Συνέντευξη στη Μαίρη Γκαζιάνη*
Η Ζέτα Κουντούρη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπήρξε μέλος του Επιστημονικού Διδακτικού Προσωπικού, δίδαξε από το 2007 έως το 2009 Δημιουργική Γραφή στο Εργαστήρι της Φοιτητικής Λέσχης. Διηγήματά της έχουν ανθολογηθεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Ισπανία και Ιταλία) κι έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Είστε συγγραφέας. Μιλήστε μας για τον άνθρωπο Ζέτα.
ΖΕΤΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ: Δεν μου είναι πολύ εύκολο να μιλάω για μένα. Και φυσικά, όταν το κάνω αναρωτιέμαι αν η εικόνα που δίνω είναι η πραγματική ή εκείνη που έχω εγώ για τον εαυτό μου. Θεωρώ πάντως ότι, όπως οι περισσότεροι συγγραφείς, κρύβω ένα βαθιά μελαγχολικό χαρακτήρα. Αυτή μου η παραδοχή είμαι σίγουρη ότι θα ξάφνιαζε ακόμη και το πολύ κοντινό μου περιβάλλον, αφού προς τα έξω εμφανίζομαι ως επί το πλείστον χαρούμενη και γελαστή. Κι αυτό γιατί λατρεύω το χιούμορ και το χρησιμοποιώ όσο πιο συχνά μπορώ. Άλλωστε υπάρχει πάντα η ευχέρεια να βγάλω στο γράψιμο τα όποια σκοτεινά εσώψυχά μου! Κατά τα άλλα είμαι συνεπής, ενίοτε κουραστικά τελειομανής και αφοσιωμένη στην οικογένεια και στους φίλους μου. Ένας μάλλον συνηθισμένος άνθρωπος.
Μ.Γ.: Ποιο ήταν το έναυσμα ώστε ν’ ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Ζ.Κ.: Δε νομίζω ότι υπήρξε κάποιο ιδιαίτερο έναυσμα. Πιστεύω η συγγραφή ξεκίνησε μέσα μου με μια διαδικασία μοναχική πριν ακόμη μάθω να γράφω. Θυμάμαι σε προσχολική ηλικία να πηγαίνω τα ηλιόλουστα πρωινά με τη μητέρα μου και μια αγαπημένη θεία περίπατο στο πάρκο, στο Πεδίο του Άρεως, και, κρατώντας αγκαλιά τη μονάκριβη κούκλα μου, να μιλάω δυνατά και να της διηγούμαι παράδοξες ιστορίες που ξεπήδαγαν, ανεξήγητο πώς, από την παιδική ψυχή μου και μ’ έκαναν να νιώθω ευτυχισμένη. Οι περαστικοί κάποιες φορές με κοίταζαν και χαμογελούσαν. Ευγνωμονώ τη μητέρα μου γιατί, ανάμεσα σε πολλά άλλα, σεβάστηκε απόλυτα εκείνο το κομμάτι του εαυτού μου και ποτέ δεν το σχολίασε, ούτε αστειεύτηκε μ’ αυτό. Προσποιούνταν ότι δεν με πρόσεχε καν, ενώ είμαι σίγουρη ότι άκουγε τα πάντα. Όταν μεγάλωσα αρκετά και τη ρώτησα σχετικά με τη στάση της εκείνη την εποχή, μου απάντησε: «Το ήξερα από τότε ότι θα γίνεις κάποια στιγμή συγγραφέας. Και σε καμάρωνα!»
Μ.Γ.: Υπήρξε κάποιος που σας ενθάρρυνε στα πρώτα συγγραφικά σας βήματα;
Ζ.Κ.: Αν εξαιρέσουμε τον ρόλο της μητέρας μου, που ήδη ανέφερα, είχα την τύχη στο σχολείο να έχω εξαιρετικές φιλολόγους, οι οποίες εκτός από το ότι με δίδαξαν γράμματα μ’ έκαναν να αγαπήσω το γράψιμο και το βιβλίο γενικότερα. Αργότερα, στα πρώτα συγγραφικά μου βήματα είχα την ακόμη μεγαλύτερη τύχη να με ενθαρρύνουν δάσκαλοι του κύρους του Ρένου Αποστολίδη, του Νίκου Φωκά και του Κώστα Τσιρόπουλου. Τους οφείλω ευχαριστίες και ευγνωμοσύνη.
