Υπό έκδοση βρίσκεται το τρίτο κατά σειρά σύγγραμμά μου με τίτλο «Φύλο, Κρίση και Ευρωπαική Ένωση». Το εν λόγω πόνημα αποτελεί μια σημαντική προσωπική στιγμή καθώς πρόκειται για την πρώτη μου συγγραφική συνάντηση με την Παναγιώτα Παπακωνσταντίνου, Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Δοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών.
Κυρία Μελέτη, ποια ήταν η αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου σας «Έμφυλη Βία: από τη Ρητορική στη Βίαιη Πράξη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση;
Το νέο μου σύγγραμμα «Έμφυλη βία: από τη Ρητορική στη Βίαιη Πράξη» γράφτηκε για το διαχρονικό φαινόμενο της βίας των λέξεων και των πράξεων στις σύγχρονες διαπροσωπικές σχέσεις. Η κακομεταχείριση της γυναίκας στο πλαίσιο της οικογένειας, ο βιασμός, η σεξουαλική παρενόχληση, ο εξαναγκαστικός γάμος, η σεξουαλική εκμετάλλευση είναι μερικά μόνο παραδείγματα που επίμονα και επίπονα μας υπενθυμίζουν την ανικανότητα και αδυναμία της κοινωνίας μας να αναγνωρίσει την αυτονόητη ισότητα και αξιοπρέπεια των γυναικών. Το βιβλίο γράφτηκε για να διαρραγεί εδώ και τώρα το πλαίσιο των ηθικοπλαστικών κανόνων, όπως επιβάλλονται, μέρος μιας άτυπης βίας, μιας δήθεν χαρωπής πορείας προς την ενηλικίωση και τους «κανόνες γυναικείας συμπεριφοράς».
Το σύγγραμμά μου επίσης είναι σημαντικό να καταγραφεί ότι εκπονήθηκε με σημαντική συναισθηματική επένδυση από την γράφουσα και τους ανθρώπους που πίστεψαν στο όνειρο αυτό. Γι’ αυτό και θα μου επιτρέψετε να ευχαριστήσω εδώ ιδιαιτέρως τον Ομότιμο Καθηγητή Εγκληματολογίας και συγγραφέα, Γιάννη Πανούση για την εξαιρετική προλόγιση του βιβλίου. Ένα μεγάλο ευχαριστώ επίσης οφείλω και στην Κατερίνα Μάρκου, Διευθύντρια των Εκδόσεων Παπαζήση, καθώς και στους συνεργάτες της, που αγκάλιασαν με επαγγελματισμό το έργο μου και του έδωσαν πνοή.
Η παρουσίαση του βιβλίου έχει προγραμματιστεί να λάβει χώρα την Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024 και ώρα 6μμ στον ΙΑΝΟ, παρουσία εκλεκτών ομιλητών, επιστημόνων και πολιτικών προσωπικοτήτων.
Τι ακριβώς εννοούμε με τον όρο «έμφυλη βία»;
Στην Ελλάδα, η προσοχή έχει στραφεί ιδίως από την πανδημία και εντεύθεν στο φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας, που πυροδοτεί κατά κύριο λόγο η βαθιά ριζωμένη πατριαρχική αντίληψη. Ο όρος «έμφυλη βία» αναφέρεται σε όλες τις πράξεις σωματικής, συναισθηματικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας που συμβαίνει εντός της οικογένειας ή μεταξύ πρώην συζύγων ή συντρόφων, ανεξάρτητα από το αν ο δράστης μοιράζεται την ίδια κατοικία με το θύμα. Αναφέρεται επίσης ως ενδοοικογενειακή βία και στατιστικά ενεργείται – σε σημαντικό ποσοστό- εναντίον των γυναικών.
Το φαινόμενο δεν γνωρίζει σύνορα, συμβαίνει σε γυναίκες και κορίτσια ανεξαρτήτως ηλικίας, θρησκείας, μορφωτικού επιπέδου ή κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου. Οποιαδήποτε μορφή βίας αποτελεί εντελώς λανθασμένη ενέργεια και νομικά θεωρείται σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς έχει ποικίλες επιπτώσεις στο θύμα: από σωματική βλάβη έως καταπάτηση της αξιοπρέπειας, απώλεια εμπιστοσύνης και αυτοεκτίμησης, ενώ σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε αυτοκτονικό ιδεασμό.
