Αποκλειστική συνέντευξη με τη ζωγράφο Αθηνά Λατινοπούλου
“Επιτυχία για εμένα είναι το ότι απολαμβάνω σε όλη μου τη ζωή αυτό που αγαπώ και με γεμίζει. Αυτό που ξυπνώντας το πρωί τρέχω με λαχτάρα στον αγαπημένο μου χώρο, το ατελιέ μου, για να γεμίσω τις ώρες μου με πνευματική ευεξία.”
Επιβιώνει η τέχνη σήμερα, στην παραπαίουσα κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα; Η Τέχνη θα διασώζεται και θα επιβιώνει όσο υπάρχουν καλλιτέχνες που νιώθουμε ερωτευμένοι με τη δημιουργία και δεν τη βλέπουμε σαν μια συνηθισμένη ασχολία για να βγάλουμε χρήματα, ή σαν χόμπι, αλλά σαν μια απογείωση του πνεύματός μας, μια ανάγκη να εκφράσουμε αυτά που θέλουμε να πούμε, γιατί αν δεν έχουμε κάτι να πούμε και να προβληματίσουμε θετικά ή αρνητικά τους θεατές, δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε με την εικαστική τέχνη.
Στην επιβίωση της τέχνης, παίζουν ρόλο οι gallery όπου βρίσκουμε χώρο να εκθέσουμε τα δημιουργήματά μας, γινόμαστε μόνιμοι συνεργάτες και προχωρούμε. Στις μέρες μας οι συλλέκτες είναι αυτοί που σώζουν την κατάσταση. Αγαπούν την Τέχνη ο καθένας με τις δικές του επιλογές και την προσωπική αισθητική του. Η Τέχνη επιβιώνει, όχι βέβαια όπως το 1980 και 90, αλλά αντέχει ακόμα ελπίζοντας σε καλύτερες μέρες.
Αρκεί “το ταλέντο” ως εφόδιο για την επιτυχία ενός ζωγράφου; Το ταλέντο όχι, δεν αρκεί. Αν είμαστε τυχεροί και έχουμε αυτό το φυσικό χάρισμα, χρειάζεται από μικροί να το καλλιεργούμε με αφοσίωση και αγάπη. Να παρατηρούμε τα πάντα γύρω μας, όσα οι πολλοί δεν βλέπουν, ώστε να συλλαμβάνουμε λεπτομέρειες και σημεία. Είναι μια διαδικασία, όπου ανακαλύπτουμε τις ατομικές, νοητικές και τεχνικές διεργασίες μας, ερευνώντας την αλήθεια των χρωμάτων, της φωτοσκίασης, των αντικειμένων, των διαφορετικών προσώπων που συναντάμε. Έτσι αποκτούμε πείρα, επιδεξιότητα, κατασταλάζουμε στα χρώματα και τα θέματα που μας συγκινούν. Για να πετύχει ένας καλλιτέχνης, εκτός από την σωστή δουλειά του, άσχετο σε ποιο κίνημα ή σχολή ανήκει, χρειάζεται να τολμάει να συνεχίσει, να γίνει ο ίδιος πρέσβης της εργασίας του και να είναι ο εαυτός του. Όμως αν έχει την τέχνη για πάρεργο, δεν θα γίνει ποτέ καλλιτέχνης όσο κι αν νομίζει ότι παράγει υψηλή τέχνη. Δεν πιστεύω στην τύχη, αλλά στην σκληρή δουλειά του καλλιτέχνη, στην ανανέωση συνεχώς της έμπνευσής του, γιατί έτσι αναγεννάται και ο εαυτός του.
Τί σημαίνει για εσάς η λέξη επιτυχία; Επιτυχία για εμένα είναι το ότι απολαμβάνω σε όλη μου τη ζωή αυτό που αγαπώ και με γεμίζει. Αυτό που ξυπνώντας το πρωί τρέχω με λαχτάρα στον αγαπημένο μου χώρο, το ατελιέ μου, για να γεμίσω τις ώρες μου με πνευματική ευεξία. Επιτυχία είναι, η συμφιλίωση με τα αρνητικά στοιχεία των παιδικών μου χρόνων ώστε να νιώθω ελεύθερη ψυχολογικά, επιπλέων να έχω φίλους χωρίς ανταγωνισμούς, να έχω εμπιστοσύνη στις επιλογές μου, να μπορώ να έχω πλήρη επίγνωση των πράξεών μου. Επιτυχία είναι, όταν γίνεται αποδεχτή η εργασία μου απ’ όλο τον κόσμο και τους ειδικούς της Τέχνης, χωρίς να εννοώ απαραίτητα την αγορά των έργων, αλλά το μοίρασμα των συναισθημάτων. Βέβαια το να αποκτήσει κάποιος ένα έργο μου, είναι διπλή επιτυχία για μένα, γιατί πρώτον έχει συγκινηθεί απ’ το έργο μου και δεύτερον με βοηθάει με τα χρήματα να ζω και να δημιουργώ.