Μ.Γ.: Τι είναι αυτό που δεν αντέχετε ως άνθρωπος ή/και ως συγγραφέας;
Ζ.Κ.: Είναι περισσότερα από ένα αυτά που δεν αντέχω. Όπως, επί παραδείγματι, η υποκρισία, η αχαριστία και η αδικία. Και ακόμη περισσότερο ο κάθε μορφής ρατσισμός, που τον θεωρώ αιτία για τα μεγαλύτερα δεινά που έχει υποστεί η ανθρωπότητα μέχρι σήμερα.
Μ.Γ.: Το νέο σας βιβλίο έχει τον τίτλο «Κασκόλ από κασμίρι». Με τι έρχεται σε επαφή ο αναγνώστης στις σελίδες του;
Ζ.Κ.: Όπως και στα περισσότερα βιβλία μου, έτσι και στο «Κασκόλ από κασμίρι», ο αναγνώστης, μέσα από ιστορίες της διπλανής πόρτας, έρχεται σε επαφή με τη δυσκολία που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες ανθρώπινες σχέσεις, και κυρίως τις πιο κοντινές. Ένας γάμος που στηρίζεται σε σαθρές βάσεις με μυστικά και ψέματα, δυο παιδιά που ζουν στη δυσλειτουργική του ατμόσφαιρα, φίλοι, και οικογένεια συνθέτουν τον καμβά της αφήγησης. Η Μιράντα, η κεντρική ηρωίδα μου διατηρεί μακροχρόνια εξωσυζυγική σχέση με τον νεανικό της έρωτα, ενώ ο Ευγένιος, ο άντρας της, γίνεται διαρκώς και πιο απόμακρος. Ένα ανώνυμο γράμμα θα αναστατώσει την επίπλαστα ήρεμη ζωή του ζευγαριού και θα ανατρέψει τα πάντα γύρω τους, προσθέτοντας στην ιστορία ανατροπές που θα της προσδώσουν τους τόνους του αστυνομικού νουάρ. Τα κομμάτια που συνθέτουν το παζλ θα μπουν στη θέση τους λίγο πριν από το τέλος. Τότε που και ο αναγνώστης θα ανακαλύψει ποιοι είναι οι ένοχοι και ποιοι οι αθώοι και πόσο συχνά οι ρόλοι εναλλάσσονται.
Μ.Γ.: Ποιο ήταν το κίνητρο για να γράψετε για το συγκεκριμένο θέμα;
Ζ.Κ.: Κατά κανόνα δεν ξεκινάω να γράφω έχοντας κάποιο συγκεκριμένο κίνητρο. Σε στιγμές μοναχικές κάποιοι από τους ήρωές μου με επισκέπτονται και μου ζητούν επιτακτικά να πάρω μέρος στις ζωές τους ή τουλάχιστον να ασχοληθώ μαζί τους. Μπορεί να είναι ένας καβγάς στο διπλανό σπίτι. Ένα τηλεφώνημα. Ένας έφηβος που γράφει στους ξένους τοίχους ή βασανίζει ένα ζώο. Το χαμηλωμένο βλέμμα μιας γυναίκας με φθαρμένα ρούχα έξω από το σουπερμάρκετ. Στην προκειμένη περίπτωση ίσως να με κινητοποίησε το γεγονός ότι σ’ ένα δασάκι κοντά στο σπίτι μου βρέθηκε χτυπημένη και αναίσθητη μια νεαρή γυναίκα.
Τα υπόλοιπα ήρθαν μόνα τους…
Μ.Γ.: Κατά τη διάρκεια της συγγραφής τα προσωπικά συναισθήματα του συγγραφέα εκφράζονται μέσω της γραφής του;΄
Ζ.Κ.: Νομίζω ότι είναι αδύνατο να συμβεί διαφορετικά. Όσο και αν προσπαθείς να πάρεις αποστάσεις δεν είναι δυνατόν να μη παραμείνει στο κείμενο το προσωπικό σου στίγμα. Αυτά που ο ίδιος κατά βάθος νιώθεις. Γι’ αυτό πολλές φορές λέω, και το πιστεύω, ότι ο καλύτερος τρόπος αν θέλεις να γνωρίσεις έναν συγγραφέα δεν είναι να διαβάζεις τις συνεντεύξεις του αλλά τα βιβλία του. Σ’ αυτά, ακόμη και να θέλει, δεν γίνεται να κρυφτεί.