Μάλιστα, μετά την έναρξη της πανδημίας και την επιβολή περιοριστικών μέτρων παρατηρήθηκε δραματική αύξηση της βίας, συμπεριλαμβανομένων των γυναικοκτονιών, με αποτέλεσμα σχεδόν σε καθημερινή βάση να υπάρχει ένα θύμα αυξάνοντας έτσι τη ματωμένη λίστα δολοφονιών στη χώρα μας.
Λόγω των ιστορικών και δομικών τους ριζών των πατριαρχικών πολιτισμικών προτύπων, οι διακρίσεις κατά των γυναικών παρατηρούνται πλέον σε πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής: η ενδοοικογενειακή βία, η σωματεμπορία (trafficking), ο βιασμός και η σεξουαλική παρενόχληση αποτελούν ειδεχθείς πράξεις που συμβαίνουν συχνά. Για τους λόγους αυτούς, η παρότρυνση των γυναικών να καταγγείλουν το γεγονός μέσω των αστυνομικών αρχών και με τη βοήθεια ειδικών καταφυγίων και κέντρων κοινωνικής αλληλεγγύης θυμάτων, είναι αναγκαίο βήμα.
Ο μόνος τρόπος για να τερματιστεί ο κύκλος της έμφυλης βίας είναι να αγωνιστούμε ώστε να εξαλείψουμε κάθε μορφή της. Να διεκδικήσουμε τα αιτήματα μας απέναντι στην κοινωνία που δημιουργεί και συντηρεί τη βία, το ρατσισμό και το σεξισμό, μέσα από τα σωματεία, τις γυναικείες οργανώσεις και τις συλλογικότητες. Να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα λαμβάνοντας θέση, να ενδυναμώσουμε τις γυναίκες για να κερδίσουν ξανά τη ζωή τους. Χρειάζεται μεγάλος και μακροχρόνιος αγώνας για την εξάλειψη της βίας ο οποίος απαιτεί θεσμικές παρεμβάσεις και ριζικές αλλαγές, αλλά κυρίως συστηματική κινητοποίηση απέναντι σε στερεότυπα και νοοτροπίες.
Εχει προηγηθεί το βιβλίο σας «Έμφυλα Πρόσωπα σε Κρίση: η Ισότητα στην Επαγγελματική και την Πολιτική Ζωή». Γιατί το θέμα των ανισοτήτων παραμένει άλυτο και επίκαιρο, παρά την εξέλιξη της κοινωνίας;
Στον αιώνα που διανύουμε η θέση της γυναίκας είναι σαφώς πιο ευνοϊκή και βελτιωμένη απ’ όλες τις προηγούμενες περιόδους της ιστορίας. Η ανισότητα των φύλων παραμένει, ωστόσο, η πιο βαθιά ανθρωπιστική πρόκληση που αντιμετωπίζουμε παγκισμίως. Οι γυναίκες βρίσκονται παντού σε χειρότερη θέση από τους άνδρες, μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκες. Η πραγματικότητα είναι ακόμα χειρότερη για τις γυναίκες που ανήκουν σε μειονότητες, τις ηλικιωμένες, τις γυναίκες με αναπηρία και τις γυναίκες μετανάστριες και πρόσφυγες.
Παρ’ όλο που τις τελευταίες δεκαετίες έχει σημειωθεί τεράστια πρόοδος στα δικαιώματα των γυναικών, από την κατάργηση νόμων που επέβαλαν διακρίσεις μέχρι την αύξηση του ποσοστού των κοριτσιών στα σχολεία, αντιμετωπίζουμε μεγάλη οπισθοδρόμηση. Η νομική προστασία ενάντια στον βιασμό και στην ενδοοικογενειακή βία εξασθενίζει σε ορισμένες χώρες, ενώ σε άλλες υιοθετούνται πολιτικές που τιμωρούν γυναίκες, από τις πολιτικές λιτότητας μέχρι την καταναγκαστική αναπαραγωγή. Τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα της γυναίκας απειλούνται απ’ όλες τις πλευρές. Όλο αυτό συμβαίνει επειδή η ισότητα των φύλων είναι κατά κύριο λόγο ζήτημα ισχύος. Αιώνες διακρίσεων και βαθιά ριζωμένης πατριαρχίας έχουν δημιουργήσει μεγάλο χάσμα ισχύος μεταξύ των φύλων στις οικονομίες, στα πολιτικά συστήματα και στις επιχειρήσεις.
