“…Είναι μεγάλη μου χαρά να δουλεύω με υπέροχους ανθρώπους και μουσικούς με όραμα και πίστη σε αυτό που κάνουν. Ελπίζω να μπορώ να συνεχίσω σε αυτό τον δρόμο”
Ποια είναι η πρώτη σας μουσική ανάμνηση; Η πρώτη μου ανάμνηση σε σχέση με τη μουσική είναι όταν σε ηλικία 8 ετών πήγα στο – μοναδικό τότε – ωδείο στη Ναύπακτο όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα.
Αυτό έγινε με παρότρυνση της μητέρας μου η οποία μου πρότεινε να μάθω να παίζω κιθάρα, παρότι εκείνη την εποχή ήταν της μόδας όργανα όπως το πιάνο και το βιολί.
Χωρίς να πολυκαταλαβαίνω δέχτηκα και δεν το μετάνιωσα ποτέ!
Έτσι, το 1989 γνώρισα τον κιθαρίστα Κώστα Ηλιάδη που ερχόταν από την Αθήνα μία φορά την εβδομάδα και άρχισα να κάνω τα πρώτα μου μαθήματα μαζί του.
Μου έχει εντυπωθεί η εικόνα της πρώτης μου κιθάρας και το βαθύ συναίσθημα που είχα κοιτάζοντας την και παίρνοντάς την δειλά στα χέρια μου με αίσθημα δέους.
Θυμάμαι την σκέψη μου :
“αυτή είναι δική μου”!!!
Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μου αν δεν υπήρχε αυτή η εξέλιξη, καθώς έκτοτε η ενασχόλησή μου με την κιθάρα είχε τόσο σοβαρό ρόλο και λόγο σε όλες μου τις εκφάνσεις που είναι δύσκολο να το εκφράσω μέσα σε μερικές γραμμές.
Ποιό μουσικό θαυμάζετε και με ποιον θα θέλατε να βρεθείτε επί σκηνής; Υπάρχουν πάρα πολλοί μουσικοί που θαυμάζω από διαφορετικά είδη και στυλ χωρίς να μπορώ να ξεχωρίσω μόνο έναν.
Εμπνέομαι από παλαιότερους και πιο νέους μέσω της καλλιτεχνικής τους πορείας, της μουσική που παίζουν, τον ήχο που παράγουν αλλά ίσως περισσότερο απ όλα, εμπνέομαι από τον τρόπο που “βλέπουν” και αισθάνονται τη ζωή βιώνοντάς την μέσα από το όραμά τους.
Θα μπορούσα να γράψω λίστες με μουσικούς που με έχουν επηρεάσει άλλα θα αρκεστώ σε μερικούς :
Egberto Gismonti, Ralhp Towner, John McLaughlin από τους παλιότερους, ενώ από πιο νέους τους Julian Lage, Tim Miller, Yamadu Costa.
Είναι πολύ δύσκολο να διαλέξω με ποιον από τους παραπάνω θα ήθελα να βρεθώ επί σκηνής.
Περιγράψτε τη μέχρι σήμερα πορεία σας στη μουσική. Υπήρξαν επιρροές καθοριστικές θετικές ή αρνητικές; Οι επιρροές δεν σχετίζονται μόνο με αυτές των δασκάλων, γονιών και των σημαντικών ανθρώπων στη ζωή κάποιου. Είναι όλα όσα δέχεται ως vibe ένας υπό διαμόρφωση ανθρώπινος ψυχισμός μέσω της συναναστροφής με την ευρύτερη κοινωνία. Τα στάνταρ, οι στόχοι, η επιτυχία και παρά πολλά ακόμα. Μ’ αυτά ο καθένας μας πορεύεται και μ αυτά παλεύει διαμορφώνοντας εν τέλει την πορεία του. Όμως η καλλιτεχνική πορεία και η εμβάθυνση της μουσικής έρευνας και μελέτης απαιτεί κάτι παραπάνω από τις γενικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Απαιτεί ένα ενδιαφέρον προς το άμορφο και το μη βέβαιο, την έντονη ανάγκη για βαθύτερη έκφραση, την καλλιέργεια προσωπικής “φωνής” και πολλά άλλα που το vibe της κοινωνίας που ανέφερα δεν τα προσφέρει.