Μ.Γ.: Υπάρχουν αξίες που ακυρώνονται (από πρόσωπα ή καταστάσεις) και άλλες που αναδεικνύονται μέσα από την ιστορία που αφηγείστε;
Ζ.Κ.: Οι αξίες, ενώ θα έπρεπε, πιστεύω πως δυστυχώς δεν παραμένουν σταθερές στην καθημερινότητά μας. Ομοίως ούτε στην πορεία μιας μυθιστορηματικής αφήγησης. Υπάρχουν αξίες όπως η φιλία, ο γάμος, ο έρωτας, η οικογένεια που στο συγκεκριμένο βιβλίο μου κάποιοι από τους ήρωές μου τις αναδεικνύουν, ενώ άλλοι με τη συμπεριφορά τους τις ακυρώνουν. Αυτό που θέλω να ελπίζω είναι πως στο τέλος αναδεικνύεται η αναμφισβήτητη αξία της συγγνώμης, που μπορεί να εξιλεώσει και να οδηγήσει τον καθένα στην κάθαρση.
Μ.Γ.: Υπάρχει κάποιο βιβλίο που σας επηρέασε ως άνθρωπο ή ως συγγραφέα και ποιο είναι αυτό;
Ζ.Κ.: Μου είναι δύσκολο να αναφέρω μόνο ένα βιβλίο που να με επηρέασε. Θυμάμαι τον εαυτό μου από παιδί να τρυπώνω στη βιβλιοθήκη του σπιτιού μου και να ανακαλύπτω μυθιστορήματα που οι γονείς μου θεωρούσαν τότε ως ακατάλληλα για την ηλικία μου. Ανακαλώ ακόμη τη μαγεία που ασκούσαν πάνω μου. Σήμερα, έχοντας διαβάσει ρωσική λογοτεχνία και κυρίως κάποια μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι ή τον Ξένο και την προφητική Πανούκλα του Καμί, βρίσκω ότι είναι άδικο να αναφερθώ μόνο σε ένα από αυτά. Άλλωστε πιστεύω ότι τα βιβλία που επιλέγω να διαβάσω εξακολουθούν και θα εξακολουθούν πάντα να με επηρεάζουν.
Μ.Γ.: Οι κριτικές παίζουν ή δεν παίζουν ρόλο στην πορεία ενός βιβλίου και γιατί;
Ζ.Κ.: Είναι γεγονός ότι είναι τεράστιος ο αριθμός των βιβλίων, ελληνικών και ξένων, που γεμίζουν κάθε τόσο τους πάγκους των βιβλιοπωλείων. Ο αναγνώστης, όσο και να το επιθυμεί, είναι αδύνατο να έχει προσωπική άποψη για τα περισσότερα από αυτά. Επομένως, όταν θελήσει να επιλέξει ένα που να τον ενδιαφέρει θα αναζητήσει από κάπου (φίλους, γνωστούς ή τον βιβλιοπώλη του) πληροφορίες. Ένας ιδιαίτερα ασφαλής τρόπος είναι η γνώμη των κριτικών, κι αυτό γιατί οι κριτικές, πέραν της αξιολόγησης που κάνουν στο βιβλίο – αναμφισβήτητα υποκειμενικής, αφού συχνά εμφανίζονται αντικρουόμενες – δίνουν και στοιχεία σχετικά με την υπόθεσή του. Αποτελούν, επομένως, μια σαφή πρώτη καθοδήγηση για τον ενδιαφερόμενο.
Μ.Γ.: Ένα βιβλίο πρέπει να έχει μηνύματα ή απλά να ευχαριστεί τον αναγνώστη;
Ζ.Κ.: Πιστεύω ότι όλα τα βιβλία θέλουν κάτι να περάσουν στον αναγνώστη. Διαβάζοντας μια ιστορία, είτε αυτή απευθύνεται σε παιδιά είτε σε ενήλικες, παρατηρούμε ότι ο συγγραφέας εκφράζει μέσα σ’ αυτήν, εκών άκων, τις προσωπικές του απόψεις γύρω από την πραγματικότητα στην οποία κινεί τους ήρωές του. Αν, τώρα, καταφέρει να το κάνει και με τρόπο ευχάριστο, τόσο το καλύτερο!