Αποδείξεις υπάρχουν παντού. Οι γυναίκες είναι ακόμα αποκλεισμένες από τις κορυφαίες θέσεις, από τις κυβερνήσεις και τα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών μέχρι τις υψηλού κύρους τελετές απονομής βραβείων. Οι γυναίκες, που είναι ηγέτες ή δημόσια πρόσωπα, δέχονται παρενοχλήσεις, απειλές και κακοποιήσεις εντός και εκτός του διαδικτύου. Το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων είναι απλώς ένα σύμπτωμα του χάσματος ισχύος μεταξύ τους. Οι γυναίκες και τα κορίτσια βρίσκονται επίσης αντιμέτωπες με τον μισογυνισμό και την ακύρωση των επιτευγμάτων τους. Γελοιοποιούνται ως υστερικές ή ως καθοδηγούμενες από τις ορμόνες τους, κρίνονται συστηματικά με βάση την εμφάνισή τους, υπόκεινται σε ατελείωτους μύθους και ταμπού για τις φυσικές σωματικές τους λειτουργίες, βρίσκονται αντιμέτωπες με τον καθημερινό σεξισμό, την πατερναλιστική συμπεριφορά και την ενοχοποίηση.
Προς αυτή την κατεύθυνση γράφτηκε το πρώτο επιστημονικό σύγγραμμα «Έμφυλα Πρόσωπα σε Κρίση: η Ισότητα στην Επαγγελματική και την Πολιτική Ζωή». Για να θυμίσει και να αφυπνίσει πως στην πράξη η ισότητα δεν πραγματώνεται μόνο με νόμους και διατάγματα, τα οποία συχνά υπάρχουν για να υπάρχουν. Η ισότητα επιτυγχάνεται με αλλαγή νοοτροπίας, με μια άλλη φιλοσοφία και μια ευαισθησία που θέλουν την ισότητα να «είναι και παρούσα» και όχι «δέον γενέσθαι και μέλλουσα».
Υπάρχουν σήμερα κοινωνίες από τις οποίες έχουν ελαχιστοποιηθεί οι ανισότητες, ο ρατσισμός, ο σεξισμός ή καταγράφονται παγκοσμίως ανοδικοί δείκτες των φαινομένων;
Σε πολλές χώρες έχουν θεσπιστεί ίσα πολιτικά, κοινωνικά, εργασιακά και οικονομικά δικαιώματα. Ωστόσο, τα στερεότυπα και οι διακρίσεις με βάση το φύλο δεν εκλείπουν και φαινόμενα ανισότητας συναντούμε ακόμα πολύ συχνά σε πολιτισμούς του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Ειδικότερα, παρότι εξακολουθούν να υπάρχουν ανισότητες, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά την ισότητα των φύλων τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό είναι αποτέλεσμα της νομοθεσίας για την ίση μεταχείριση, της συνεκτίμησης της διάστασης του φύλου και της ένταξης της οπτικής αυτής σε όλες τις άλλες πολιτικές και των ειδικών μέτρων για την προώθηση των γυναικών.
Η πραγματικότητα όμως των αριθμών είναι αμείλικτη: οι γυναίκες συνήθως έχουν χαμηλότερες αποδοχές, μικρότερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, υποεκπροσώπηση σε θέσεις ευθύνης, ενώ επωμίζονται δυσανάλογα το βάρος της «αόρατης εργασίας» που σχετίζεται με την παροχή της οικιακής φροντίδας. Στη δύσκολη περίοδο που διανύουμε, το χάσμα των φύλων γίνεται ακόμη πιο αισθητό, αν αναλογιστούμε ότι οι γυναίκες εργάζονται σε κλάδους στους οποίους οι αμοιβές είναι χαμηλότερες και έχουν πληγεί βαριά από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Είναι η ώρα να καθιερώσουμε καλύτερους κανόνες για τη διασφάλιση της πρόσβασης των γυναικών σε αναπτυσσόμενους και καλά αμειβόμενους τομείς, τη μείωση του μισθολογικού χάσματος στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, την καταπολέμηση των στερεοτύπων που γεννούν ανισότητες και διακρίσεις και τη διαμόρφωση συνθηκών για την καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Ζητούμενο παραμένει σήμερα η σύζευξη επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής ανδρών και γυναικών, η εξισορρόπηση της συμμετοχής των δυο φύλων στα κέντρα λήψης αποφάσεων, η αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης και η ενεργητική προστασία της μητρότητας. Η αναγνώριση των σημαντικών πραγματικών ανισοτήτων, ρατσισμού και σεξισμού καθιστά κρίσιμη, παράλληλα με τις νομικές ρυθμίσεις, τη στρατηγική ενσωμάτωσης του αιτήματος για ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών σε όλες τις δημόσιες πολιτικές (mainstreaming).
