Ποια είναι η πρώτη σας Μουσική ανάμνηση; Μια μουσική ανάμνηση που συνοδεύεται από μια εικόνα. Δίπλα σε ένα παραθυράκι, ένα πάρα πολύ παλιό κασετοφωνάκι, πλάι σε ένα άσπρο πακέτο τσιγάρα Καρέλια με φίλτρο, στο σπίτι του παππού. Αγαπούσε την ψαλτική πολύ, οπότε άκουγε από τις κασέτες του τις ψαλμωδίες και επαναλάμβανε ο ίδιος. Rewind και πάμε πάλι παππού, πλάγιος τόνος Βου.
Με ποιόν Μουσικό θα θέλατε να βρεθείτε επί σκηνής; Έχω μάθει να αγαπώ τόσους και τόσους καλλιτέχνες, από διαφορετικούς κόσμους και ύφη, βρισκόμενος κάτω από τη σκηνή και δεν θα το αλλάξω, δε θα το βαρεθώ ποτέ. Νομίζω ότι για να συνυπάρξουν δύο σε μια σκηνή, το αποτέλεσμα προκύπτει όμορφο όταν τα μουσικά τους χνώτα ταιριάζουν, μην εννοώντας να ταυτίζονται αλλά ίσως να αλληλοσυμπληρώνονται. Με έχω φανταστεί να ανοίγω τη σκηνή και έπειτα να συνοδεύω το Μανώλη Φάμελλο ή τον Βαγγέλη Γερμανό. Χαμηλωμένα φώτα και unplugged με μια κιθάρα ή με μικρό σχήμα, σε ένα συνοικιακό μπαράκι με μόνιμους, ίσως ανυποψίαστους θαμώνες που ήρθαν να πιούν το ποτό τους εν χορδαίς και οργάνοις.
Περιγράψτε μας τη μέχρι σήμερα πορεία σας στη μουσική. Υπήρξαν επιρροές καθοριστικές θετικές ή αρνητικές; Αν μιλούσαμε για μια σχέση θα μπορούσα να πω «Γνωριζόμαστε από παιδιά και είμαστε ακόμα μαζί». Πρώτα ήταν η παιδική, μουσική χορωδία με τον δάσκαλο Θοδωρή που αργότερα μου έμαθε και κιθάρα. Τραγουδούσαμε Θεοδωράκη, Χατζηδάκη, Σαββόπουλο. Έπειτα η πρώτη και η δεύτερη κιθάρα που μου αγόρασε ο πατέρας μου. Κάπου εκεί δοκίμασα και τους πρώτους μου στίχους και τα πρώτα τραγούδια. Ακόμα ήταν ένα ραδιο-κασετόφωνο, δώρο του πατέρα και πάλι, με το οποίο έγραφα αμέτρητες ώρες μουσικής από το ραδιόφωνο: Σταθμός των εργαζομένων, Εννέα ΕξηνταΠέντε. Κατσιμιχαίοι, Φατμέ, Τρύπες, Ξύλινα σπαθιά, Ενδελέχεια και τόσοι άλλοι. Φοβερές εποχές για τη μουσική. Τέλος, ο δάσκαλος που με βοηθούσε στην έκθεση ο Γιάννης, με μύησε στην ξένη σκηνή και έναν καινούριο κόσμο. Jethro Tull, Thin Lizzy, Van Morrison, Jeff Buckley, Nick Drake. Όλα αυτά μπήκαν στο μπλέντερ και εντέλει στάθηκαν ως σταθμοί. Έκτοτε συνέχιζα με έναν εφηβικό τρόπο να ερωτεύομαι μουσικά κάθε εβδομάδα ένα νέο δίσκο ή έναν καλλιτέχνη που ανακάλυπτα ή να ξενερώνω με κάποιον άλλο που πριν λάτρευα. Το κακό είχε γίνει. Έγραφα συχνά, κάποια τραγούδια άντεξαν, κάποια τα έσκιζα μετά. Δεν ξέρω πώς να κρίνω τις όποιες επιρροές ως αρνητικές, προσωπικά νιώθω ευχαριστημένος αν και ποτέ πλήρης, το ταξίδι συνεχίζεται.
Σας “τρομάζει” η επιτυχία ή η αποτυχία; Όσον αφορά το μουσικό εγχείρημα υποθέτω ότι ορίζουμε ως επιτυχία ή αποτυχία την αποδοχή. Ωστόσο, αυτό το παιχνίδι δεν το έχω παίξει ποτέ, δεν έχω νιώσει καθόλου ως τώρα ένα τέτοιο άγχος παρά μόνο μια ικανοποίηση για το αποτέλεσμα. Ίσως γιατί η βασική μου προσδοκία αλλά και ανάγκη είναι να αποδίδω και να αποτυπώνω τα τραγούδια μου όσο πιο κοντά στο πώς τα έχω φανταστεί και γεννιούνται στη ψυχή μου. Βέβαια παραμένω φιλόδοξος όσο και γειωμένος.