Ίσως είναι απαραίτητα κάποια γεγονότα στη ζωή που σε ανύποπτη στιγμή μπορούν να μας στρέψουν προς αυτές τις κατευθύνσεις.
Μέσα από όλα τα παραπάνω έχει διαμορφωθεί και η δική μου μουσική πορεία.
Στα πρώτα αρκετά χρόνια σπουδών ο Κώστας Ηλιάδης – με τον οποίο διατηρώ επαφές εδώ από 31 χρόνια – μου μετέφερε την αγάπη, το ενδιαφέρον και την ευγένεια για τη μουσική. Μέσω της ενασχόλησης και μελέτης μου πάνω στην κλασική κιθάρα αναδύθηκαν συναισθήματα που αγνοούσα την ύπαρξή τους και ερωτεύτηκα το όργανο.
Ήδη από τα 12-13 μου χρόνια ασχολούμουν και με την ηλεκτρική κιθάρα όπου ο ένας φίλος έδειχνε στον άλλο διάφορα riffs, ακόρντα και εισαγωγές από διάσημα ροκ κομμάτια της εποχής. Κάποιοι αρκετά μεγαλύτεροι σε ηλικία από εμάς, μας έδειχναν την 5 φθογγική και blues σκάλα στην κιθάρα και πώς να την χρησιμοποιούμε. Ωραίες εποχές!
Μερικά χρόνια αργότερα γνώρισα τον κιθαρίστα και συνθέτη Ανδρέα Γεωργίου. Μέσω της επαφής μας μου μεταφέρθηκε μια άλλη κοσμοθεώρηση εντελώς νέα για μένα, που μου προκάλεσε πολύ έντονο ενδιαφέρον.
Μετά τη στρατιωτική μου θητεία όπου κάθε μουσική ενασχόληση είχε προσωρινά σταματήσει, συνέβη ένα γεγονός που με στιγμάτισε και αυτό δεν ήταν άλλο από τον θάνατο του πατέρα μου. Ήμουν τότε 23 ετών και θυμάμαι ότι από την επόμενη μέρα ο κόσμος ήταν διαφορετικός στα μάτια μου. Τα περισσότερα που έως τότε είχαν σημασία για μένα κατέρρεαν πολύ γρήγορα και αναδυόντουσαν καινούργια στη θέση τους που σχετίζονταν με τη ζωή και την πορεία μου μέσα σε αυτή.
Σε αυτή την επώδυνη και υπερβατική κατάσταση “μεταμόρφωσης” που με επηρέασε για πάντα, η μουσική ήταν παρούσα με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο και με καλούσε να την ακολουθήσω. Ήταν άλλωστε η μόνη μου διέξοδος εκείνη την περίοδο.
Μετά από καιρό και με ξεκάθαρο στόχο, όραμα και όρεξη ήρθα πάλι σε επαφή με τους δασκάλους μου. Δεν αισθανόμουν ότι συνέχιζα από εκεί που είχα μείνει άλλα ότι ξαναρχίζω από την αρχή με άλλο “μάτι” και διαφορετικό πνεύμα. Και αυτό μου άρεσε!
Με τον Ηλιάδη ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στην κλασική κιθάρα ενώ με τον Γεωργίου ασχοληθήκαμε με ένα τεράστιο εύρος μουσικών αντικειμένων τα επόμενα χρόνια.
Τζαζ και σύγχρονη κιθάρα, αυτοσχεδιασμός, ανώτερα θεωρητικά και ανάλυση μουσικών μορφών και δομών, τεχνικές σύνθεσης και πολλά άλλα. Μελετώντας μαζί του ήρθα σε επαφή με μια συμπυκνωμένη άποψη και προσέγγιση πάνω στην αισθητική και φιλοσοφία της μουσικής από την οποία αντλώ ακόμα. Μέσω των διεθνών συνεργασιών του Ανδρέα γνώρισα προσωπικά τεράστια ονόματα της παγκόσμιας μουσικής σκηνής όπως ο Eberhard Weber και τα μέλη των Oregon.
