Η Λαμπρινή Θάνου σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη
“Θεωρώ πως οι ηθοποιοί καλούνται, δυστυχώς συχνά, από καταβολής του Θεάτρου, να αποδείξουν ότι είναι άνθρωποι που μπορούν να λειτουργήσουν κάτω από αντίξοες συνθήκες. Να αντέξουν, να υπερβούν, να παραμερίσουν τις προσωπικές τους δυσκολίες, πάσης φύσεως και να σταθούν επί σκηνής θαυμαστά.”
Πώς από τις σπουδές Νομικής και Παιδαγωγικής προέκυψε η Υποκριτική; Το ενδιαφέρον μου και η αγάπη μου προς την Υποκριτική μεγάλωναν μαζί μου. Είχα ερεθίσματα από τους γονείς μου που αγαπούν τον ελληνικό κινηματογράφο, την καλή μουσική και το Θέατρο. Ο πατέρας μου, θεωρώ τώρα πια πως ήταν ο πρώτος μου «σκηνοθέτης», μετέτρεπε το σαλόνι μας, στα Γρεβενά όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, σε «σκηνή», με αγάπη, με μεράκι, με έναν προβολέα, μουσική και την πρώτη κάμερα του (σημειωτέον τη δεκαετία του ’80 οι κάμερες ήταν πολύ μεγάλες και βαριές). Στο Δημοτικό άρχισε να γίνεται εμφανές και το δικό μου ενδιαφέρον και η αδυναμία μου προς τη δραματική τέχνη, κυρίως προς τους Έλληνες ηθοποιούς των χρυσών δεκαετιών του Ελληνικού Κινηματογράφου, τους οποίους δεν χόρταινα να βλέπω μέσα από την οθόνη ξανά και ξανά ωσότου άρχισα να ξεσηκώνω τα σενάρια και να τους δίνω δική μου μορφή, να γράφω σκετσάκια, να μοιράζω ρόλους στον εαυτό μου, στην αδερφή μου, στα ξαδερφάκια μου και να τα παρουσιάζουμε έπειτα στις οικογενειακές μας γιορτές. Στην Α’ Λυκείου μου δόθηκε η δυνατότητα να παρακολουθήσω ως επιλεγόμενο το μάθημα «Στοιχεία Θεατρολογίας» και μέσω αυτού συμμετείχα στην πρώτη μου οργανωμένη θεατρική σχολική παράσταση. Εκεί συνειδητοποίησα ότι η παρακολούθηση του θεατρικού μαθήματος μου έδινε μια χαρά που δεν μου έδιναν όλα τα υπόλοιπα μαθήματα, καίτοι ήμουν καλή μαθήτρια. Έπειτα υπερίσχυσαν το άγχος των Πανελληνίων, οι ανησυχίες και οι αντιρρήσεις του κοινωνικού μου περιβάλλοντος αλλά και η δική μου ανωριμότητα ως προς τα «θέλω» μου και έτσι διάβηκα το κατώφλι της Νομικής την οποία σπούδασα και άσκησα επαγγελματικά για αρκετά χρόνια. Το ίδιο συνέβη και με τη σπουδή μου επάνω στην Παιδαγωγική επιστήμη η οποία ωστόσο ήταν αρκετά μικρότερη σε διάρκεια και δεν την έχω μέχρι σήμερα υπηρετήσει σε επαγγελματικό επίπεδο. Συμπερασματικά η απάντηση μου είναι ότι η Υποκριτική δεν προέκυψε στην πορεία αλλά πλέον καταλήγω στο ότι προϋπήρχε μέσα μου. Μια σειρά από προσωπικές συγκυρίες και εμπειρίες μου φώτισαν το δρόμο προς τα εκεί όπου η καρδιά χτυπούσε πιο χαρούμενα, προς τη Θεσσαλονίκη και την ΑΝΩΤΕΡΗ ΣΧΟΛΗ ΔΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΡΟΝΤΙΔΗ.
Παράλληλα και Ωδείο και χορός και μουσική και κατασκευές μαριονετών. Πώς συνδυάζονται όλα αυτά; Τα μαθήματα Φωνητικής, μουσικής και χορού είναι ενταγμένα στο πρόγραμμα σπουδών της Δραματικής σχολής αλλά δεν μου αρκούσαν. Kατάλαβα πολύ γρήγορα ότι είναι όλοι κρίκοι της ίδιας αλυσίδας. Για εμένα και οι δύο αυτές τέχνες είναι αναπόσπαστα, άρρηκτα συνδεδεμένα κομμάτια της Δραματικής τέχνης και επάνω στα οποία ο ηθοποιός οφείλει να καταρτιστεί. Παρακολούθησα πράγματι μαθήματα κατασκευής θεατρικής μαριονέτας στο εργαστήρι δύο υπέροχων γυναικών της κυρίας Λίτσας Μπήτιου και της κόρης της Χριστίνας Μπήτιου στη Θεσσαλονίκη. Είναι μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα, δύσκολη, δημιουργική, βαθιά καλλιτεχνική και μαγευτική διαδικασία η κατασκευή της μαριονέτας. Από την έμπνευση και τη σχεδίαση στο χαρτί της υπόστασής της, ως μορφή και ως προσωπικότητα, μέχρι το πλάσιμο του προσώπου της και του υπόλοιπου σώματος εν συνεχεία. Είναι μαγευτική η στιγμή που αρχίζει να παίρνει έκφραση το πρόσωπο της κούκλας σου. Παίρνει πνοή από την πνοή σου. Σχεδόν δεν το ελέγχεις. Δυστυχώς έμεινα σε πολύ αρχάριο επίπεδο αλλά ήταν αρκετό για να διαπιστώσω ότι η κούκλα παίρνει με έναν μυστήριο ασυναίσθητο σχεδόν τρόπο στοιχεία από τον πλάστη της. Το καλό Θέατρο μαριονέτας είναι σπουδαίο θεατρικό είδος και δυστυχώς λείπει από τη θεατρική μας παιδεία η ορθή εκπαίδευση επάνω σε αυτό.
Που είναι οι συνθήκες εύρεσης εργασίας δυσκολότερες για έναν καλλιτέχνη; Στην επαρχία ή στην Αθήνα; Είναι δυσκολότερες στην επαρχία. Δεν προκύπτουν εύκολα οι δυνατότητες για εργασία στο Θέατρο στην Ελληνική επαρχία. Η δική μου γνώμη, μέσα από την ταπεινή μου εμπειρία έως σήμερα, είναι ότι δυστυχώς μόνο μέσω του ταλαιπωρημένου θεσμού των ΔΗΠΕΘΕ μπορούν να υπάρξουν τέτοιες δυνατότητες. Ένας ιδιωτικός θεατρικός φορέας ή ιδιώτης δύσκολα μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας με κάποια σταθερότητα στην επαρχία. Οι πρώτες μου επαγγελματικές δουλειές στο Θέατρο ήταν σε περιοδεύοντες θιάσους σε όλη την Ελλάδα και έχω μόνο ευτυχισμένες αναμνήσεις από την προσέλευση και τη χαρά του κόσμου. Αλλά όταν αναζήτησα εργασία μέσα από ακροάσεις σε περιφερειακά θέατρα διαπίστωσα εκ των έσω τη στενότητα έως ανυπαρξία θα έλεγα των εργασιακών δυνατοτήτων που προσέφεραν.
Είσαστε στην Αθήνα από το 2017. Σας κέρδισε θα λέγατε η πρωτεύουσα γιατί έχετε κάνει πολλά πράγματα,και στην Θεσσαλονίκη. Την Αθήνα έχω ζήσει περισσότερο από μικρή όταν ταξίδευα συχνά σε αυτή με την οικογένεια μου. Στην Αθήνα έχω ζήσει τα περισσότερα χρόνια της μετασχολικής ζωής μου αφότου πέτυχα στη Νομική σχολή. Στην Αθήνα πρωτοεργάστηκα ως Δικηγόρος. Από την Αθήνα δραπέτευσα γιατί η καθημερινή μου ζωή από ένα σημείο και έπειτα δεν είχε χαρά. Στη Θεσσαλονίκη βρέθηκα αναζητώντας αυτή τη χαρά. Και εκεί σπούδασα τη Δραματική τέχνη στην ΑΝΩΤΕΡΗ ΣΧΟΛΗ ΔΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΡΟΝΤΙΔΗ από το 2011 έως το 2017. Η ευγενική φυσιογνωμία και η θερμή υποδοχή του κυρίου Γιώργου Ροντίδη, της Μαίρης Μούσσα και όλων των ανθρώπων που πρωτογνώρισα εκεί, σπουδαίων δασκάλων και χαρισματικών συμμαθητών, ήταν για εμένα ένα πολύτιμο διαβατήριο σε μια ευτυχισμένη τολμώ να πω περίοδο ζωής που διήρκησε 6 χρόνια. Για εμένα είναι φοβερά εύστοχη και βιωμένη η ρήση που αποδίδεται στο Θεσσαλονικιό Βυζαντινό λόγιο Νικηφόρο Χούμνο και θα ήθελα να αναφέρω «Κανείς δεν μένει χωρίς πατρίδα όσο θα υπάρχει η Θεσσαλονίκη». Θα είμαι αιώνια ευγνώμων στην πόλη αυτή και σε όλες τις εμπειρίες που απλόχερα μου προσέφερε. Ευτύχησα να ζήσω εκεί σημαντικές συνεργασίες με σπουδαίους ανθρώπους και καλλιτέχνες. Δυστυχώς όμως και σε συνέχεια της προηγούμενης μου απάντησης, οι εργασιακές συνθήκες στο Θέατρο γίνονταν όλο και πιο περιορισμένες ολοένα και πιο περιοριστικές για εμένα στη Θεσσαλονίκη.. Τη νοσταλγώ βαθιά και την ευγνωμονώ δυό φορές, Την πρώτη γιατί με καλοδέχτηκε και τη δεύτερη γιατί αφήνοντας με να την αφήσω, μου άνοιξε το δρόμο ξανά προς την Αθήνα, προς μια νέα περίοδο ζωής, μέσα σε έναν ποιοτικό, ιδιαίτερα ενεργό Θεατρικό χώρο, κοντά σε έναν σοβαρό και βαθιά αφοσιωμένο στο Θέατρο άνθρωπο τον οποίο εκτιμώ και θαυμάζω. Σας μιλώ για το Θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ και τον ιδρυτή του τον κύριο Νίκο Καμτσή.
