«Ο Ερχόμενος» του Μάριου Λεβέντη

Μάριος Λεβέντης

Η Κυριακή των Βαΐων έρχεται πάντα ως μια κατανυκτική στιγμή στα ημερολόγια των αντοχών μας. Μετά τη λαμπρότητα της υποδοχής, μένει ο απόηχος κι αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι που έχουμε για μυαλό: με όλα τα παράπονα, με όλες τις γκρίνιες, τις δυσπιστίες και τις δικαιολογίες που προσκομίζονται μαζί με τις αυθάδεις καταθέσεις της αποστασίας μας από τις Μεγάλες Μέρες, που είναι και μεγάλες αφορμές για εκκίνηση και επανεκκίνηση.

Γιατί να κρατάει τόσο λίγο η προσήλωσή μας στα μεγαλειώδη; Πώς γίνεται να προσμένουμε τις Μεγάλες Εβδομάδες, να προετοιμαζόμαστε γι’ αυτές και να καταλήγουν τόσο μικρές οι δόσεις της κατανόησής μας απέναντι στον συμβολισμό τους; Τί σημαίνει αυτός ο θρίαμβος, αν όχι την καμπάνα για την καθαρή ήττα να συντονίσουμε τις φωνές σε μια συλλογική και ενιαία προσευχή; Μήπως αυτή η σύντομη προσήλωσή μας αποκαλύπτει τη σύγκρουση μεταξύ της προσωρινής ευλάβειας και της μόνιμης αδιαφορίας μας; Ποιος είναι ο Ερχόμενος; Ο Σωτήρας που επιστρέφει για να σώσει ό,τι σώζεται κι εμείς ενδίδουμε στο σκοτάδι; Ο βηματισμός της Πίστης που έρχεται και φεύγει ανάλογα τις κυκλοθυμίες μας; Ο εαυτός μας που ζητάει κάτι αληθινό, αλλά αγοράζει την μονίμως ευπώλητη ψευτιά; Και πώς θα είναι «Ευλογημένος ο Ερχόμενος», όταν κιόλας θεωρείται απερχόμενος από τον κόσμο, που στην αρχή τον υποδέχεται «μετά Βαΐων και κλάδων» και στο τέλος αποτελεί τον όχλο που κραυγάζει μανιωδώς «Σταύρωσον αυτόν!»;

Αν σκεφτούμε πόσο εύκολα δεχόμαστε τη βόλεψη, την επιτυχία, τη χαρά, την καλή είδηση που μας αφορά και πόσο δύσκολα ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη θυσία, θα συνειδητοποιήσουμε ότι οφείλουμε να καταβάλουμε προσπάθεια παρουσίας, αφήνοντας ανοιχτό το εκκλησάκι της γενναιοδωρίας μας. Αν σκεφτούμε, θα συνειδητοποιήσουμε ότι η πορεία είναι πάντα ίδια: απ’ την Ευλογία στην Καταδίκη, απ’ τον Θρίαμβο στη Σταύρωση κι απ’ την Αγάπη στην Εγκατάλειψη. Κάθε χρόνο, όλο και πιο αδύναμη η ανθρωπότητα της Πίστης. Γιατί η μνήμη της Κυριακής, γίνεται πάντα η λήθη της Δευτέρας…