Το ίδιο διάστημα μελέτησα πιάνο και φωνητική με την πιανίστα και σοπράνο Νάντια Μάτζιαρη ενώ ασχολήθηκα πολύ με τα ινδικά έγχορδα sitar και sarod, το αυστραλιανό πνευστο didjeridoo και διάφορα άλλα όργανα.
Μετακομίζοντας στην Αθήνα ήρθα σε επαφή με μουσικούς της κλασσικής και jazz σκηνής και συμμετέχω έκτοτε σε αρκετά σχήματα συνθέτοντας υλικό που άπτεται αισθητικά της ευρωπαϊκής δημιουργικής μουσικής προσέγγισης με τις αναρίθμητες τάσεις της.
Έχουν κυκλοφορήσει 7 cd μου με προσωπικές συνθέσεις.
Ένα για σόλο 7 χορδη κιθάρα και τα υπόλοιπα για μικρά σχήματα (duo, trio, quartet).
Σε μια ιδιαίτερη περίοδο της ζωής μου συμμετείχα στην ομάδα Ρόδα υπό την καθοδήγηση και καλλιτεχνική διεύθυνση της Μαρίας Περετζή λαμβάνοντας σημαντικότατες επιρροές και μια ολική προσέγγιση στην τέχνη και τη ζωή. Πήρα μέρος στην ηχογράφηση του cd Seekers όπως επίσης και σε πολλές θεατρικές και μουσικές παραστάσεις της Ρόδα.
Η πιο πρόσφατη δουλειά μου με τίτλο Dual Nature είναι με τη γερμανίδα Rebecca Trescher (κλαρινέτο & μπάσο κλαρινέτο) και βρίσκεται λίγο πριν την έκδοσή του.
Είναι μεγάλη μου χαρά να δουλεύω με υπέροχους ανθρώπους και μουσικούς με όραμα και πίστη σε αυτό που κάνουν. Ελπίζω να μπορώ να συνεχίσω σε αυτό τον δρόμο.
Μια μουσική συνεργασία που ονειρεύεστε; Ευτυχώς ή δυστυχώς δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου μία “μαγική” συνεργασία με κάποιον μουσικό. Η επιθυμία μου ήταν και είναι να βρίσκομαι με ανθρώπους που εκτιμώ και που υπάρχει αυτό το είδος υπερβατικής επαφής που συμβαίνει συχνά στη μουσική επικοινωνία. Ταυτόχρονα, με ενδιαφέρουν πολύ οι νέες συνεργασίες όπου μπορώ να δω τη μουσική μέσα από τα μάτια ενός άλλου ανθρώπου. Μαθαίνω πολλά έτσι και αισθάνομαι πως με έναν τρόπο, όλοι είναι δάσκαλοί μου.
Γιατί χρειάζεται η μουσική παιδεία; Είναι πολυτέλεια ή ανάγκη; Πρέπει να διευκρινίσουμε πως η μουσική παιδεία δεν είναι μόνο η θεωρία, η αρμονία και η γνώση πάνω στο όργανο και την παρτιτούρα. Αυτό είναι το σύστημα μουσικής εκπαίδευσης που είναι βεβαίως απαραίτητο ώστε ο μουσικός να μην ανακαλύπτει κάθε τόσο ξανά την “Αμερική”. Να μάθει και να ασχοληθεί δηλαδή σταδιακά με τη μουσική γνώση που ήδη υπάρχει, όπως ο μαθητής στο σχολείο μαθαίνει να μιλάει και να γράφει ώστε να μπορεί αργότερα να εκφράσει τη σκέψη του. Η έκφραση του συναισθήματος είναι ένα διαφορετικό ζήτημα.
