«Μια μάνα» – Ρεβάνς Ερμηνεύει η Ρίτα Αντωνοπούλου!

«Μια μάνα» – Ρεβάνς

Ερμηνεύει η Ρίτα Αντωνοπούλου Στίχοι – μουσική:  Αστέρης Κωνσταντίνου 

Οι Ρεβάνς με αφορμή την “Παγκόσμια ημέρα της μητέρας” (Κυριακή 9 Μαΐου) μας παρουσιάζουν το καινούργιο τους τραγούδι «Μια μάνα» με τη συμμετοχή της εξαιρετικής Ρίτας Αντωνοπούλου. Το τραγούδι «Μια μάνα» περιέχεται στο νέο τους album με τίτλο “Τσάι στο Παλέρμο”.   

Πρόκειται για ένα τραγούδι που γράφτηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 2018.
Η έννοια της Μάνας βρίσκει σύμβολο στο πρόσωπο της Μάγδας Φύσσα και φτάνει μέχρι τις μανάδες του Διστόμου, της Κανδάνου και του Χορτιάτη που σφαγιάστηκαν μαζί με τα παιδιά τους, από τους ναζί και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Η Μάνα δεν επιθυμεί δικαίωση, διότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Επιθυμεί τη μνήμη και τον αγώνα. Στέκεται έξω από τη σπηλιά του τέρατος με έναν αναμμένο δαυλό στο χέρι, μας δείχνει τον τρόπο και γίνεται Μάνα όλων των μανάδων και όλων των παιδιών του κόσμου.
Με τη Μάγδα λοιπόν, με τις μέλισσες, με τη μνημοσύνη, με τη Μάνα.

Credits

Έπαιξαν οι μουσικοί Αστέρης Κωνσταντίνου (ακουστική κιθάρα), Χρήστος Ελ. Παπαδόπουλος (κλαρινέτο), Άρης Αλβανός (ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο, πλήκτρα), Στέλιος Τσομπανίδης (τύμπανα), Τίμος Αναστασιάδης (βιολί)
και Αστέριος Πούφτης (τσέλο).

Η ηχογράφηση και η μίξη έγιναν από τον Άρη Αλβανό (Analogio music production) ενώ το mastering από τον Γιάννη Μπαξεβάνη (Sierra studio).

Τα τύμπανα ηχογραφήθηκαν στο AMS STUDIO από τον Άρη Αλβανό και βοηθό τον Στέλιο Τσομπανίδη.

Το τσέλο και η φωνή της Ρίτας Αντωνοπούλου ηχογραφήθηκαν στο ΣΥΝ ΕΝΑ STUDIO με ηχολήπτη τον Γιάννη Ταβουλάρη.

Στίχοι: “Μια μάνα

Μια μάνα κλαίει για φως σαρώνεται στο χρόνο

τα μάτια της καπνός κοιτά το δολοφόνο,

τη μια στιγμή βουβός την άλλη λιμασμένος,

σα γνώριμος παλιός κι από καιρούς φερμένος.

Τον έμαθε καλά στου Δίστομου τα μέρη

κουκούλα να φορά να δείχνει με το χέρι.

Μια μάνα δεν ξεχνά και κάθε αυγή ψηλώνει

κι απλώνει σα σκιά εκεί που η γη τελειώνει.

Το χέρι του φονιά δεν ξέρει να φιλιώνει

μηδέ να πολεμά μα ξέρει να σκοτώνει,

ντυμένος με πατρόν κι από χαρτί φτιαγμένος

γυρνά στο παρελθόν θλιβός κι υποταγμένος.

Στην Κάνδανο φωτιά,στο φούρνο στο Χορτιάτη,

τον είδα να περνά με μίσος και με άχτι,

μια μάνα ξαγρυπνά και πίνει τον καφέ της

στο σπίτι μου γυρνά και σπάει ο καθρέφτης.

Ο κόσμος προσπερνά αδιάφορος και μόνος

και όσο λησμονά ξυπνάει ο δολοφόνος,

μια μάνα δεν ξεχνά και λίγο πριν να φύγει

θα κάψει τη σπηλιά που ζει το μαύρο φίδι.