Γράφει ο Παπαδόπουλος Νικόλαος – Θεολόγος, Εκπαιδευτικός
Μετά το τέλος της αρχής, αναφορικά με την πανδημία που βιώνει ο κόσμος, η δια βίου μάθηση καλείται να τεθεί ξανά σε λειτουργία. Προτεραιότητα όλων, σαφώς αποτελεί η πρόληψη μέτρων που θα διασφαλίζουν την υγεία όλων των μελών. Σίγουρα όμως κανένας εκπαιδευτικός, δεν επιθυμεί την δημιουργία μιας «υποχόνδριας» μαθητικής κοινότητας. Επεξηγώντας, τα μέτρα προστασίας και υγιεινής, οφείλουν απαραιτήτως να μεταλαμπαδεύονται στους μαθητές, ως γενικότερη νοοτροπία, είτε υπάρχει ορατός κίνδυνος είτε όχι. Αυτό φυσικά αν ο στόχος της εκπαίδευσης είναι να ζήσει και όχι απλώς να επιβιώσει αυτήν την περίοδο της πανδημίας. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί είναι σημαντικό να καλλιεργήσουν στους μαθητές την κριτική ικανότητα να αντιλαμβάνονται όσες πληροφορίες λαμβάνουν καθημερινά, ώστε να μην καταλήξουν «πολιτισμικά γριπωμένοι». Ο φόβος οδηγεί στην αποξένωση και στο μίσος, γεγονός που σίγουρα πρέπει αφενός να ληφθεί σοβαρά υπόψη και αφετέρου ν’ αποφευχθεί – αν όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η εκπαίδευση δεν επιδιώκει μόνο την επιβίωσή της.
Η προβλεπόμενη απόσταση μεταξύ των μαθητών καθώς επίσης και τα υπόλοιπα μέτρα προστασίας, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ενθαρρύνουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις της καραντίνας που προηγήθηκε. Η ανησυχητική αύξηση του άγχους και της κατάθλιψης, που όπως επιβεβαιώνουν έρευνες, ήδη έχει εμφανιστεί ως απόρροια του κοινωνικού περιορισμού και της απομόνωσης, είναι στοιχεία που οφείλουν να προβληματίσουν εγκαίρως τους αρμόδιους για την Παιδεία, καθώς στόχος δεν αποτελεί η άρον – άρον, τυπική διεκπεραίωση της σχολικής χρονιάς αλλά η ποιοτική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού γίγνεσθαι. Αναφορικά με τα εκπαιδευτικά εργαλεία που κληρονομήθηκαν από την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, σαφώς πρόκειται για τεχνολογικά εργαλεία που μπορούν ν’ αξιοποιηθούν ως συμπληρωματικά μέσα, εξελίσσοντας την εκπαιδευτική διαδικασία, ενισχύοντας τη μαθητοκεντρική προσέγγιση και καταπολεμώντας τη στείρα μετάδοση της γνώσης. Θα ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητική λοιπόν η χορήγηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με φορητούς υπολογιστές και σύγχρονα μέσα τεχνολογίας. Οι εκπαιδευόμενοι αφού ξεπέρασαν το σοκ της βίαιης εισβολής των ψηφιακών μέσων στην εκπαιδευτική διαδικασία, είναι έτοιμοι να αποκτήσουν λειτουργικές, δομικές και στρατηγικές δεξιότητες που απλόχερα τους δίνει η εμφάνιση του ψηφιακού γραμματισμού. Με αυτόν τον τρόπο, οι μαθητές εξοικειώνονται στις διαδικασίες αναζήτησης, διαχείρισης, οργάνωσης, ανάλυσης, αξιολόγησης και κατανόησης των ψηφιακών περιεχομένων, των τεχνολογικών εφαρμογών, καθώς και τις διαδικασίες δημιουργίας της δικής τους ύλης, καταλήγοντας να πλάθουν οι ίδιοι τελικά τη γνώση που αποκτούν.
