“Τα σχέδια για το μέλλον σε καλλιτεχνικό επίπεδο είναι να ολοκληρώσω την καινούρια ενότητα έργων που δουλεύω τα τελευταία δύο χρόνια και να την παρουσιάσω στο κοινό μέσα από μία ατομική έκθεση.”
Πως και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Η συστηματική ενασχόλησή μου με τη ζωγραφική και τα εικαστικά γενικότερα, ξεκινά ουσιαστικά με την εισαγωγή μου το 2000 στη Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών, στο εργαστήριο ζωγραφικής του Γιώργου Γκολφίνου.
Σε ποιο ρεύμα ή κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Το ερευνητικό μου πεδίο επικεντρώνεται στο χώρο του Art & Technology. Στη δουλειά μου πειραματίζομαι με… πειραματικές μορφές/ πρακτικές (avant-garde) της σύγχρονης τέχνης, όπως την net- art, post-Internet, κινητική & ρομποτική τέχνη, performance και video art. Σε παλαιότερά μου έργα υπάρχουν επιρροές από το μοντερνισμό και μεταμοντερνισμό, κυρίως από κινήματα όπως ο κονστρουκτιβισμός, το dada και η arte povera.
Από που αντλείτε την έμπνευσή σας; Αντλώ την έμπνευσή μου από οτιδήποτε industrial, από μηχανισμούς, από τεχνολογικά σκουπίδια (ψηφιακά και hardware), καθώς κι από άλλα ευτελή υλικά. Αισθητικά με ενδιαφέρει/ ιντριγκάρει κάθε είδους σφάλμα (error) και τα video game graphics. Χρησιμοποιώ αρκετά το γυμνό στη δουλειά μου, πολλές φορές μάλιστα με προκλητικό τρόπο. Στην ενότητα των διαδικτυακών μου έργων, σχολιάζω την ευτελή αισθητική που απορρέει από το πορνογραφικό υλικό που διακινείται στις μέρες μας στο διαδίκτυο και δεν σχετίζεται κατά τη γνώμη μου τόσο με τον αισθησιασμό, αλλά με την ακόρεστη όρεξη του σύγχρονου ανθρώπου να καταναλώσει γρήγορα περιεχόμενό, όπως καταναλώνει αχόρταγα φθηνή μόδα ή τρώει βουλιμικά κακής ποιότητας φαγητό. Στις θεματικές μου μεταξύ άλλων συμπεριλαμβάνονται οι ανθρώπινες σχέσεις, οι κοινωνικές συμβάσεις, τα κοινωνικά στερεότυπα, η σεξουαλικότητα και η πολιτική.
Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Είναι τόσοι πολλοί! Μου έρχονται αμέσως στο μυαλό οι Anselm Kiefer, Γιάννης Κουνέλλης, László Moholy-Nagy, Oskar Wilhelm Fischinger, Eduardo Kacs, Alan Rath, JODI (Joan Heemskerk and Dirk Paesmans), Vuk Cosic, Stelarc, όπως και φιλόσοφοι όπως ο Πλάτωνας, ο Kant, ο Heidegger, η Butler.
Ποιά είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Να συνεχίζω να δημιουργώ και να είμαι πρωτοποριακός σε σχέση πάντα με την καλλιτεχνική μου έρευνα. Είναι δύσκολοι οι καιροί για τους επαγγελματίες της τέχνης, τίποτα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο. Ο σύγχρονος εικαστικός δεν μπορεί να βιοπορίζεται πια μόνο από τα έργα του στην Ελλάδα. Ο εικαστικός σήμερα έχει πρωινή δουλειά ή διατηρεί επιχείρηση, καλείται να ανταπεξέλθει στις προσωπικές ή οικογενειακές του υποχρεώσεις όπως κάθε άνθρωπος και στο χρόνο που απομένει μπορεί να δημιουργεί. Δυστυχώς η χώρα μας δεν φημίζεται για την επένδυσή της στο σύγχρονο πολιτισμο και την σύγχρονη πολιτισμική ταυτότητα των Ελλήνων. Στην Ελλάδα, εδώ και χρόνια οι Έλληνες καλλιτέχνες και επιμελητές κρατάνε την επαφή με τον παλμό των εξελίξεων μέσα από δύο- τρεις Ελληνικούς θεσμούς (πχ. τις Μπιενάλε) κι άλλα τόσα μουσεία/ ιδρύματα, αλλά κυρίως από τις επισκέψεις τους σε αντίστοιχους θεσμούς και Μουσεία του εξωτερικού.
