“Η ΤΕΧΝΗ ενεργοποιεί τις αισθήσεις, τη δημιουργική φαντασία, τη γέννηση ιδεών, την κατανόηση της αισθητικής δύναμης, των ιερών συμβολισμών, του πάθους για τη ζωή και γενικά την αξία της μεγάλης πολιτιστικής κληρονομιάς”
Πώς και πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε συστηματικά με τη ζωγραφική; Δύο μήνες πριν απολυθώ από το στρατό, ένας συντοπίτης μου ζωγράφος που διέμενε στην Αθήνα, ονόματι Χαλκίδης Γεώργιος, ένας άνθρωπος με πολλές ευαισθησίες, αγάπη στην τέχνη και πολλές γνωριμίες με κορυφαίους Έλληνες ζωγράφους, εκτιμώντας τις ικανότητές μου, με έφερε σε επαφή με το μεγάλο ζωγράφο – αγιογράφο της Σχολής Καλών Τεχνών Στέφανο Αλμαλιώτη.
Έναν μύθο της ζωγραφικής εκείνη την εποχή, θεμελιωτή της πασίγνωστης “Σχολής της Αθήνας” στη γιγαντοαφίσα των κινηματογράφων και παράλληλα αριστοτέχνη της Βυζαντινής Αγιογραφίας. Έπρεπε να είσαι άξιος για να σταθείς δίπλα του και ελάχιστοι το είχαν καταφέρει όπως ο Γιώργος Βακιρτζής και ο Χ. Χεράσης.
Με τίμησε η επιλογή του, ανάμεσα από πολλούς ενδιαφερόμενους χαρισματικούς νέους. Κοντά του, στο ατελιέ της οδού Ανδρέα Μεταξά, στην πλατεία Εξαρχείων και στους Ιερούς Ναούς, Αγίας Τριάδας Πειραιώς και Αγίας Βαρβάρας άνω Πατήσια, εργαζόμενος σκληρά, ασπάστηκα τη γνώση και τη δεξιοτεχνική του δεινότητα. Έγινα πολύ σύντομα ένας από τους πλέον έμπιστους συνεργάτες και φίλους του, μέχρι το τέλος της ζωής του. Του οφείλω τα μέγιστα.
Σε ποιο ρεύμα ή κίνημα θα εντάσσατε τα έργα σας; Η ζωγραφική μου εκφράζεται μέσω του ρεαλισμού προτάσσοντας ηχηρά στοιχεία της Βυζαντινής τεχνικής, όπως οι σχεδιαστικές φόρμες, οι ψιμυθιές, τα γήινα χρώματα.
Στη Βυζαντινή Αγιογραφία στην οποία αφιερώθηκα σχεδόν ολοκληρωτικά, έχοντας μελετήσει σε βάθος την τέχνη της Ορθοδόξου εκκλησίας, με όλες τις σχολές που αναπτύχθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας και εκτός των συνόρων της, την αισθητική μου εκφράζει η Μακεδονική Σχολή.
Υποκλινόμενος πάντα στο εικαστικό μεγαλείο του αριστουργηματικού έργου του Μανουήλ Πανσελήνου, εισέπνευσα το άρωμα της πλατιάς τεχνοτροπίας και της φωτεινής του παλέτας για μεγάλο χρονικό διάστημα και αφοσιώθηκα στην ανάδειξη της τέχνης, της καθαρής υπόστασης κάθε Βυζαντινής απεικόνισης και της ιερής ιστορικής της αποστολής.
Από πού αντλείτε την έμπνευσή σας; Σήμερα, στην ηλικία των 72 ετών, με μια διαδρομή εμπειρίας 52 χρόνων στο χώρο της Βυζαντινής Τέχνης, έχοντας ιστορήσει σε πλέον των 30 Ιερών Ναών (τοιχογραφίες και φορητές εικόνες), ενεργώ κατ’ εξοχήν ως αγιογράφος.
Σε διαφορετικά στάδια της ζωής μου, κάθε έμπνευση, είχε τροφοδότες αγαπημένα πρόσωπα, γεγονότα και στοιχεία που κέντριζαν το ενδιαφέρον μου.