Ευτυχώς, για να απαντήσω το ερώτημά σας, πρωτοπόρες κοινωνίες στη μείωση των διακρίσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών συγκαταλέγονται οι σκανδιναβικές χώρες. Αυτό δεν επιτεύχθηκε μόνο χάρη σε θεσμικές παρεμβάσεις που διασφαλίζουν ίσα δικαιώματα, αλλά πρωτίστως μέσω της ανάπτυξης του κράτους πρόνοιας. Στις χώρες αυτές, η «νοικοκυρά» ως κοινωνική κατηγορία εξαλείφθηκε. Τα εκτεταμένα προγράμματα για τη φροντίδα των παιδιών έχουν επιτρέψει επιπλέον την ενίσχυση της γυναικείας απασχόλησης. Το επόμενο βήμα ήταν να μειωθεί ο επαγγελματικός διαχωρισμός μεταξύ των φύλων, η αύξηση της γυναικείας πλήρους απασχόλησης και η πραγματική ισότητα στους όρους εργασίας. Γιατί για τις γυναίκες υπάρχουν αποδεδειγμένα παντού «γυάλινες οροφές», δηλαδή αόρατα εμπόδια που αντιμετωπίζουν κατά την εξέλιξή τους στον επαγγελματικό και πολιτικό βίο. Στις χώρες αυτές λοιπόν προσμετρώνται κυρίως ενθαρρυντικές τάσεις, όπου περιλαμβάνεται υψηλότερος αριθμός γυναικών στην αγορά εργασίας και πρόοδός όσον αφορά την εξασφάλιση καλύτερης γυναικείας εκπαίδευσης και κατάρτισης. Αντίθετα, πρέπει να ειπωθεί ότι η Ελλάδα στα θέματα έμφυλης ισότητας κατατάσσεται πολύ χαμηλά ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης όσον αφορά την οικονομική κατάσταση των γυναικών, την κάλυψη θέσεων εξουσίας και τη συμμετοχή των γυναικών στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Θεωρείτε πως η αυστηροποίηση των νόμων θα μπορούσε να αποτρέψει τον θύτη από τη διάπραξη έμφυλων εγκλημάτων;
Λόγω της καθημερινής δικαστηριακής πρακτικής και τριβής μου με τέτοιες υποθέσεις στο Πρωτοδικείο Αθήνας, όπου υπηρετώ, θεωρώ ότι ήρθε η ώρα για τη νομική αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία». Τι χρειάζεται; Κατ’ αρχάς να ενταχθεί ως ειδεχθές το έγκλημα της γυναικοκτονίας στον Ποινικό Κώδικα, και, αν αυτό δεν είναι εφικτό, να ενταχθεί ως επιβαρυντική περίσταση στα ζητήματα της σωματικής βλάβης ή της ανθρωποκτονίας. Κατά δεύτερον, η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα έγκλημα που διώκεται και τιμωρείται αυτεπάγγελτα. Με αφορμή τις αλλαγές στο Νόμο 3500/2006, και έπειτα από αλλεπάλληλα περιστατικά γυναικοκτονιών, επιβάλλεται να ληφθούν αυξημένα μέτρα. Ασφαλώς η ποινική νομοθέτηση και η αποσπασματική αυστηροποίηση των ποινών δεν αρκούν να αποτρέψουν το διαρκές αυτό έγκλημα ή να χρησιμοποιούνται ως εργαλείο της εκάστοτε πολιτικής και επικοινωνιακής προβολής. Για την καταπολέμηση της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας είναι επιτακτική ανάγκη η πλήρης εφαρμογή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, η οποία έχει κυρωθεί από τη χώρα μας με τον Νόμο 4531/2018. Η πολιτεία οφείλει επομένως να δρομολογήσει μέτρα πρόληψης, προστασίας, υποστήριξης και αναχαίτισης της έμφυλης βίας. Η κυβέρνηση πρέπει ν’ ακούσει και να δει με μεγάλη προσοχή αυτό που συμβαίνει σήμερα στην ελληνική κοινωνία.
