Δεσποζομένη Δεσπόζουσα Η Των Ελλήνων Γλώσσα

Ο Παναγιώτης Γρηγοριάδης, καθηγητής Γερμανικών, απόφοιτος του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Polisfreepress για καίρια ζητήματα που άπτονται της Ελληνικής Γλώσσας.

Εισαγωγικό σχόλιο: Προτού μπούμε στο θέμα μας, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον φίλτατο Μιχάλη Γωνιωτάκη για τη φιλοξενία και το βήμα! Με αυτόν τον άνθρωπο έχουμε συμπληρώσει τουλάχιστον 15 μήνες άψογης συνεργασίας και δεν μπορώ να πω παρά τα καλύτερα τόσο για το ήθος όσο και τον επαγγελματισμό του!

Από πού να ξεκινήσει κανείς και πού να τελειώσει μιλώντας για την Ελληνική Γλώσσα; Η Ελληνική είναι πράγματι ένας «Γλωσσικός Λαβύρινθος» όπως ισχύει βέβαια για τη συντριπτική πλειοψηφία των υφισταμένων γλωσσών σε παγκόσμιο επίπεδο. Πάραυτα διαθέτει το εξής διπλό χαρακτηριστικό το οποίο ως έναν σημαντικό βαθμό την διαφοροποιεί από τις άλλες Ινδοευρωπαϊκές Γλώσσες: αφενός μεν το φοινικικό αλφάβητο, πάνω στο οποίο βασίστηκε και με τις κατάλληλες αναπροσαρμογές διαμόρφωσε το δικό της αυτόνομο φωνολογικό και ορθογραφικό σύστημα, αφετέρου δε τις ποικίλες φάσεις από τις οποίες διήλθε μέχρι τη μορφή με την οποία μας είναι γνωστή σήμερα ως Κοινή Νεοελληνική. Από τη Μυκηναϊκή και την Αρχαία Ελληνική μέχρι τη Βυζαντινή, την Πρώιμη και τελικώς Σύγχρονη Νεοελληνική. Θα προσπαθήσω σήμερα να θίξω από το δικό μου μετερίζι καίρια ζητήματα που άπτονται του σπουδαιότερου θησαυρού με τον οποίο ο Θεός μάς αξίωσε ως Ελληνίδες και Έλληνες να πορευόμαστε ανά τους αιώνες, τόσο στα Πάτρια Εδάφη όσο και στην Διασπορά.

Κατά πόσο έχει επηρεάσει η τριβή με την Τεχνολογία τους νέους ως προς τη χρήση της Ελληνικής; Σε σημείο προβληματισμού θα τολμούσα να έλεγα. Η Ελληνική Γλώσσα είναι από τη φύση της περισσότερο εκτεθειμένη σε κινδύνους λόγω της Τεχνολογίας συγκριτικά με άλλες γλώσσες της ίδιας ή και άλλων Γλωσσικών «Οικογενειών». Για αυτό ευθύνεται πρωτογενώς το γεγονός ότι το ελληνικό αλφάβητο έχει τις ρίζες του στο φοινικικό και όχι στο λατινικό αλφάβητο, όπως ισχύει σε άλλες Ινδοευρωπαϊκές Γλώσσες. Τα καλούμενα Greeklish είναι κατά γενική ομολογία ο αμεσότερος κίνδυνος για την επικοινωνιακή και προπάντων ορθογραφική αρτιότητα της Ελληνικής. Σαν Greeklish νοούνται κατά την άποψή μου τόσο η τάση γραφής ελληνικών λέξεων με λατινικούς χαρακτήρες (geia sou, ti kaneis) όσο και η μείξη αγγλικών και ελληνικών μορφημάτων, κατά την οποία η προφορά τείνει μάλλον προς το ξενικό φωνολογικό σύστημα («κριντζάρω», όπου «κριντζ» / “cringe” αργκό λέξη για κάτι το οποίο προκαλεί αποστροφή και «-άρω» ρηματική κατάληξη ευρείας χρήσης στην Ελληνική). Παρόλο που το τελευταίο δεν -πρέπει να- θεωρείται απαραίτητα κακό, καθώς οι αργκό-καθομιλούμενες διάλεκτοι συνεισφέρουν στην ποικιλία της Κοινής (Δημοτικής) Γλώσσας, το πρώτο είναι κάτι το οποίο θα ήταν καλό να σταματούσε το συντομότερο. Ως καθηγητές Γλώσσας εκτιμώ πως θα μπορούσαμε να διαδραματίζαμε σπουδαιότατο ρόλο ώστε τα παιδιά μας να κατανοήσουν τη σημασία της Γλώσσας και γιατί είναι χρέος όλων μας να διασφαλίσουμε την αρτιότητα και αυτονομία της.