Η μεγαλύτερη όμως, αέναη και ανεξάντλητη πηγή έμπνευσής μου είναι η ζωή και το έργο του Χριστού και των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Είναι η αξία και η ισχύς των μεγάλων συμβολισμών και μηνυμάτων που προτείνει η Ορθοδοξία μέσω της Βυζαντινής Ζωγραφικής – γλώσσας, και θεωρώ χρέος και ευθύνη να την προβάλω με το έργο μου, ως ελάχιστη συμβολή προς τους συνανθρώπους μου προκειμένου να διακρίνουν το μονοπάτι του ΦΩΤΟΣ.
Υπάρχουν προσωπικότητες ή άλλοι καλλιτέχνες που έχουν επηρεάσει το έργο σας; Μετά την προηγούμενη αναφορά μου στον Στέφανο Αλμαλιώτη και τον Μανουήλ Πανσέληνο, θα έλεγα ως ένα βαθμό πως με έχει επηρεάσει ο ιδιοφυής ζωγράφος -αγιογράφος Θεοφάνης ο Έλληνας. Στη ζωγραφική δέχθηκα την επιρροή δυο σπουδαίων σύγχρονων ζωγράφων, με διεθνή αναγνώριση με τους οποίους έχω συμπορευθεί κατά διαστήματα, ο Alush Shima και ο γιός του Orion Shima.
Μου είναι αδύνατο να μην αναφερθώ στις δεσποτικές θέσεις που κατέχουν στο πεδίο του θαυμασμού μου, οι: Μικελάντζελο, Μερίζι ντα Καραβάτζο και Δομήνικος Θεοτοκόπουλος.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας ως καλλιτέχνης; Κάθε περίοδος της καλλιτεχνικής μου διαδρομής είναι γεμάτη προκλήσεις, μαζί με στόχους και πλάνα για την κατάκτησή τους. Κάθε έργο (Ι. Ναός) που μου ανατίθεται έπειτα από μια σειρά διαδικασιών και αξιολογήσεων από μέρους των Ιερών Μητροπόλεων και της Ιεράς Συνόδου αποτελεί πρόκληση που θέτει σε εγρήγορση όλες τις δυνάμεις μου για να στηθεί στη σκέψη, τη φαντασία, το χαρτί, το μουσαμά ή τον τοίχο. Ο ακριβής σχεδιασμός των θεμάτων, η ιεραρχική τους τοποθέτηση και η προσαρμογή τους στην δεδομένη αρχιτεκτονική του Ι. Ναού, είναι η σπίθα που γεννά κάθε νέα δημιουργική περίοδο εξέλιξης. Στα χέρια μου διοχετεύεται μαζί με το πάθος, η ευθύνη της άριστης απόδοσης ενός καθορισμένου εικονογραφικού κύκλου, υπό την κατάργηση της προοπτικής του κοσμικού χώρου και χρόνου, σύμφωνα με θεσπισμένους κανόνες και μέσα από τις δυναμικές του προσωπικού μου χρωστήρα, των εσωτερικών μου δεξιοτήτων και αρχών, στην προσπάθεια να προσεγγίσω τα μηνύματα του Θείου Λόγου.
Δύσκολο έργο για κάθε υπεύθυνο επαγγελματία.
Ακροβατώντας στις σκαλωσιές κυριολεκτικά, απορροφημένος στην απόδοση της πνευματικότητας των μορφών, των αναγκών της πτυχολογίας και των προσωπικών μου επιδιώξεων για το καλύτερο σύμφωνα με τις αξιώσεις μου αποτέλεσμα, διδάσκομαι καθημερινά και για μεγάλα χρονικά διαστήματα τη δημιουργία ενωτικών κλιμάκων ανάμεσα στο ανθρώπινο και το Θείο.
Ένα άθροισμα προκλήσεων συνιστά την επιθυμία να αποθέσω το βέλτιστο ποιοτικό αποτύπωμα των χαρισμάτων που μου προσφέρθηκαν, εντός των ιερών χώρων όπου φιλοξενείται η τέχνη σου.