Ποια είναι η άποψή σας για τα μουσικά τηλεοπτικά talent show; Σίγουρα διασκεδαστικά, με εμπορικά σήματα και τοποθέτηση προϊόντος. Δεν παρακολουθώ τακτικά αλλά με έχω πιάσει να τα χαζεύω, να γίνομαι τηλεθεατής και να χαζο-χαμογελάω. Εστιάζω στο πώς εκτίθενται όλοι τους: κριτές, παρουσιαστές και διαγωνιζόμενοι. Στον περιορισμένο τηλεοπτικό χρόνο και στο σύντομο παράθυρο δημοσιότητας, ξαναθυμάμαι το εφήμερο όλων μας, στεναχωριέμαι στο πόσο αναλώσιμος μπορεί να θεωρείται ο άνθρωπος με ημερομηνία λήξης μια – δυο εμπορικές σεζόν. Στο τέλος, πολλές καλές φωνές αναζητούν γνωριμία με τις λίγες εκεί έξω δημιουργίες, τραγούδια, στίχους για σχέση περιστασιακή και ό,τι προκύψει. Κάποιοι το βάφτισαν «Χρυσό συμβόλαιο».
Μια συνεργασία που ονειρεύεστε; Χωρίς να αραδιάσω ονόματα θα περιγράψω αντί αυτού ένα όμορφο στούντιο ή πάλκο με φίλους μουσικούς, να είναι ελεύθεροι να σχεδιάσουν και μια φωνή που θα ερμηνεύει, έτσι που να με εκπλήξουν ευχάριστα, δίνοντας σε τραγούδια μου μια διάσταση που δεν είχα φανταστεί.
Πώς συνδυάζεται η ζωή ενός καλλιτέχνη που ζει και εργάζεται στο εξωτερικό; Μια ετεροβαρής σχέση ξεκάθαρα που καθρεφτίζει και την σύγχυση εντός. Προς το παρόν η καθημερινότητα κυλάει με τον Δρ. Τζέκιλ, έχοντας αυξήσει τη δόση του υπνωτικού να ναρκώνει ολημερίς και ολονυχτίς τον καημένο κύριο Χάιντ που αρέσκεται να παριστάνει τον καλλιτέχνη. Ο κύριος Χάιντ ξυπνάει ενίοτε έντρομος και καταϊδρωμένος, ίσως σημειώσει κάπου δυο νότες και δυο στιχάκια, προτού η αγαπημένη ρουτίνα και πραγματικότητα τον αποκοιμίσει και πάλι για να παραχωρήσει πεδίο δόξης στον Δρ. Τζέκιλ, που διεκδικεί την καταξίωση ως ένα τίμιο και εργατικό γρανάζι. Ωστόσο, μπορώ να καυχηθώ πως κάνω καριέρα στο εξωτερικό που τόσοι και τόσοι ονειρεύονται, μπορεί όχι σαν καλλιτέχνης αλλά σαν μηχανικός, η διαφορά δεν έχει καμία σημασία.
Πείτε μας λίγα λόγια για το νέο σας album «Τράνζιτ» που κυκλοφορεί από το Ogdoo Music Group. Μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι είναι ο καλύτερος και ο πιο ώριμος δίσκος μου ως τώρα καθότι ο πρώτος και ο μοναδικός. Πρόκειται για ένα μικρό όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Αφορμή ένα demo που έδωσα στον Μανώλη Φάμελλο πριν χρόνια που με ενθάρρυνε να το τολμήσω και που μου άνοιξε την πόρτα για ό,τι ακολούθησε έπειτα. Ο τίτλος «τράνζιτ» δεν αναφέρεται σε κάποιο στίχο εντός του δίσκου, αλλά σηματοδοτεί την μεταβατική περίοδο που διανύω στη ζωή μου τα τελευταία χρόνια. Ως όρος παραπέμπει άλλοτε σε μια διέλευση, μια τροχιά και άλλοτε ως όρος ναυτιλίας, υποδηλώνει μια στάση σε ένα ταξίδι που ακόμα συνεχίζεται. Αυτά τα τραγούδια, κάποτε βιωματικά, κάποτε προϊόντα φαντασίας, κάποτε αφηγηματικά, κάποτε περιγραφικά, μεγάλωσαν σαν παιδιά μου και έφυγαν από μένα, ελεύθερα πια, ανοίγουν τα φτερά τους, είτε για να κάνουν ένα βηματάκι μόνο, είτε μια μακρά πτήση.