Ποιοι είναι οι γενικότεροι κίνδυνοι που απειλούν την Ελληνική Γλώσσα; Η θέση της Ελληνικής Γλώσσας στην Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια Πολιτισμική Κληρονομιά έχει διαχρονική ισχύ και, ειδικά μετά την θέσπιση της Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας στις 09 Φεβρουαρίου σε ετήσια βάση, αρχής γενομένης από το 2017, δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Ανησυχητική εξέλιξη ωστόσο, πέρα από την εκτεταμένη χρήση των Greeklish που επισημάνθηκε πιο πάνω, είναι το γεγονός ότι προοδευτικά ολοένα και περισσότεροι νέοι άνθρωποι εγκαταλείπουν τα Πάτρια Εδάφη για να αναζητήσουν καλύτερη τύχη στο Εξωτερικό. Στο πλαίσιο αυτό γίνονται υποχρεωτικά γνώστες ξένων γλωσσών, ιδίως των λογιζομένων ως «ισχυρών», π.χ. της Αγγλικής, της Γαλλικής, της Γερμανικής. Οι πιεστικοί ρυθμοί της καθημερινότητας μακριά από την Πατρίδα ελαχιστοποιούν σημαντικά τα περιθώρια των νέων που αναχωρούν να κρατήσουν συστηματική επαφή με την Ελληνική. Στο αυξημένο ποσοστό των νέων ανθρώπων που επιλέγουν το Εξωτερικό για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας έρχεται να προστεθεί η ανησυχητική αύξηση της υπογεννητικότητας. Το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων στην Ελλάδα γέρνει επικίνδυνα προς την πλευρά των θανάτων. Ως εκ τούτου, το δημογραφικό πρόβλημα δεν αφήνει ανεπηρέαστη και την εκμάθηση της Ελληνικής ως Γ1. Βέβαια, το θετικό είναι ότι η Γλώσσα που κατακτιέται ως τέτοια αποδεδειγμένα γίνεται κτήμα του ανθρώπου εφ’ όρου ζωής, καθώς εγγράφεται στο DNA του. Επιπλέον, το ενδιαφέρον κατάκτησης της Ελληνικής ως Γ2 / Γ3 αυξάνεται διαρκώς, υπερβαίνοντας πολλάκις τα σύνορα της ΕΕ και φτάνοντας ως την άλλη άκρη του Ατλαντικού Ωκεανού.

Ποιες είναι οι προτάσεις σας για την προστασία και την διατήρηση της Ελληνικής Γλώσσας; Η διαβίωση της Ελληνικής Γλώσσας μέσα στον χρόνο είναι ένα καθήκον το οποίο βαραίνει όλους όσους αισθάνονται και είναι Έλληνες στην ψυχή και στο πνεύμα, πέρα από τα χαρτιά. Δεν περιορίζεται ούτε αυξομειώνεται με κριτήρια όπως είναι η κοινωνική και οικονομική τάξη, ο τόπος κατοικίας εντός ή εκτός Ελλάδος, το μορφωτικό επίπεδο και το επάγγελμα. Θεωρώ ότι προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν ήδη πραγματοποιηθεί κάποιες πολύ σπουδαίες κινήσεις, όπως είναι η θέσπιση της Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας κάθε χρόνο στις 09 Φεβρουαρίου με αφορμή τον θάνατο του Εθνικού Ποιητή μας, του Διονυσίου Σολωμού. Η αναγνώριση αυτής από τους Διεθνείς Φορείς, συγκεκριμένα τον ΟΗΕ και την UNESCO, καθυστέρησε σημαντικά, όμως βλέπω πως προοδευτικά γίνεται πράξη και εις ολάκερο τον κόσμο τιμάται το κόσμημα του Ευρωπαϊκού και Παγκοσμίου Πολιτισμού. Δεν επαρκούν όμως τέτοιας λογής τολμηρότατες κατά τα λοιπά πρωτοβουλίες. Όταν οι ίδιοι οι πολίτες δεν μεριμνούν για την αρτιότητα της Ελληνικής, αλλοιώνοντάς την νοηματικά με τα Greeklish ή / και μείξεις ελληνικών και ξενικών λέξεων, οι εν λόγω πρωτοβουλίες πέφτουν στο κενό. Ατομική και συλλογική ευθύνη απαιτείται με λίγα λόγια.