Αυτό το αποτύπωμα είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για μένα.
Πόσο αποδεκτή είναι η τέχνη στην Ελλάδα σήμερα και τι ρόλο καλείται να παίξει στο δημόσιο χώρο; Θα αναφερθώ γενικά στη ζωγραφική τέχνη. Παρ’ όλη την αλματώδη ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, των κοινωνικών δικτύων επικοινωνίας και της ψηφιακής τεχνολογίας που προσφέρουν άμεση πρόσβαση στην πολιτισμική μας κληρονομιά, τη διδασκαλία επίσης της ζωγραφικής στη μέση εκπαίδευση και κάθε προσπάθεια των αρμόδιων Υπουργείων να γεφυρώσουν τη σχέση των πολίτων αυτής της χώρας με την Τέχνη, η έλλειψη ουσιαστικής ευθύνης για τη συστηματική εκπαίδευση των πολιτών, διαμέσου της ΤΕΧΝΗΣ καθιστά τη συνειδητή αποδοχή της, εφικτή σ’ ένα μικρό ποσοστό φιλότεχνων.
Ένα μεγαλύτερο ποσοστό, γνωρίζοντας από τον Πλάτωνα τη σημαντικότητα των εννοιών τέχνης και κοινωνίας, θεωρητικολογεί, αδυνατώντας στη στοιχειώδη προσέγγιση.
Ένα άλλο ποσοστό, εναγκαλιζόμενο την ημιμάθεια υπερεκτιμά και προβάλει το ερασιτεχνικό εις βάρος της τέχνης.
Το μεγαλύτερο δε ποσοστό είναι καταδικασμένο στην άγνοια και την αδιαφορία.
Θα άξιζε να επισημάνω την ανυπέρβλητη ωφελιμότητα της ΤΕΧΝΗΣ στη ζωή μας. Από τη φύση της η ΤΕΧΝΗ ενεργοποιεί τις αισθήσεις, τη δημιουργική φαντασία, τη γέννηση ιδεών, την κατανόηση της αισθητικής δύναμης, των ιερών συμβολισμών, του πάθους για την ζωή και γενικά την αξία της μεγάλης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η οπτική της δίνει τη δυνατότητα στο άτομο να αντιλαμβάνεται την ομορφιά και τη χρήση της στη ζωή ως αντίδοτο στην ατροφία της ευαισθησίας, το χαοτικό πολιτισμό και την προτεινόμενη βαναυσότητα των καιρών. Μια κοινωνία που έχει τη δύναμη να κατανοεί την Τέχνη έχει συνάμα το θάρρος και το σθένος να αγωνίζεται ενωμένη για την κατάκτηση της ΕΙΡΗΝΗΣ, της ΑΡΜΟΝΙΑΣ και της ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ της.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Να ευτυχήσω με τη βοήθεια του Θεού, στην ολοκλήρωση των έργων που μου ανατίθενται και στη μετάδοση όσων γνωρίζω, σε ταλαντούχους μαθητές μου, ικανούς να αξιοποιήσουν και να υποστηρίξουν με σθένος και υπευθυνότητα τις αρχές της σχολής τους.
Ξέρετε, η Βυζαντινή Αγιογραφία είναι το βιβλίο των αγγραμμάτων χριστιανών. Η όποια κακότεχνη έκφρασή της δεν προβάλλει απλώς την αδυναμία του εικονογράφου, ισοδυναμεί με ύβρη προς κάθε τι ιερό και δυστυχώς σε πολλούς Ιερούς Ναούς στην Ελλάδα παρατηρούμε τέτοιου είδους αποτρεπτικά χαρακτηριστικά, τα οποία επιβάλλεται να αποφεύγονται .
Στην Ιερά Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης λειτουργεί με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Χρυσοστόμου Τσιρίγκα ένα εργαστήρι υπό την καθοδήγησή μου στο οποίο θα μπορούσαν χαρισματικοί νέοι με αγάπη στη ζωγραφική να αντλήσουν πολύτιμες γνώσεις και να υπηρετήσουν επάξια την Βυζαντινή Αγιογραφία. Είμαι στη διάθεσή τους.