Σε πρώτο στάδιο είναι αναγκαία η αύξηση των τμημάτων ενδοοικογενειακής βίας στην αστυνομία και η στελέχωσή τους με ακόμα περισσότερο εκπαιδευμένο κατάλληλα δυναμικό, που θα επεμβαίνει άμεσα, ενώ άμεση και ταχεία θα πρέπει να είναι και η απονομή δικαιοσύνης σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Η κοινωνική προσφορά των κέντρων στην υποστήριξη των θυμάτων βίας είναι επίσης πρωταρχικής σημασίας. Συνεπώς, οφείλουμε να διατηρήσουμε και να ενισχύσουμε το υπάρχον δίκτυο δομών, τη δημιουργία συμβουλευτικών κέντρων σε κάθε μητροπολιτικό δήμο και αύξηση των ξενώνων κακοποιημένων γυναικών. Τέλος, η ίδια η κοινωνία πρέπει να ευαισθητοποιηθεί, να ποντάρει στην παιδεία, όμως έχει υποχρέωση το κράτος να προστατέψει τους ευάλωτους πολίτες. Και όχι μόνο με κουμπιά πανικού. Δυστυχώς στην πράξη είδαμε ότι από μόνα τους δεν αρκούν να σώσουν ζωές.
Γράφετε κάτι άλλο αυτή την εποχή;
Υπό έκδοση βρίσκεται το τρίτο κατά σειρά σύγγραμμά μου με τίτλο «Φύλο, Κρίση και Ευρωπαική Ένωση». Το εν λόγω πόνημα αποτελεί μια σημαντική προσωπική στιγμή καθώς πρόκειται για την πρώτη μου συγγραφική συνάντηση με την Παναγιώτα Παπακωνσταντίνου, Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Δοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών. Την επιστημονική επιμέλεια του συλλογικού έργου υπογράφει ο επίσης συγγραφέας και επί σειρά ετών συνεργάτης, Παναγιώτης Νικολόπουλος. Το βιβλίο τέλος προλόγισε η Ζέφη Δημαδάμα, Γενική Γραμματέας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Πρόεδρος της Ένωσης Γυναικών Ελλάδος (Παράρτημα Αθήνας) & Διδάσκουσα του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Βασιλική Π. Μελέτη
Έμφυλη βία – Από τη ρητορική στη βίαιη πράξη
Τιμή: 18.02 ευρώ, Σελίδες: 312
ISBN: 978-960-02-4122-8
Πρόλογος: Γιάννης Πανούσης
Εκδόσεις Παπαζήση
Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Παπαζήση το νέο βιβλίο της Δόκτορος Βασιλικής Π. Μελέτη «Έμφυλη βία – Από τη ρητορική στη βίαιη πράξη».
Το φαινόμενο της έμφυλης βίας δεν γνωρίζει σύνορα, συμβαίνει σε γυναίκες και κορίτσια ανεξαρτήτου ηλικίας, θρησκευτικών πεποιθήσεων, μορφωτικού ή κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου. Οποιαδήποτε μορφή βίας αποτελεί λανθασμένη ενέργεια και νομικά θεωρείται σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με ποικίλες επιπτώσεις στο θύμα. Μετά την έναρξη της πανδημίας και την επιβολή περιοριστικών μέτρων παρατηρήθηκε γεωμετρική αύξηση της έμφυλης βίας, με τις γυναικοκτονίες να αυξάνουν τη μακρά λίστα δολοφονιών παγκοσμίως.
Στο παρόν βιβλίο η συγγραφέας επιδιώκει να εξηγήσει το φαινόμενο και να προσδιορίσει τους λόγους ανάπτυξής του. Μέσα από επισταμένη έρευνα διαπιστώνει ότι η βία έχει βαθιές ρίζες, με χρονική αναφορά στα πατριαρχικά πρότυπα του παρελθόντος, όπου οι μισογυνικές διακρίσεις έβριθαν στην κοινωνική ζωή. Η σύγχρονη εξέλιξή της εκδηλώνεται στην πράξη μέσω της ενδοοικογενειακής βίας, της σωματεμπορίας, των βιασμών και της σεξουαλικής παρενόχλησης και λοιπών ειδεχθών πράξεων.