Ένας ηθοποιός παίζει με την ίδια σοβαρότητα στην κεντρική σκηνή ενός θεάτρου με το να παίζει και σε παιδική σκηνή; Εσείς ως ηθοποιός υπηρετείτε και τα δύο. Υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα στο κλασικό ρεπερτόριο με την παιδική σκηνή; Η παιδική σκηνή του Θεάτρου ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ που είναι το ΑΕΡΟΠΛΟΙΟ είναι για εμένα εξίσου κεντρική σκηνή με τη σκηνή των ενηλίκων.
Το ΑΕΡΟΠΛΟΙΟ έχει μια αξιέπαινη πορεία 36 ακατάπαυστα δημιουργικών θεατρικών χρόνων την οποία όσο μαθαίνω τόσο περισσότερο θαυμάζω και σέβομαι και προσπαθώ με όλες μου τις δυνάμεις να υπηρετώ επάξια. Και καθώς σέβομαι εκ φύσεως και εκ πεποιθήσεως τον άνθρωπο σε όλες του τις ηλικίες δεν μπορώ να διαχωρίσω τη βαρύτητα, τη σπουδαιότητα, την ιερότητα του θεάτρου για τα παιδιά και τους εφήβους από τη βαρύτητα, τη σπουδαιότητα, την ιερότητα του θεάτρου για τους ενήλικες.
Ξεκίνησα να εργάζομαι επαγγελματικά από την Παιδική σκηνή της Δραματικής σχολής Ροντίδη το καλοκαίρι του 2011. Μέχρι σήμερα δεν έχω παύσει να υπηρετώ το θέατρο για τα παιδιά. Τα λατρεύω, τα θαυμάζω, διδάσκομαι από εκείνα και όλες μου οι δυνάμεις είναι συγκεντρωμένες στο να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος και καλύτερη ηθοποιός για εκείνα. Να τους προσφέρω όσο μπορώ περισσότερα ερεθίσματα, χαρά και δύναμη μέσα από το θέατρο.
Πώς τα προλαβαίνετε όλα; Στην πορεία της ζωής ανακαλύπτω και διαπιστώνω την τελειομανία μου. Θέλω να τα προλαβαίνω όλα. Ό,τι μου ανατίθεται και ό,τι εγώ θεωρώ χρέος να αναθέτω στον εαυτό μου θέλω να το φέρνω εις πέρας όσο θεωρώ και μπορώ καλύτερα. Είναι πράγματι πολλές οι ώρες εργασίας και σε μια δύσκολη πόλη όπως είναι η Αθήνα δεν φτάνει ο χρόνος είναι αλήθεια. Προσπαθώ λοιπόν να προλαβαίνω όσα περισσότερα όσο καλύτερα μπορώ.
Πρωταγωνιστήσατε τη φετινή θεατρική χρονιά στον Ορλάντο της Βιρτζίνια Γουλφ στο Θέατρο Τόπος Αλλού σε σκηνοθεσία του Νίκου Καμτσή. Δύσκολο έργο και προσεγμένη πολύ η παραγωγή. Πόσο εύκολο είναι να παίζετε κατά από τις συνθήκες που βιώνουμε με τον Covid; Ναι ο «ΟΡΛΑΝΤΟ» το ιδιαίτερο και παραμυθένιο για εμένα λογοτεχνικό έργο της Virginia Woolf είναι πράγματι δύσκολο εγχείρημα να αποδοθεί το ίδιο εύστοχα στη θεατρική σκηνή χωρίς να χάσει την ατμόσφαιρα του, τον λογοτεχνικό πλούτο του, τα λεκτικά ευφυή πλούσια και περίτεχνα κεντήματα της Woolf, να παραμυθιάσει, να ταξιδέψει, να διασκεδάσει, να προβληματίσει και τόσα ακόμη τον θεατή και βεβαίως χωρίς να τον κουράσει. Είναι γνωστή η δυσκολία του εγχειρήματος αυτού γι’ αυτό και δεν το συναντά κανείς εύκολα στις θεατρικές σκηνές. Και μάλιστα με πλούσια θεατρική διανομή. Ο κύριος Καμτσής με εμπνευσμένη τόλμη και όπλο τη δεινή κατ’εμέ συγγραφική του πένα, θεατρικά αλλά και λογοτεχνικά, μας εμπιστεύτηκε μια εξαιρετική, πρωτότυπη θεατρική διασκευή και μεταφορά του μυθιστορήματος της Woolf.