Προσωπικά στην εφηβεία μου ήμουν πολύ αρνητικός με όλο αυτό το σύστημα μελέτης και ενασχόλησης με τη θεωρία και τα συναφή μαθήματα που διδάσκονται στα ωδεία. Θεωρούσα ότι δεν τα χρειάζομαι. Η νεανική μου αλαζονεία και η ορμή που είχα για το όργανο φρέναραν απότομα μετά από λίγα χρόνια καθώς δεν καταλάβαινα πολλές φορές τί έπαιζα ή τί θα έπρεπε να παίξω. Αυτό μου δημιούργησε σύγχυση και αντιλήφθηκα ότι το πρόβλημα ήταν η έλλειψη γνώσεων πάνω στα ζητήματα που πριν υποτιμούσα. Έτσι άλλαξε η σχέση μου με όλη τη μουσική εκπαίδευση και έκτοτε μελέτησα με μεγάλη σοβαρότητα όλα τα παραπάνω θέματα.
Όμως η μουσική παιδεία έχει να κάνει με ένα ευρύτατο πλαίσιο ψυχικής και ψυχολογικής αναδιάταξης ενός μουσικού. Μια μακρά διαδικασία εκλέπτυνσης της σκέψης, της αντίληψης, της επαφής με το συναίσθημα. Αυτή η σταδιακή αλλαγή μπορεί να είναι εμφανής δίνοντας στον άνθρωπο κίνητρο, έμπνευση και όρεξη για ζωή. Η μουσική μελέτη μπορεί να δείξει πτυχές του ιδίου που αγνοεί.
Μια τέτοια προσέγγιση είναι πιθανόν να οδηγήσει σε πολύ σοβαρά ερωτήματα για τη ζωή την ίδια, αλλάζοντας εντελώς την αρχική πορεία.
Η μουσική παιδεία είναι πολύ διαφορετικό πράγμα από μία απλή και χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον μουσική ενασχόληση. Συνδέεται με τη συνολικότερη ανθρώπινη καλλιέργεια και είναι μια πορεία ζωής χωρίς τερματισμό – κάτι που συνήθως δεν είναι καθόλου προφανές.
Τη θεωρώ λοιπόν απόλυτη ανάγκη και όχι πολυτέλεια.
Υπάρχουν Έλληνες μουσικοί με μουσική κατάρτιση και γνώσεις; Στους καλλιτεχνικούς χώρους που κινούμαι γνωρίζω παρά πολλούς μουσικούς με τα παραπάνω στοιχεία και η αίσθησή μου είναι πως το επίπεδο έχει ανέβει κατακόρυφα σε σχέση με αυτό που υπήρχε παλιότερα. Κινείται πραγματικά σε υψηλά standards. Πιστεύω ότι ο Έλληνας μουσικός της ευρύτερης jazz δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους αντίστοιχους του εξωτερικού.
Δεν έχουμε πρόβλημα κατάρτισης και γνώσης αλλά υπάρχει το σοβαρό ζήτημα της καλλιτεχνικής απόστασής μας από το μουσικό γίγνεσθαι της Ευρώπης. Είναι ένα μεγάλο θέμα που δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να καλυτερέψει.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Δυστυχώς τα άμεσα σχέδια με την παρούσα κατάσταση έχουν παγώσει. Οι εφανίσεις που είχαν κανονίστει έχουν ακυρωθεί – όπως και όλων των συναδέλφων – κάτι που πιθανόν θα συμβεί και με τα φεστιβάλ του καλοκαιριού ίσως και του φθινοπώρου.
Ένα πράγμα που είναι στα σχέδια του επόμενου μήνα είναι η έκδοση του νέου μου cd με τη Rebecca Trescher που προανέφερα.
Τα λίγο πιο μακρινά σχέδια έχουν να κάνουν με την προώθηση του συγκεκριμένου ντουέτου μέσω συναυλιών καθώς επίσης και την εμφάνιση κάποιων projects που αναβλήθηκαν λόγω της καραντίνας.
Ελπίζω ότι θα επανέλθουμε σε μια σχετικά φυσιολογική κατάσταση σύντομα.
Μου λείπουν οι πρόβες, η φυσική επαφή με τους συνεργάτες και φίλους μουσικούς και βέβαια το ζωντανό παίξιμο.
Εύχομαι όλα τα πάνε όσο καλά γίνεται.