Γράφει ο Γρηγόρης Ορφανίδης*
Με αφορμή το θέμα των Πανελλαδικών εξετάσεων στο εξεταζόμενο μάθημα Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, για το Γενικό Λύκειο, με τίτλο: “Αξία ιστορικής γνώσης και βιωματικοί τρόποι που μπορούν να καλλιεργήσουν το ενδιαφέρον για το ιστορικό παρελθόν”, θα εξετάσουμε-αναλύσουμε, κατ’ αρχάς, τη θέση της ιστορικής γνώσης στη σημερινή κοινωνία και εάν ιστορικά γεγονότα και προσωπικότητες του παρελθόντος, τα οποία είναι συνυφασμένα με την ελληνική ιστορία, επηρέασαν την σύγχρονη ελληνική νοοτροπία. Στο δεύτερο σκέλος του άρθρου παρουσιάζονται βιωματικοί μέθοδοι που, πιθανώς, εγείρουν το ενδιαφέρον του ατόμου για τα ιστορικά γεγονότα. Στόχος του άρθρου δεν είναι η απάντηση-επίλυση του θέματος, αλλά η προσπάθεια παρακίνησης του αναγνώστη να απαντήσει, ο ίδιος, στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Αξία ιστορικής γνώσης: Η ανύψωση
“Δεν ωφελεί σε τίποτα να προσπαθεί κανείς να εμποδίσει τους ανθρώπους να μάθουν την ιστορία τους. Όποιος θέλει να κάνει κάτι καινούριο πρέπει πρώτα να γνωρίσει σε βάθος το παλιό.”
Με δύο σειρές, οι οποίες ξεχειλίζουν από ουσία, ο αυστριακός ιστορικός E.H. Gombrich εξυμνεί την αξία της ιστορικής γνώσης. Η ιστορία συμπορεύεται με το παρόν και χαράζει το μέλλον. Μέσω της ιστορικής γνώσης αναδύεται ο δρόμος στον οποίο βαδίζουμε ή στοχεύουμε να βαδίσουμε. Και πως θα μπορούσε κανείς να παραλείψει την αρχή των πάντων, τους αρχαίους Έλληνες. Δωριείς, Αιολείς και Ίωνες, ο καθένας ξεχωριστά μεταλαμπάδευσε τις αρετές και τις αξίες του. Οι Έλληνες ήταν ένας ιδιαίτερος λαός, καθώς διέφερε σε μεγάλο βαθμό από τις αυτοκρατορίες της Ανατολής, οπού οι κοινωνίες ήταν προσηλωμένες στα πατροπαράδοτα έθιμα και δεν ήταν ανοιχτές σε νέες ιδέες. Στην Ελλάδα, και ειδικότερα στην Αθήνα, ίσχυε ακριβώς το αντίθετο. Πάντα αναζητούσαν κάτι καινούριο, συλλάμβαναν κάτι νέο, έμαθαν να πειραματίζονται, ποτέ να μην είναι ικανοποιημένοι, ποτέ πλήρεις και εφησυχασμένοι. Δίδαξαν ότι τα πράγματα δεν πρέπει να μένουν ίδια, αλλά διαρκώς να αλλάζουν, να μεταβάλλονται να εξελίσσονται και απολάμβαναν την ποικιλία. Γι’ αυτό το λόγο, άλλωστε, το πνεύμα των ανθρώπων συνέλαβε πολύ περισσότερα πράγματα απ’ ό,τι, μέσα σε χιλιάδες χρόνια, αυτό των ανθρώπων στις μεγάλες αυτοκρατορίες της Ανατολής. Έχοντας στο νού, πάντοτε, τα επιτεύγματα αυτού του μικρού, σε έκταση, λαού συνειδητοποιούμε ότι αντί να υποχωρούμε στις φοβίες μας πρέπει να απελευθερωθούμε από αυτές, αντί να μένουμε αδρανείς -επειδή πιστεύουμε πως αυτά που έχουμε αποκτήσει ή καταφέρει είναι αρκετά- πάντοτε να μοχθούμε για το ανυπέρβλητο.