Διδάσκεται σωστά στα σχολεία η Ελληνική Γλώσσα; Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει γίνει εδώ και μερικές δεκαετίες συνώνυμο της αποστήθισης, της απομνημόνευσης δηλαδή τυποποιημένης ακατέργαστης γνώσης. Ως κομμάτι του εκπαιδευτικού γίγνεσθαι, η Ελληνική Γλώσσα επηρεάζεται στο διδακτικό κομμάτι της. Τα παιδιά καλούνται, ειδικά όσο πλησιάζουν προς τις πανελλήνιες εξετάσεις, να απομνημονεύσουν συγκεκριμένα επιχειρήματα για αυστηρώς προκαθορισμένα θέματα, τα οποία θα πρέπει πάση θυσία να συμπεριλάβουν στην έκθεση. Τα περιθώρια διάνθησης του τελικού κειμένου με δικές τους ιδέες και συλλογισμούς, αν και όχι ανύπαρκτα, είναι σαφώς περιορισμένα. Όλη αυτή η αφόρητη πίεση μειώνει την διαδραστικότητα και την αλληλεπίδραση, στοιχεία ζωτικής σημασίας για να γίνει οποιαδήποτε Γλώσσα, όχι μόνο η Ελληνική, θεμέλιο του ανθρώπου. Προσωπικά δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι τόσο διδάσκοντες όσο και διδασκόμενοι επιθυμούν όσο τίποτα άλλο να πραγματοποιείται ένα γλωσσικό μάθημα βασισμένο στον γόνιμο διάλογο. Εν τάχει, η μεταλαμπάδευση της Ελληνικής χρήζει ριζικότατης αναθεώρησης. Η αρχή θα πρέπει να γίνει από το Υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων με την αναθεώρηση των νομοσχεδίων που έχουν καταστήσει τα σχολεία της χώρας μας, ιδιωτικά και δημόσια, κέντρα «πώλησης» γνώσεων με βασικούς προνομιούχους τους «λίγους και εκλεκτούς» των ανωτέρων κοινωνικών στρωμάτων.

Θα λέγατε πως η Ελληνική είναι η πλουσιότερη ομιλουμένη Γλώσσα; Όλες οι παγκοσμίως ομιλούμενες γλώσσες έχουν τον πλούτο και την ξεχωριστή ανεπανάληπτη αξία τους. Αυτό οφείλεται πρώτα και κύρια στις επιμέρους διαλεκτικές ποικιλίες καθεμιάς. Ως εκ τούτου είναι ισάξιες και ισότιμες. Δεν υιοθετώ σε καμία περίπτωση τον διαχωρισμό ανάμεσα σε «κραταιές» και «μη κραταιές» / «δυνατές» και «αδύναμες» γλώσσες, που μετά λύπης βλέπω αρκετά συχνά να αναφέρεται ακόμα και στη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία. Σαν άνθρωπος που αγαπώ στον υπερθετικό βαθμό τη Γλώσσα μου αλλά συνάμα τάσσομαι δυναμικά υπέρ της Γλωσσικής Ισότητας και Πολυμορφίας θα ήταν αντιδεοντολογικό από την πλευρά μου να απαντούσα ανοιχτά σε μια τέτοια ερώτηση συγκριτικού χαρακτήρα. Είμαι υπερήφανος για όλες τις γλώσσες του κόσμου, για τη μαγεία που κρύβουν και για τον αγώνα των φυσικών ομιλητών τους αυτές να διατηρηθούν και να μην τεθούν σε καθεστώς αφάνειας σε βάθος χρόνου. Είμαι ευγνώμων που μπορώ να τις μάθω και να επισκεφτώ οποτεδήποτε θελήσω τους τόπους όπου ομιλούνται για να γνωρίσω τη μοναδικότητά τους εκ του σύνεγγυς.

