Ήρα Σαρακηνού, Ψυχολόγος–Ψυχοθεραπεύτρια–Ομαδική Αναλύτρια
«Ποτέ δεν ήμουν αρκετά καλός για τους γονείς μου, ποτέ δεν αναγνώρισαν στο ελάχιστο ό, τι κι αν έκανα στη ζωή μου μέχρι τώρα… Μάλλον άλλα περίμεναν από μένα ή απλά το παιδί που ήθελαν δεν ήμουν εγώ…
Η ζωή μου παραμένει ένας ψυχοφθόρος αγώνας να τους αποδείξω ότι αξίζω… Δυστυχώς όμως, μάλλον, είμαι ανεπαρκής και ο εφιάλτης μου συνεχίζεται στη δουλειά μου όπου πασχίζω να ακούσω μια καλή κουβέντα από ανωτέρους μου, ή να πιάσω ένα νεύμα επιβράβευσης, να νιώσω αποδεκτός, ίσως και ότι με εκτιμούν, αλλά μάταια…», ανέφερε κατά τη διάρκεια της θεραπείας του ένας νέος άνθρωπος, καταξιωμένος επαγγελματικά, υψηλού μορφωτικά επιπέδου, και γονιός.
Με δάκρυα στα μάτια, ακόμα και με λυγμό, έλεγε ότι ίσως είναι πιο «slow» (αργός) από τους συναδέλφους του, ότι οι άλλοι είναι πιο έξυπνοι, πιο γρήγοροι και πιο γνώστες κι ότι έχουν καταλάβει την αδυναμία του.
Η εμπιστοσύνη ξεκινά να χτίζεται μέσα από την οικογένειά μας. Κατά τον αναπτυξιακό ψυχολόγο Ε. Erikson, όταν γεννιέται ένα βρέφος έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στο περιβάλλον του και στους γονείς του ότι θα το φροντίσουν και θα ικανοποιήσουν κάθε ανάγκη του. Η περισσή αγάπη και η περιποίηση που εισπράττει θα το βοηθήσουν να αναπτύξει το συναίσθημα της βασικής εμπιστοσύνης και της ασφάλειας. Έτσι, μεγαλώνοντας, θα νιώθει πως μπορεί να ανοίξει τα φτερά του, θα έχει πίστη στον εαυτό του, θα είναι αισιόδοξο, θα τολμά νέα πράγματα, θα νιώθει την αποδοχή και την ενθάρρυνση των γονιών του, ακόμα και στα λάθη του, και θα έχει την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται προκειμένου να εξελιχθεί σαν κοινωνικός άνθρωπος και σαν επαγγελματίας.
Τι συμβαίνει όμως όταν οι άνθρωποι που σε έφεραν στο κόσμο λειτούργησαν με τρόπο που σε τραυμάτισε, εντέλει, ψυχικά;
Υπάρχει μία κατηγορία γονιών που ασκούν συχνά έντονη κριτική στα παιδιά τους γιατί εκείνοι ξέρουν «καλύτερα», χωρίς να τους δίνουν το χρόνο να εκφραστούν, χωρίς να τα επιβραβεύουν ποτέ και για τίποτα και συχνά τα συγκρίνουν με κάποιο άλλο παιδί (αδελφό, συμμαθητή, γείτονα).
Αυτοί οι γονείς είναι που επιθυμούν να γίνουν ότι δεν έγιναν μέσω των παιδιών τους (γιατροί, επιστήμονες, κλπ.), απαιτώντας υψηλές επιδόσεις στο σχολείο. Είναι αυτοί που κάνουν και αστεία εις βάρος των παιδιών τους για κάποιο χαρακτηριστικό τους που τους ενοχλεί, π.χ. το ύψος τους ή η γρηγοράδα τους. Είναι αυτοί που πάντα με κάποιο μαγικό τρόπο, τους υπενθύμιζαν ότι δε θα τα καταφέρουν… που τους αμφισβητούσαν.
Η αναγνώριση λοιπόν που δε πήρανε σαν παιδιά για να αισθανθούν σιγουριά για τον εαυτό τους γίνεται ένας εφιάλτης στην ενήλικη ζωή τους κι έτσι μέσα από άλλους (π.χ. ανωτέρους, αφεντικά) ψάχνουν να βρουν την ταυτότητά τους, την αξία τους την επιτυχία τους, τον εαυτό τους.
Η ανάγκη τους να είναι αποδεκτοί, αρεστοί, να τους συμπαθούν και να τους επιβραβεύουν, αν δεν ικανοποιηθεί μπορεί να τους οδηγήσει σε θλίψη και απογοήτευση.
Εν κατακλείδι, ένα παιδί που μεγαλώνει με την «άφθονη» αγάπη των γονιών του σε ένα ήρεμο και ασφαλές οικογενειακό πλαίσιο, όπου η κάθε προσπάθειά του επιβραβεύεται και η αποδοχή εκφράζεται με χίλιους τρόπους, είναι σίγουρο ότι ως ενήλικας θα έχει αυτοπεποίθηση, θα αγαπήσει, θα αγαπηθεί και θα μεγαλουργήσει!
Από την Ήρα Σαρακηνού, Ψυχολόγο–Ψυχοθεραπεύτρια–Ομαδική Αναλύτρια