίλης στάθηκε αλήτης» (μυθιστόρημα, 2015)
«Κωδικός Ελευθερία»(παιχνίδια πεζογραφίας, 2015)
«Εκείνος που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων» (μυθιστόρημα, 2017)
«Είχε λιακάδα σήμερα» (μυθιστόρημα, 2019)
Η επίσημη σελίδα του συγγραφέα στο Facebook: https://www.facebook.com/Yannis.Filippidis.anemosekdotiki
H επίσημη σελίδα της Άνεμος εκδοτική στο Facebook:
https://www.facebook.com/anemos.ekdotiki.gr/