Πόσο αποδεκτή είναι η Τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στο δημόσιο χώρο; Δεν μπορει να ισχυριστεί κανείς ότι η τέχνη δεν είναι αποδεκτή στην Ελλάδα. Κάθε άλλο. Το κοινό ανταποκρίνεται, αλλά στο βαθμό της αντίληψής του. Δυστυχώς ο Έλληνας δεν είχε ούτε έχει επαρκή εκπαίδευση στο σχολείο για την τέχνη, πόσο μάλλον τη σύγχρονη τέχνη. Την στιγμή που άλλες ανεπτυγμένες χώρες έχουν καταλάβει ότι η σύγχρονη τέχνη είναι το μέλλον του πολιτισμού τους, η χώρα μας, που δεν το έχει καταλάβει, κόβει ώρες από τις τέχνες στα σχολεία και συνεχίζει να επενδύει κυρίως στον αρχαίο μας πολιτισμό που αποτελεί φυσικά και σημαντικό τουριστικό προϊόν. Η ιστορία είναι αναμφισβήτητα παρακαταθήκη, αλλά η σύγχρονη τέχνη είναι επένδυση για το μέλλον και την εξέλιξη ενός πολιτισμού. Είναι θετικό πάντως ότι για πρώτη φορά στη χώρα μας, ορίστηκε πριν λίγες μέρες θέση Υφυπουργού Σύγχρονου Πολιτισμού.
Ο Ελληνικός δημόσιος χώρος (πάρκα, δρόμοι, πλατείες, κτλ.) κυρίως μέσα από την γλυπτική έχει αφιερωθεί στο εθνικό μας αφήγημα και την ιστορική μνήμη (επαναστάσεις, αγώνες, ήρωες πολέμου, θρησκευτικούς ηγέτες, κτλ.), με απεικονιστικά κυρίως κριτήρια και δυστυχώς όχι αισθητικά.
Σε σχέση με τις τοιχογραφίες (murals) και τα graffities από την άλλη, θεωρώ ότι ο Ελληνικός δημόσιος χώρος πρωτοπορεί τα τελευταία χρόνια και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από χώρες του εξωτερικού. Αθήνα, Πάτρα και Θεσσαλονίκη κρατούν τα ηνία, δίνουν τον παλμό σε άλλες πόλεις μέσα από το παράδειγμά τους και αποτελούν προορισμούς για τους λάτρεις αυτής της μορφής τέχνης.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Απ’ όταν μετακόμισα από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα (τρία χρόνια πρίν περίπου) αποφάσισα να μειώσω την δραστηριότητά μου ως επιμελητής εκθέσεων και art manager για να βάλω σε προτεραιότητα το καλλιτεχνικό μου έργο, ξανά. Από όταν επέστρεψα από την Αμερική, ουσιαστικά γινόταν το αντίθετο.
Τα σχέδια για το μέλλον σε καλλιτεχνικό επίπεδο είναι να ολοκληρώσω την καινούρια ενότητα έργων που δουλεύω τα τελευταία δύο χρόνια και να την παρουσιάσω στο κοινό μέσα από μία ατομική έκθεση. Σε σχέση με το εκπαιδευτικό μου έργο στο Κολλέγιο Αθηνών που εργάζομαι τα τελευταία χρόνια, ελπίζω σε συνεργασία με τους εξαιρετικούς μου συναδέλφους στο Εικαστικό τμήμα να συνεχίσουμε να αναβαθμίζουμε ακόμα περισσότερο το πρόγραμμα σπουδών στα καλλιτεχνικά και να ανεβάζουμε το επίπεδο του μαθήματος μας.