Στο βιβλίο τέλος δίνεται έμφαση στην αναγνώριση τρόπων για να τερματιστεί ο κύκλος της έμφυλης βίας. Η παρότρυνση των γυναικών να καταγγέλλουν κάθε βίαιο γεγονός μέσω των αστυνομικών αρχών και τη βοήθεια ειδικών καταφυγίων και κέντρων κοινωνικής αλληλεγγύης θυμάτων είναι σημαντικό βήμα. Οι γυναίκες οφείλουν να διεκδικήσουν μέσα από τα συλλογικά όργανα καλύτερη ποιότητα ζωής απέναντι σε μια κοινωνία που δημιουργεί και συντηρεί το ρατσισμό και το σεξισμό.
Στόχος να γίνει κατανοητό ότι χρειάζεται μακροχρόνιος αγώνας για την εξάλειψη της έμφυλης βίας, με θεσμικές παρεμβάσεις και ριζικές αλλαγές, αλλά κυρίως συστηματική ατομική και μαζική κινητοποίηση απέναντι σε στερεότυπα και νοοτροπίες.
Τον πρόλογο υπογράφει ο Γιάννης Πανούσης, Ομότιμος Καθηγητής Εγκληματολογίας.
Βιογραφικό: Η Βασιλική Π. Μελέτη γεννήθηκε και κατοικεί στην Αθήνα. Είναι Οικονομολόγος-Περιφερειολόγος και ενεργό μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Συνδέσμου Ελλήνων Περιφερειολόγων. Με σπουδές στη Σχολή Επιστημών Οικονομίας και Δημόσιας Διοίκησης τον Παντείου Πανεπιστημίου Κ Π.Ε. Αθηνών, έλαβε πτυχίο από το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, με βαθμό «Άριστα». Με «Άριστα» έλαβε και μεταπτυχιακό τίτλο (M.Sc.) από το Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης της ίδιας Σχολής. Παράλληλα, πραγματοποίησε στη Γαλλία μεταπτυχιακές σπουδές (D.E.S.S.), στο Πανεπιστήμιο Μαrc Bloch του Στρασβούργου, με αντικείμενο τη Διοίκηση Ανθρώπινων Πόρων στις Επιχειρήσεις, και έχει απασχοληθεί σε Θέση διοικητικού-μεταφραστή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε Βρυξέλλες και Λουξεμβούργο καθώς και στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο. Η Βασιλική Π. Μελέτη είναι Διδάκτωρ Κοινωνικής Πολιτικής (Ph.D.), με εξειδίκευση στις έμφυλες διακρίσεις στον τραπεζικό κλάδο στα χρόνια της κρίσης: εργάστηκε επί σειρά ετών σε καταστήματα και κεντρικές διευθύνσεις της τ. Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος και της Τράπεζας Πειραιώς, αποκτώντας γνώση των εσωτερικών αγορών εργασίας, ενώ διετέλεσε εκλεγμένη εκπρόσωπος στο πρωτοβάθμιο και στο δευτεροβάθμιο σωματείο εργαζομένων των Τραπεζών. Μιλάει άπταιστα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Ως ενεργός πολίτης, διατέλεσε επιστημονική σύμβουλος στις δημοτικές παρατάξεις «Δημιουργία Αλληλεγγύη» και «Αλλαγή για τη Νέα Ιωνία» του Δήμου Νέας Ιωνίας Αττικής. Διαθέτει πλούσια αρθρογραφία σε επιστημονικές επιθεωρήσεις, εφημερίδες, επιχειρηματικά περιοδικά και site, ενώ, ως υποστηρικτής της δια βίου μάθησης, αντλεί και μοιράζει γνώσεις σε Επιστημονικές και Κοινωνικές Ημερίδες, Συνέδρια και Σεμινάρια. Σήμερα εργάζεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, στο Πρωτοδικείο Αθηνών. Το 2020 κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο με θέμα «Έμφυλα Πρόσωπα σε Κρίση: η ισότητα στη επαγγελματική και την πολιτική ζωή» από τις Εκδόσεις Παπαζήση.
Κεντρική διάθεση: Εκδόσεις Παπαζήση
Νικηταρά 2 & Εμμ. Μπενάκη 106 78, Αθήνα
Τηλ.: 210 3838020, [email protected]
www.papazissi.gr