Η μετάβαση στη νέα εκπαιδευτική κανονικότητα με κύριο γνώμονα βέβαια, τα πορίσματα και το πλαίσιο που θα θέσουν οι ειδικοί επιδημιολόγοι, πρέπει να διέπεται από συγκεκριμένες συνθήκες, ώστε η εκπαιδευτική διαδικασία να είναι ασφαλής, λειτουργική και συνάμα αποτελεσματική. Ως προς αυτήν την κατεύθυνση η κάθε μαθητική κοινότητα οφείλει να λειτουργεί συνολικά και να λάβει κοινές αποφάσεις αξιοποιώντας λογικές αυτοαξιολόγησης, ισότητας, αυτοδιαχείρισης και αυτονομίας. Αυτά τα χαρακτηριστικά, είναι χρήσιμο να καλλιεργηθούν ώστε να διασφαλιστεί η ασφάλεια της ομαλής σχολικής διαβίωσης μετά την κρίση που αδιαμφισβήτητα επηρέασε τους μαθητές στο σύνολό τους και να αποφευχθούν διακρίσεις και περιστατικά βίας μπροστά στη θέα της διαφορετικότητας. Με δεδομένο ότι ο φόβος κατασκευάζει εχθρούς και καταδικάζει αθώους, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τεθούν σε λειτουργία στρατηγικές που θα ισχυροποιούν την αρμονία μεταξύ των μαθητών αλλά και των δασκάλων. Αυτές οι σκέψεις με οδήγησαν στο σχολείο της οδού Βιτρύβ το οποίο τοποθετείται σε μια εργατική γειτονιά του Παρισιού κι αποτελείται από 30% περίπου ξένους εργάτες. Το σχολείο αυτό είχε το ρεκόρ σε ποσοστό σχολικής αποτυχίας, μέχρι το 1962, όταν ένας επιθεωρητής μέσης εκπαίδευσης, ο Ρόμπερτ Γκλότον, αποφάσισε να δημιουργήσει 10 πειραματικές τάξεις διδασκαλίας με 25 περίπου μαθητές η καθεμία – αριθμός πολύ μικρός για την εποχή εκείνη – επιδιώκοντας τον περιορισμό των διακρίσεων στην εκπαίδευση και την αλλαγή του περιεχομένου της εκπαίδευσης.
Η αναφορά μου σε αυτό το παράδειγμα, έρχεται να φέρει ως πρόταση για την επόμενη ημέρα της εκπαίδευσης την αξιοποίηση των σχολικών συνελεύσεων και των συλλογικών αποφάσεων, προειδοποιώντας και προλαβαίνοντας ενδεχόμενη ψυχολογική αναταραχή. Συνεχίζοντας με το παράδειγμα του σχολείου της οδού Βιτρύβ, οι μαθητές στην αρχή, ως απόρροια αντίδρασης απέναντι στην καταπίεση που βίωναν μέχρι πρότινος και στην ξαφνική εμφάνιση της κανονικότητας, δεν μελετούσαν και απουσίαζαν συστηματικά από τα μαθήματα, εκφράζοντας μια γενικότερη άρνηση. Μέσα σε λίγες μέρες όμως, οι πρώτες αντιδράσεις από τις γενικές συνελεύσεις των μαθητών, καταδίκασαν τις εν λόγω συμπεριφορές και οργάνωσαν εκ νέου το νέο εκπαιδευτικό υλικό σε συνεννόηση με τους δασκάλους. Η δύναμη της συλλογικής απόφασης έφερε την ομαλή λειτουργία του σχολείου με τους μαθητές να εξελίσσονται μέσα από τη βιωματική γνώση, παράλληλα να επιτυγχάνεται η πλήρης ανάπτυξη των προσωπικοτήτων του κάθε μαθητή, να δίνεται έμφαση στις καλλιτεχνικές δραστηριότητες καθώς επίσης και στην πολύπλευρη μάθηση μέσω της πληθώρας εξωσχολικών δραστηριοτήτων. Η αξία λοιπόν, της ουσιαστικής αξιοποίησης των σχολικών συμβουλίων, μπορεί να διευθετήσει άρτια, την διαχείριση των απροσδόκητων αντιδράσεων και ψυχολογικών καταλοίπων που δημιουργεί η ευρύτερη υπόσταση της πανδημίας. Κάθε συνέλευση θα προσφέρεται στα παιδιά και θα υπακούει στους κανόνες που τα ίδια θέτουν. Η δομή της συνέλευσης δεν θα διαφέρει από αυτή της απλής, καθημερινής, δυαδικής σχέσης και επικοινωνίας. Η σημαντικότητά της κρίνεται στα ερωτήματα τα οποία θα υπενθυμίζει και θα καλείται να απαντήσει, τα οποία θα αναφέρονται στην αξία του ανθρώπου.
Την επόμενη ημέρα της εκπαίδευσης, οι μαθητές πρέπει να συνεχίσουν να αγαπούν τον άνθρωπο και να τον αναζητούν, να υπολογίζουν τον εαυτό τους και τον διπλανό τους κι ως προς αυτή την κατεύθυνση μέσω των δικών τους συναντήσεων, ως συλλογικό όργανο λήψης αποφάσεων, να λαμβάνουν σοβαρά τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τα προβλήματα που προκύπτουν, ώστε ως ατομικότητες και μέλη μιας ομάδας, να συμμετέχουν ενεργά, να λύνουν τις διαφορές τους, να θέτουν τις διαφωνίες τους και να προσδιορίζουν τα όριά τους. Για να μείνει λοιπόν η εκπαίδευση ζωντανή και να μην επιτύχει απλώς την επιβίωσή της, συνεχίζουμε όλοι μαζί – εκπαιδευτικοί κι εκπαιδευόμενοι – ως κρίκοι της ίδιας αλυσίδας.
Κρατάμε αποστάσεις, δεν απομακρυνόμαστε όμως ο ένας από τον άλλον.