Είστε αισιόδοξος για το μέλλον της Ελληνικής Γλώσσας; Το μέλλον της Ελληνικής Γλώσσας είναι από ετών προδιαγεγραμμένο με χρυσά γράμματα. Διαπιστώνω αυξημένο ενδιαφέρον από το Εξωτερικό για εκμάθηση της Ελληνικής ως Γ2 / Γ3 και συντονισμένες προσπάθειες στα Πάτρια Εδάφη για την ανάδειξη αυτής σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, βλ. καθιέρωση Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας στις 09 Φεβρουαρίου εδώ και περίπου 6 χρόνια. Από εκεί και πέρα είναι στο χέρι του καθενός που αισθάνεται το ελληνικό «μικρόβιο» να κυλά στο αίμα του να βάλει το λιθαράκι του στην διαβίωση του Θείου Δώρου αυτού. Η τεχνολογία μπορεί να γίνει ο μεγαλύτερος «σύμμαχος» ή ο μεγαλύτερος «εχθρός» για τη Γλώσσα μας. Στο χέρι μας είναι να υπερισχύσει ο «σύμμαχος» έναντι του «εχθρού». Αν η Νέα Γενιά διδαχθεί σωστά από την Παλαιά Γενιά την αξία της Ελληνικής, η οποία είναι πολλά περισσότερα από Γλώσσα, τίποτα δεν θα πρέπει να σταθεί εμπόδιο στο λαμπρό μέλλον αυτής.

Ποια είναι η αξία της Ελληνικής Γλώσσας για τους Έλληνες αλλά και για όλο τον κόσμο; Είναι η «Μητέρα» του Ελληνικού Πολιτισμού, των απανταχού Ελλήνων δηλαδή. Αποτελεί συνδετικό κρίκο ανάμεσα στα Ελληνόπουλα των Πατριών Εδαφών και της Διασποράς, τα οποία χωρίζονται από γεωγραφικά αλλά όχι πολιτισμικά και πνευματικά σύνορα. Στην Ελληνική χρωστά ο Ελληνισμός την διάδοση της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας-Φιλοσοφίας, της Ιστορίας και του Ορθοδόξου Χριστιανικού Δόγματος. Χωρίς τη Γλώσσα, όλα αυτά τα επιτεύγματα που μετρούν αιώνες, χιλιετίες ύπαρξης δεν θα ήταν παρά απατηλά όνειρα. Και εξίσου απατηλό όνειρο θα ήταν η ενότητα και ομόνοια του Ελληνικού Λαού, κόντρα στις όποιες μικρές ή μεγάλες διαφορές δικαιολογημένα χωρίζουν τους ανθρώπους του.

Όσον αφορά τον υπόλοιπο κόσμο, πολλοί είναι οι λαοί εκείνοι που διαμέσου της Ελληνικής Γλώσσας βρίσκουν απαντήσεις στα ερωτήματα που αφορούν τις ρίζες του Πολιτισμού και φυσικά της ίδιας της Γλώσσας τους. Μελετώντας για παράδειγμα το συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής, μπορεί να διαπιστώσει κανείς τις κοινές ρίζες με το συντακτικό της Νεότερης Γερμανικής. Ακόμα, η Παγκόσμια Φιλοσοφία είναι βαθύτατα εμπνευσμένη από τους Αρχαίους Έλληνες Διανοουμένους, απέναντι στους οποίους θρέφει ειλικρινή αισθήματα εκτίμησης και θαυμασμού. Διανοούμενοι όπως ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (Johann Wolfgang von Goethe 1749-1832), ο Φρίντριχ Σίλλερ (Friedrich Schiller 1759-1805) και ο Λούντβιχ Γιόσεφ Γιόχαν Βίτγκενσταϊν (Ludwig Josef Johann Wittgenstein 1889-1951) έχουν παραδεχθεί αυτοπροσώπως πως η ζωή και το έργο τους ήταν εμποτισμένα με σημαίνουσες φιλοσοφικές θεωρίες π.χ. του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. «Όλοι είμαστε Έλληνες» είχε αναφωνήσει ενόσω ζούσε ο Φιλέλληνας Άγγλος ποιητής Πέρσι Σέλλεϋ (Percy Shelley 1792-1822) και μια ανάγνωση της ρήσης αυτής ακούει στο ότι «Όλοι ομιλούμε σαν Έλληνες» / «Όλοι ομιλούμε την των Ελλήνων Γλώσσα».

