“Η έμπνευση για εμένα δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά μια αφηγηματική γλώσσα που προκύπτει μέσα από τα θέματα που επιλέγω, δηλαδή μικρές σκηνές που περιέχουν τις ζωές των άλλων…”
Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Γεννήθηκα στη Σπάρτη. Η φύση έχει προικίσει αυτό τον τόπο με αποτέλεσμα οι αισθήσεις να γεμίζουν με χρώματα και μυρωδιές που μένουν ανεξίτηλες στη μνήμη. Τα ζώα τα πουλιά και γενικά ο κόσμος της φύσης με συντροφεύουν από παιδί. Μετά το πέρας των σπουδών μου στην Α.Σ.Κ.Τ επέλεξα τη ζωγραφική για να εκφράσω όλη αυτή την αρμονική σχέση του ανθρώπου με τη μητέρα φύση.
Σε ποιο ρεύμα ή κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Δεν θεωρώ ότι ανήκω σε κάποιο ρεύμα, ακολουθώ μια προσωπική πορεία όπου για εμένα το χρώμα είναι ακριβώς το συναίσθημα που γεννιέται από το θέμα που επιλέγω κάθε φορά, η ένταση προκύπτει από το είδος του συναισθήματος που θέλω να εκφράσω, κάθε έργο έχει το δικό του συναισθηματικό κόσμο σαν μια εκ βαθέων εξομολογητική πράξη. Ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο ο μόνος συνδετικός κρίκος είναι η ανάγκη για την αλήθεια και την αγάπη, αν αυτό λέγεται ρομαντισμός τότε θα έλεγα ναι, αν και στην εποχή μας η έννοια αυτή είναι τόσο παρεξηγημένη.
Από που αντλείτε την έμπνευσή σας; Από τον εσωτερικό μου κόσμο που περιέχει σε μεγάλο βαθμό τις παιδικές μνήμες. Η έμπνευση για εμένα δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά μια αφηγηματική γλώσσα που προκύπτει μέσα από τα θέματα που επιλέγω, δηλαδή μικρές σκηνές που περιέχουν τις ζωές των άλλων, στην προκειμένη περίπτωση την ψυχική ανάγκη τόσο τη δική μου όσο και του θεατή φαντάζομαι.
Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Ποίηση και λογοτεχνία μαζί με τη μεγάλη μου αγάπη τον κινηματογράφο είναι η δεξαμενή υλικού για ό,τι με συνεπαίρνει και μου δίνει το ερέθισμα για τη δημιουργία του κάθε έργου. Από το χώρο της ζωγραφικής μεταξύ πολλών μου αρέσουν (Piero della Francesca, Sandro Botticelli, Paul Gauguin, Louis Valtat, Pierre Bonnard, Balthus, ο δάσκαλος μου στη σχολή Δ. Μυταράς).
Ποιά είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Να είμαι ειλικρινής με το έργο μου απέναντι σε μια αλήθεια που περιέχει την ηθική υπόσταση του θεατή. Η αθωότητα πιστεύω ότι δεν είναι κάτι μακρινό συνυφασμένο μόνο με την παιδική ηλικία, η ηθική της διάσταση μας συντροφεύει σε όλη μας τη ζωή.
Πόσο αποδεκτή είναι η Τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στο δημόσιο χώρο; Πάντοτε ήταν περιορισμένος ο ρόλος της Τέχνης από τη διαμόρφωση μιας παιδείας που αφορά το ευρύ κοινό. Είναι φυσικό νομίζω για το λεγόμενο δημόσιο χώρο μια αισθητική που δεν την έχει μάθει να μην την έχει και ανάγκη.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Αισθάνομαι πάντοτε την ίδια ανάγκη, ενός ανθρώπου που ψάχνει να βρει σε εικόνες ανάμεσα σε ένα κόσμο βίας απαξίωσης, οργής και θυμού το σημείο εκείνο που τον συνδέει με ένα παρελθόν ηθικής των ανθρώπινων σχέσεων όπου το μεταφυσικό δεν είναι και τόσο μεταφυσικό αλλά η ίδια η ζωή που πολλές φορές ξεχνάμε να ζήσουμε, αυτό είναι και παραμένει για μένα το ζητούμενο για να συνεχίσω να ζωγραφίζω.