Ποια είναι τα μελλοντικά μουσικά σας σχέδια; Να συνεχίζω να δημιουργώ για να εξιλεώνομαι και να θυμάμαι ότι υπάρχω. Έχω ένα συρτάρι γεμάτο τετράδια και τραγούδια που περιμένουν τη σειρά τους και γκρινιάζουν. Εύχομαι να καταφέρω να ξαναζήσω σύντομα τη χαρά της ηχογράφησης και να αποκτήσει το «τράνζιτ» το δικό του sequel στα περίπτερα και σε επιλεγμένα καταστήματα.
Βιογραφικό – Γιάννης Χατζής
Γεννηθείς εις τας Θήβας το 1985 όπως και τόσες τραγωδίες, τη Θήβα των ποιητών, της πατάτας και του πυροβολικού. Ξεκίνησα να γράφω τα πρώτα μου τραγούδια στο Γυμνάσιο, όταν οι άλλοι έσπαζαν σπυράκια ή στέλναν ραβασάκια (δεν υπήρχαν smartphones γαρ). Έμαθα μικρός να παίζω κιθάρα χωρίς να έχω μάθει στην ουσία νότες και θεωρία ως άνθρωπος της πράξης. Αυτό ήταν αρκετό βέβαια για να καταφέρω να συνθέτω τα δικά μου τραγούδια. Το πάλεψα με τη φυσαρμόνικα και τελικά και με το βιολί που κάποτε προσπάθησα να μάθω μόνος μου, δεν τα κατάφερα ωστόσο γιατί δε μ’ άντεχε κανείς, ούτε το βιολί, άσε που είμαι αλλεργικός και στο ρετσίνι που χρησιμοποιούσα για να περάσω τις αλογίσιες τρίχες του δοξαριού μου οπότε τότε φτερνίζομουν και δακρύζα αλλά όχι από συγκίνηση.
Και αφού έπαιρνα τα γράμματα, άφησα την επαρχία, σπούδασα Ηλεκτρολόγος Μηχανικός στο ΕΜΠ, πραγματώνοντας αυτό που στους στίχους του τραγουδιού αναφέρεται «Άλλοι μιλάν για τέχνη, για ρεύματα και τάσεις». ‘Επειτα ξαναγύρισα στην επαρχία όπου εργάστηκα σε φάμπρικα ως μηχανικός, με την εργασία να επιχειρεί επίμονα να σκοτώσει την έμπνευση και εμένα τον ίδιο σε κάθε σκοτεινό στενάκι. Έπειτα εγκατέλειψα και την Ελλάδα, αλλά στο δρόμο για το Hollywood (μην πάει ο νους σου) έκανα στάση για δουλειά στην Ολλανδία όπου και βρίσκομαι ακόμα σήμερα, άρα αν το καλοσκεφτείς είμαι ένας από εκείνους που κάνουν διεθνή καριέρα αλλά μάλλον σαν μηχανικός αν θέλουμε να ακριβολογούμε.
Από φωνή ΟΚ, έχω μουσικό αυτί (επί 2) και καλλιτεχνική φλέβα χρυσού που θα την κόψω μια μέρα για εντυπωσιακό φινάλε οπότε θα εισπράξω και το πραγματικό χειροκρότημα. Έχω συμμετάσχει στο παρελθόν σε μερικά φεστιβάλ μουσικής όπως τα Πινδάρεια και το φεστιβάλ της Σύμης πρόσφατα (παραπάνω από μια δεκαετία και βάλε).
Πάντα φανταζόμουν τα τραγούδια μου με κιθάρες, φυσαρμόνικες και βιολιά ακόμα και πριν ανακαλύψω τη ξένη folc/americana μουσική. Σήμερα μπορώ να πω πως φαντάζομαι τη μουσική μου σαν φολκ με ελληνικό στίχο, ίσως και καποιες δικές μας επιρροές, αλλά δε το λέω με σιγουριά, θα δούμε στο μέλλον. Σχετικά με το δίσκο δεν έχω να σημειώσω κάτι πέραν κάποιων προβλήματων με εκφύλιση των δίσκων σε αυχένα και μέση που ενίοτε με ταλαιπωρούν, μου δίνουν και καταλαβαίνω τι θα πει πόνος αλλά ως γνωστόν “ο πόνος και η οδύνη αποτελούν γενεσιουργό αιτία της καλλιτεχνικής σπίθας” ή αν προτιμάς για να περάσουμε και ένα πολιτικό μήνυμα στο τέλος “Ο πόνος των φτωχών γίνεται η τέχνη των αστών”.