Ενστερνιζόμαστε, τη σήμερον ημέρα, τις αρετές και αξίες των αρχαίων Ελλήνων;
Οφείλεται, άραγε, η κοινωνική σήψη στην άγνοια του παρελθόντος;
Οι Έλληνες, επίσης, επιδείκνυαν απερίγραπτη γενναιότητα και ανεπανάλιπτο σθένος, καθώς σε καμία περίπτωση δεν ήθελαν να αποτελούν υποχείριο μιας μεγάλης αυτοκρατορίας και να υπακούουν σ’ ένα δυνάστη.
“Τα βέλη μας είναι τόσα πολλά, που θα κρύψουν τον ήλιο!”
απείλησαν οι Πέρσες
“Τόσο το καλύτερο, θα πολεμάμε στη σκιά”
απάντησαν οι Σπαρτιάτες
Το ελληνικό έθνος περνώντας τον δικό του μακροχρόνιο μεσαίωνα, λόγω τουρκοκρατίας, δεν γνώρισε ποτέ, όπως η υπόλοιπη Ευρώπη, τα ρεύματα της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, παρά μονάχα μια μικρή μερίδα ανθρώπων οι οποίοι ελέω κοινωνικής θέσης και οικονομικής κατάστασης, κατάφεραν να εμποτίσουν το νου τους. Στις σημαντικότερες περιόδους που γνώρισε η ευρωπαϊκή ιστορία, όπου αναβιώθηκαν και εξελίχθηκαν οι αξίες του αρχαίου κόσμου, η ελληνική κοινωνία γαλουχήθηκε με την καταπίεση, την σκλαβιά και τον οθωμανικό σκοταδισμό. Παρ’ όλα αυτά διδαχθήκαμε πως ένας μικρός λαός δεν μπορεί να ζει υποταγμένος, υποδουλωμένος και εξαθλιωμένος υπό ξένο ζυγό, αλλά και ότι “θέλει αρετήν και τόλμην Η ελευθερία”. Τι μας θυμίζει αυτό; Πόσες φορές, άλλωστε, έχουμε ακούσει την τυποποιημένη, τετριμμένη έκφραση “Η ιστορία επαναλαμβάνεται”.
Επαναλαμβάνεται κατά παρεμφερή τρόπο και στις μέρες μας;
Αξία ιστορικής γνώσης: Ο εκμηδενισμός
Στην αντίπερα όχθη τα μελανά σημεία της ιστορίας μας, αναρρίθμητα. Με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε, πως οι προσωπικότητες, οι οποίες σκέφτηκαν “επαναστατικά”, οραματίστηκαν το αντισυμβατικό και επεδίωξαν υψιπετή σχέδια, φονεύθηκαν ή εκδιώχθηκαν. Από τον μέγιστο φιλόσοφο που γνώρισε η ανθρωπότητα, τον Σωκράτη, έως και τον ρηξικέλευθο πολιτικό Ιωάννη Καποδίστρια. Συνεπώς, για τους προαναφερθέντες λόγους, μπορεί να εμφωλεύουν στο υποσυνείδητο του ανθρώπου πεποιθήσεις, πως οτιδήποτε πρωτοποριακό είναι σκόπιμο να καταπνίγεται. Παράλληλα δεκάδες προσωπικότητες χάραξαν, για αρνητικούς λόγους ο καθένας τους, το όνομα τους με μαύρα γράμματα στην ιστορία του τόπου μας και μνημονεύονται από ομοϊδεάτες τους.
Σε ποιό βαθμό επηρεαζόμαστε από τα έργα και τη στάση σε κοινωνικά, πολιτικά και ανθρωπιστικά ζητήματα των Ελλήνων του παρελθόντος;
Μήπως πάσχουμε από προγονοπληξία και η άγνοια στο παρελθόν θα λειτουργούσε ευεργετικά;
Επιπροσθέτως χρήζουν δέουσας προσοχής οι απόψεις του Ευγένιου Τριβιζά, ο οποίος ορμώμενος από τα λεγόμενα του Albert Einstein, υποβαθμίζει την αξία της ιστορικής γνώσης. Η ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο πέραν από γεγονότα, τα οποία περιορίζονται σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η γνώση στραγγαλίζει τις δυνατότητες του μυαλού των παιδιών, τα οποία, μέσω αυτής, “μαθαίνουν να υπηρετούν την πραγματικότητα, αντί να την ξεπερνάνε”.Η φαντασία είναι πιο δυνατή από την γνώση, διότι πραγματοποιεί το ακατόρθωτο και στόχος της εκπαίδευσης δεν θα πρέπει να είναι η μετάδοση γνώσεων, αλλά η καλλιέργεια της φαντασίας και της δημιουργικότητας. Οι στάσεις μας, οι πράξεις μας, εμείς είμαστε αυτοί που γράφουμε την ιστορία. Χαράζουμε το δικό μας δρόμο, ο οποίος οφείλει να είναι αποσπασμένος από νόρμες του παρελθόντος. Ανώφελο, επομένως, να απομνημονεύουμε γεγονότα, τα οποία θα μας πρεσβεύουν, ενδεχομένως, για το υπόλοιπο της ζωής μας.