Το κείμενο βεβαίως πλαισιώθηκε από τα ατμοσφαιρικά και έξυπνα σκηνικά, τα υπέροχα κοστούμια της Μίκας Πανάγου, τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Γιάννη Ζέρβα, την υποβλητική μουσική του Κώστα Χαριτάτου, την εξαιρετική κίνηση του Διονύση Τσαφταρίδη, τα special prosthetics του Αλέξανδρου Λόγγου και την πολύπλευρη βοήθεια πολλών ακόμη συντελεστών που ζητώ συγγνώμη που δεν αναφέρω εδώ. Στο δελτίο τύπου της παράστασης μας βεβαίως μπορεί κάποιος να ανατρέξει και να τους βρει όλους εκεί.
Και αλίμονο βεβαίως αν δεν αναφερθώ στους εξαιρετικούς και αγαπημένους συναδέλφους ηθοποιούς με τους οποίους πορευτήκαμε στο ταξίδι αυτό. Νιώθω την ανάγκη μέσα από εδώ να ευχαριστήσω και όλους τους ανθρώπους που μας τίμησαν με τον ερχομό τους στο θέατρο. Οι συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία πράγματι είναι πολύ δύσκολες, δυσάρεστες, στενάχωρες, ασφυκτικές πολλές φορές για όλους μας. Μας έχει στερήσει με πρωτόγνωρο τρόπο ένα μεγάλο κομμάτι ελευθερίας που είναι πολύ σημαντική στη δουλειά μας. Είναι πολλές οι προεκτάσεις αυτής της στέρησης και αναφύονται σταδιακά.
Θεωρώ πως οι ηθοποιοί καλούνται, δυστυχώς συχνά, από καταβολής του Θεάτρου, να αποδείξουν ότι είναι άνθρωποι που μπορούν να λειτουργήσουν κάτω από αντίξοες συνθήκες. Να αντέξουν, να υπερβούν, να παραμερίσουν τις προσωπικές τους δυσκολίες, πάσης φύσεως και να σταθούν επί σκηνής θαυμαστά. Είναι κάτι που εκτιμώ βαθιά στο επάγγελμα αυτό και ενώ το ζω πολλές φορές κι εγώ η ίδια προσπαθώ πάντα να στέκομαι απ’ έξω και να το παρατηρώ και να το θαυμάζω και ως τρίτος παρατηρητής. Η δουλειά του ηθοποιού είναι μια δουλειά που χρειάζεται, πέρα από όλα τα υπόλοιπα, σθένος. Από πολλές πλευρές πράγματι.
Πώς είναι η συνεργασία σας με τον Νίκο Καμτσή που σκηνοθέτησε την παράσταση αλλά είναι και ο οικοδεσπότης του Τόπος Αλλού; Eξαιρετική! Θεωρώ, όπως προείπα, ότι είναι ένας σοβαρός και χαρισματικός άνθρωπος που καταφέρνει να συνδυάσει πολλές ιδιότητες. Με ακατάπαυστη διάθεση για δημιουργία και μεγάλη αφοσίωση σε αυτό που υπηρετεί. Στο Θέατρο. Τον ευχαριστώ πολύ και είμαι ευγνώμων για κάθε συνεργασία μας. Εύχομαι να είναι πάντα υγιής και δημιουργικός!
Τα μελλοντικά σας σχέδια; Eίναι πολλά καθώς το θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ είναι και θα μετέλθω εδώ μια φράση του κυρίου Καμτσή που μου έχει κάνει εντύπωση «Ένα εργοστάσιο με τα φουγάρα συνέχεια αναμμένα και τις μηχανές να καπνίζουν». Συνεχίζουμε σίγουρα με το ΑΕΡΟΠΛΟΙΟ τις παραστάσεις μας για παιδιά και εφήβους και σε πολύ επιμελημένη μορφή Live streming για όσο ακόμη η πανδημία μας ταλαιπωρεί και εμποδίζει τη φυσική μας επαφή.
Τα επόμενα μας σχέδια θα ανακοινώνονται σταδιακά ανάλογα και με την εξέλιξη της πανδημίας.
Σας ευχαριστώ θερμά για το βήμα έκφρασης που μου δώσατε!!