Ποια είναι η άποψή σας για το Γλωσσικό Ζήτημα και κατά πόσο πιστεύετε πως εξακολουθεί να υφίσταται ως τις μέρες μας με κάποια μορφή; Καταρχάς θα πρέπει να είναι τοις πάσι ξεκάθαρο ότι το Γλωσσικό Ζήτημα δεν είναι απλώς ένας «γλωσσικός εμφύλιος πόλεμος» όπως πιστεύουν πολλοί. Σαφέστατα έχει τις ρίζες του στη Γλώσσα του Λαού, τη Lingua Franca, όπως θα λέγαμε μιλώντας με όρους Γλωσσολογίας. Την εποχή όμως που κορυφώθηκε, εν μέσω δηλαδή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και ως την ίδρυση του πρώτου ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους το 1830, απέκτησε έναν μάλλον ιδεολογικό και πολιτικό χαρακτήρα. Η σύγκρουση μεταξύ Δημοτικής και Καθαρεύουσας ήταν σφοδρότατη, με πρωτοστάτη τον Αδαμάντιο Κοραή. Προσωπικά εκτιμώ ότι το Γλωσσικό Ζήτημα ήταν την εν λόγω περίοδο μια παράπλευρη απώλεια λόγω του έντονου εθνικού αναβρασμού και της πεποίθησης πως ο αγώνας για την ανάκτηση της ελευθερίας έπρεπε να ξεκινήσει από την Παιδεία. Προφανώς δεν νοείται Παιδεία χωρίς Γλωσσική Εκπαίδευση και η Γλώσσα δεν θα μπορούσε να είχε τεθεί εκτός κάδρου. Έτσι, το εγχείρημα να αναμειχθούν δημώδης προφορική και αρχαϊκή γραπτή γλώσσα, το οποίο είχε ξεκινήσει τον 1ο αι. π.Χ. με το κίνημα του Αττικισμού, έφτασε στο αποκορύφωμά του.

Στις μέρες μας δεν υφίσταται προφανώς Γλωσσικό Ζήτημα όπως το γνώρισε ο Ελληνισμός την εποχή του Αττικισμού και ακόμα περισσότερο όταν ιδρύθηκε το ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος. Εξάλλου, στα μετέπειτα χρόνια έγιναν οργανωμένες και συντονισμένες προσπάθειες για να εξαλειφθεί το «καθεστώς» Καθαρεύουσας που ο Κοραής και οι λοιποί ομοϊδεάτες του επιχείρησαν να επιβάλουν. Τα εντατικότερα εγχειρήματα παρατηρούνται μετά την δεκαετία του 1880, με ενθερμότερο υποστηρικτή της Δημοτικής τον Κωστή Παλαμά (1859-1943) ως εκπρόσωπο της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Από την άλλη πλευρά, ίσως θα μπορούσε να γίνει λόγος για ένα Γλωσσικό Ζήτημα με μια ευρύτερη έννοια, καθώς ανακύπτουν προβληματισμοί σχετικά με την αυξανόμενη τάση που εμφανίζουν οι νεολογισμοί ακόμα και στον γραπτό λόγο και ιδιαίτερα τα Greeklish, σύμφωνα με όσα επισημάνθηκαν και παραπάνω.

Ένα γενικό σχόλιο για την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας και την απήχηση αυτής στο Εξωτερικό; Η Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας αποτελεί κατά την άποψή μου μια από τις τολμηρότερες αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας & Θρησκευμάτων του Νεότερου Ελληνικού Κράτους. Σημαντική υπήρξε και η συμβολή των Υπουργείων Εσωτερικού και Εξωτερικού, που διαρκώς αγωνίζονται, ώστε η Ελληνική Γλώσσα να αποκτήσει σάρκα και οστά σε κάθε άκρη της γης. Όπως επισημάνθηκε και πιο πάνω, εορτάζεται ετησίως στις 09 Φεβρουαρίου από το 2017. Αφορμή στάθηκε ο θάνατος του Εθνικού Ποιητή Διονυσίου Σολωμού (1798-1857). Είναι πράγματι μια πολύ αξιοθαύμαστη κίνηση αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι η σχετική ΚΥΑ ψηφίστηκε και θεσπίστηκε σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και αστάθειας ήδη από το 2010. Τα αρμόδια Υπουργεία χρειάζεται να συνεχίσουν αδιαλείπτως να αγωνίζονται για την αναγνώριση και τίμηση της Ελληνικής στο Εξωτερικό. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα διαδραμάτιζαν καταλυτικότατο ρόλο τα απανταχού Ελληνικά Προξενεία και φυσικά οι ίδιοι οι Έλληνες της Διασποράς. Για να γίνει η τίμηση της Ελληνικής μια συνήθεια της καθημερινότητας και όχι της μιας φοράς κάθε χρόνο. Μια παράδοση των πολιτών του κόσμου και όχι της Ελλάδος αποκλειστικά.