Βιωματικοί τρόποι που μπορούν να καλλιεργήσουν το ενδιαφέρον για το ιστορικό παρελθόν
Βιωματικοί τρόποι: στην προκειμένη περίπτωση μονάχα ο Confucius θα μπορούσε να προσδώσει με σαφήνεια το νόημα και την αξία της φράσης “βιωματικοί τρόποι”. “Πες μου και θα το ξεχάσω. Δείξε μου και θα το θυμάμαι. Κάνε με να το ζήσω και θα το καταλάβω”. Και με βεβαιότητα αποκρινόμαστε πως η χώρα μας προσφέρει πρόσφορο έδαφος για την παραστατική αναβίωση της ιστορίας. Ένα υπαίθριο μουσείο απ’ άκρη σ’ άκρη ο τόπος, μας συνδέει με το παρελθόν με τρόπο αρμονικό. Τέτοια ποικιλομορφία, τέτοιος πλουραλισμος, που ένα κομμάτι αυτού “δανείστηκε” αυθαίρετα σε ξένους πολιτισμούς, λες και τούτος ο τόπος δεν το σηκώνει στις πλάτες του. Χρέος του καθενός να ταξιδέψει, να μυρίσει και να περπατήσει τα χώματα στα οποία γράφτηκε η ιστορία. Κάθε περιοχή έχει κάτι να μας πει, κάτι δικό της, που της ανήκει, όμως θέλει να το μοιραστεί. Από την μαγευτική Ακρόπολη, τους μαντικούς Δελφούς, τις βασιλικές Αιγές έως το ηρωικό Μεσολόγγι, τη μαρτυρική Χίο και τα αιματοβαμμένα Καλάβρυτα.
Φυσικά η αναβίωση ιστορικών γεγονότων μέσω δράσεων του σχολείου θεωρείται ιερό καθήκον και επιτακτικη αναγκη για την εμπέδωση της αξίας της ιστορικής γνώσης. Το γλαφυρό ύφος θα πρέπει να επιδιώκεται ανά πάσα στιγμή, καθώς και η άμεση εμπλοκή των μαθητων στα δρώμενα τα οποία δεν περιορίζονται στους χώρους των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Όμως η ιστορία έχει γραφτεί. Ίσως η προώθηση ιστορικών συγγραμμάτων να είναι μια ενδεδειγμένη λύση για την κατάκτηση ιστορικών γνώσεων. Αξίζει, εν τέλει, να δοθούν κίνητρα για την ανάγνωση ιστορικών βιβλίων; Ίσως η αλλαγή της διδακτικής μεθοδολογίας να συμβάλλει στη βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα σε μαθητή και ιστορικής γνώσης. Εάν επεκταθούμε στο συγκεκριμένο επιχείρημα θα θεωρηθεί σκόπιμο να εισχωρήσουμε σε θέματα που αφορούν την εκπαίδευση, την διδακτική και την γνώση, οπότε ας μείνουμε μόνο στην επιφανειακή αναφορά.
Ενδεχομένως αν προσπαθήσουμε να δώσουμε μία απάντηση στα ερωτήματα που τέθηκαν διάσπαρτα στο άρθρο, θα καταφέρουμε να λύσουμε τον γόρδιο δεσμό. Δεδομένο, πάντως, θεωρείται πως μέχρι να το καταφέρουμε εμείς, κάποιος άλλος το κατόρθωσε πριν χιλιάδες χρόνια με τον δικό του τρόπο.
*Γρηγόρης Ορφανίδης, εκπαιδευτικός, απόφοιτος τμήματος γερμανικής γλώσσας και φιλολογίας Α.Π.Θ.