Μ.Γ.: Αν αναζητούσατε το βαθύτερο μήνυμα του βιβλίου σας, ποιο θα ήταν αυτό κατά τη γνώμη σας;
Ζ.Κ.: Αναρωτιέμαι κι εγώ… Ίσως ότι δεν θα πρέπει να αναζητούμε την τελειότητα για ν’ αποδεχτούμε και να αγαπήσουμε κάποιον. Οι ήρωές μου είναι όλοι άνθρωποι ατελείς, με πληθώρα ελαττωμάτων, όπως οι περισσότεροι από εμάς. Κι ακόμη ότι σχεδόν ποτέ τα πράγματα στη ζωή δεν είναι όπως εκ πρώτης όψεως φαίνονται.
Μ.Γ.: Πιστεύετε ότι οι Έλληνες διαβάζουν; Και τι είδους βιβλία επιλέγουν;
Ζ.Κ.: Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω εφόσον δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία. Ασφαλώς ένα μεγάλο ποσοστό διαβάζει. Η ανάγνωση είναι ένας τρόπος για να ξεφεύγει κανείς από τα προβλήματα της καθημερινότητας. ‘Ίσως γι’ αυτό πολλοί αναγνώστες επιλέγουν βιβλία ευχάριστα. Παράλληλα, ένα είδος βιβλίου του οποίου η αναγνωσιμότητα νομίζω ότι έχει τελευταία αυξηθεί ιδιαίτερα είναι το ιστορικό με στοιχεία μυθοπλασίας.
Μ.Γ.: Ποιος είναι ο επόμενος συγγραφικός σας στόχος;
Ζ.Κ.: Απολαμβάνω ένα παρόν χωρίς συγγραφικούς στόχους. Έχω όμως την αίσθηση ότι κάπου εδώ κοντά κάποιοι τύποι μού έχουν πάλι στήσει καρτέρι…
Το μυθιστόρημα «Κασκόλ από κασμίρι» της Ζέτας Κουντούρη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.
*Μαίρη Γκαζιάνη
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Μεγάλωσε στην Αθήνα όπου ζει μέχρι σήμερα και εργάσθηκε στον τραπεζικό χώρο. Στο παρελθόν ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με την φωτογραφία, τη ζωγραφική και τα τελευταία δέκα χρόνια με τη συγγραφή. Έχει πραγματοποιήσει ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές.
Την περίοδο 2011-2012 υπήρξε ραδιοφωνική παραγωγός στο magicradiolive. Από τον Νοέμβρη 2014 συνεργάζεται με το now24.gr και έχει πραγματοποιήσει πάνω από εξακόσιες συνεντεύξεις, καθώς και σχολιασμούς βιβλίων και θεατρικών παραστάσεων. Το 2016 συμμετείχε στην τηλεοπτική εκπομπή «Καλώς τους» του ΑιγαίοTV πραγματοποιώντας συνεντεύξεις σε ανθρώπους των τεχνών. Διετέλεσε Διευθύντρια Σύνταξης του on line Πολιτιστικού Περιοδικού Books and Style από Ιούλιο 2017 έως Μάρτιο 2018 οπότε αποχώρησε οικειοθελώς.
Μεγάλες της αγάπες είναι το θέατρο και ο χορός με τα οποία έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά κι έχει συμμετάσχει σε θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις.
Τον Μάιο του 2012 κυκλοφόρησε την πρώτη ποιητική της συλλογή με τίτλο «Σου γράφω…», τον Σεπτέμβρη 2013 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Ένα φεγγάρι λιγότερο» από τις εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία και τον Ιούνιο του 2014 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Τα πλήκτρα της σιωπής» από τις εκδόσεις ΄Οστρια. Επίσης, το παραμύθι της «Το ψαράκι του βυθού» συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «Παραμύθια και Μαμάδες» εκδόσεις Βερέττα 2015. Τον Ιούνιο 2017 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της «Άλικα βήματα» από την Εμπειρία Εκδοτική. Τον Νοέμβριο του 2019 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της «Ζάχαρη άχνη» από τις εκδόσεις Ωκεανός. Τον Ιούνιο 2021 κυκλοφόρησε το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ από τις εκδόσεις Ωκεανός.