Αντί επιλόγου: Μια συμβουλή προς τους ομιλητές της Ελληνικής Γλώσσας; Στους φυσικούς ομιλητές της Ελληνικής Γλώσσας αισθάνομαι την ανάγκη για άλλη μια φορά να τονίσω την ανάγκη να υπερασπίζονται την ανεξαρτησία και επικοινωνιακή αρτιότητά της σε κάθε περίσταση, διατηρώντας όμως παράλληλα την ισορροπία ανάμεσα στη Λόγια (εσκεμμένα αποφεύγω να μιλήσω για Καθαρεύουσα) και στην Δημοτική. Είναι δεδομένο ότι η καθημερινότητα έχει αλλάξει άρδην και οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν ποικίλες και διαφορετικές μεταξύ τους περιστάσεις. Ένας τρόπος για να ανταπεξέλθουμε σε αυτές με τη μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα είναι να είμαστε σε θέση να προσαρμοζόμαστε γλωσσικά σε καθεμία περίσταση. Και δεν το εννοώ μόνο από καθαρά γραμματικοσυντακτικής, αλλά πολύ περισσότερο από πραγματολογικής σκοπιάς. Το να ξέρει κανείς τι πρέπει να ειπωθεί, πότε και πώς, είναι θεμελιώδης επικοινωνιακή δεξιότητα. Η Ελληνική έχει πλούσια δομή και το γεγονός αυτό διευκολύνει την προσαρμογή ενός φυσικού ομιλητή στις επικοινωνιακές περιστάσεις και τους σκοπούς που εκάστη καλείται να εξυπηρετήσει.

Στους αλλοεθνείς που φιλοδοξούν να κατακτήσουν την Ελληνική ως Γ2 / Γ3 για οποιονδήποτε λόγο και σκοπό, από τον απλό εμπλουτισμό του ρεπερτορίου τους μέχρι την αναζήτηση εργασίας και τη μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, θέλω να εκφράσω καταρχήν τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια. Επέλεξαν μια Γλώσσα την οποία, αν καταφέρουν να κάνουν ουσιαστικά κτήμα τους, θα μαγευτούν από τον κόσμο ο οποίος κρύβεται πίσω της. Επιθυμώ εν συνεχεία να τους προσκαλέσω να επισκέπτονται με κάθε ευκαιρία τον τόπο μας, να ανακαλύψουν τα Ήθη και Έθιμα αυτού και -γιατί όχι;- να αισθανθούν τον Πολιτισμό του δικό τους. Εξάλλου, αν κανείς θέλει να κάνει μια οποιαδήποτε Γλώσσα κτήμα του και όχι να περιοριστεί στην τυπική μάθηση των βασικών δομών της, τα ταξίδια είναι απαραίτητα. Πιστεύω πως το ανάγλυφο της Πατρίδας μας, με τις θάλασσες, τις ακρογιαλιές και τα βουνά του, θα αφήσει αλησμόνητες εμπειρίες στους τουρίστες. Συνάμα θα τους δώσει το κίνητρο να πάρουν κατά την επιστροφή τους και κάτι από τη Γλώσσα, το οποίο θα τους κάνει να αισθανθούν ταύτιση με τον πολύπαθο Ελληνικό Λαό. Έναν Λαό που κόντρα στις προκλήσεις και τραγωδίες των καιρών δεν παραιτήθηκε ποτέ από τα Ιδανικά εκείνα που τον ανέδειξαν: τη Γλώσσα, τον Πολιτισμό, την Θρησκεία του.

«Τη Γλώσσα μού έδωσαν Ελληνική, το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η Γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου» και τούτο «Άξιον Εστί», όπως μαρτυρά ο Οδυσσέας Ελύτης στο ομότιτλο ποίημά του (1959). Αυτός ο στίχος τα λέει όλα και είναι κατ’ εμέ η ουσιαστικότερη περίληψη όσων συζητήθηκαν εκτενώς πιο πάνω.

Εν κατακλείδι, επιθυμώ να ευχαριστήσω για άλλη μια φορά τον αγαπητό συνεργάτη και φίλο Μιχάλη Γωνιωτάκη για την πρόσκληση να παραχωρήσω την παρούσα συνέντευξη, το Polisfreepress για την τιμητική φιλοξενία των τοποθετήσεών μου και το αναγνωστικό κοινό που αφιέρωσε χρόνο για να διαβάσει τις απόψεις μου επί ενός ζητήματος που πάντα είναι διαχρονικό και καθολικού ενδιαφέροντος!