Συνδέονται ο πολιτισμός και ο τουρισμός; Τουρισμός σημαίνει ταξιδεύω και ανακαλύπτω πολιτισμούς, ζω για κάποιες μέρες σε μια διαφορετική κουλτούρα. Κάθε χώρα έχει τον δικό της πολιτισμό και βέβαια θέλει να τον δείξει και συγχρόνως να αυξήσει το οικονομικό της ζήτημα. Άρα είναι συνεκτικοί κρίκοι.
Υπάρχει σήμερα αγοραστικό – επενδυτικό ενδιαφέρον στο χώρο της τέχνης; Οι αποδέκτες είναι λίγοι κι αυτό συμβαίνει λόγω έλλειψης καλλιτεχνικής παιδείας και αισθητικής καλλιέργειας. Την Τέχνη την υποστηρίζουν μόνον οι γνώστες της Τέχνης που δεν είναι πολλοί. Όπως οι συλλέκτες. Κάποτε υπήρχαν και πολλοί μικροσυλλέκτες, αλλά όχι πια. Ο πολύς κόσμος αδιαφορεί και αν τύχει να μπει κάποιος σε μια έκθεση, κοιτάζει επιφανειακά τα έργα, με την φράση έτοιμη στα χείλη: «Ε σιγά αυτό το κάνω κι εγώ». Τόσο πολύ έχει καταλάβει αυτό που βλέπει.
Στις μέρες μας η Τέχνη αντιμετωπίζει την οικονομική κατάρρευση σε μεγάλο βαθμό. Χάθηκαν οι λάτρεις της μεσαίας τάξης. Αυτοί που έπαιρναν ένα έργο όχι για επένδυση, αλλά γιατί το ερωτεύονταν. Το θέλανε στον τοίχο τους στο σπίτι, πληρώνοντας με δόσεις κάθε μήνα απ’ τον μισθό τους. Αυτοί οι αξιαγάπητοι και πραγματικά φιλότεχνοι που επισκέπτονταν τις gallery και τα ατελιέ, σα να έκαναν προσκύνημα.
Μπορεί κάποιος ζωγράφος να επιβιώσει απο τις πωλήσεις των έργων του; Εξαρτάται. Όσον αφορά την Ελλάδα, τις δεκαετίες του 80 – 90 ζούσαμε χωρίς πρόβλημα απ’ τη δουλειά μας. Σήμερα, καταξιωμένοι ή όχι, αντιμετωπίζουμε πρόβλημα. Απ’ τη μια η οικονομική κρίση κι απ’ την άλλη η πανδημία, μας έχουν γονατίσει. Όμως πολλοί εξακολουθούμε να ζούμε ακόμα απ’ τις πωλήσεις έργων μας, δύσκολα βέβαια, αλλά πορευόμαστε αρνούμενοι να ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Όσο για τους νέους και σύγχρονους καλλιτέχνες, έχουν κι αυτοί το αγοραστικό ενδιαφέρον των συλλεκτών. Βέβαια στο εξωτερικό υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες, διεθνώς αναγνωρισμένοι, που ζουν με πολυτέλεια κι έχουν σπίτια πύργους.
Οι gallery προωθούν αξιόλογους ή εμπορικούς ζωγράφους; Ένας αξιόλογος καλλιτέχνης με πρωτότυπο, εμπνευσμένο έργο με την προσωπική του σφραγίδα, μπορεί να είναι αξιόλογος και εμπορικός. Οι ευσυνείδητες gallery, πάντα κατά την γνώμη μου, εκθέτουν και προωθούν αξιόλογη Τέχνη που είναι πολλές φορές και εμπορική. Μια gallery, εμπορεύεται την Τέχνη και κρατάει τους συνεργάτες της. Για να γίνει αυτό επιβαρύνεται με πολλά έξοδα. Άρα είναι φυσικό να θέλει και να επιδιώκει την πώληση των έργων, πράγμα το οποίον δεν επιτυγχάνεται σε κάθε έκθεση, χωρίς να έχει να κάνει με την εμπορικότητα ή όχι του καλλιτέχνη. Π.χ. Ένας καθηγητής της Τέχνης, καταξιωμένος κι αξιόλογος καλλιτέχνης, μπορεί σε μια έκθεσή του σε γκαλερί να πουληθούν όλα τα έργα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η επίτευξη του κέρδους ήταν η πρωταρχική επιδίωξη. Αλλά για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους, οι καταξιωμένοι καλλιτέχνες προτιμώνται απ’ τις γκαλερί γιατί είναι και εμπορικοί. Δηλαδή ένα πράμα όπως λέμε: Η κότα έκανε το αυγό ή …
Υπάρχει “ξέπλυμα” χρήματος στην αγορά της τέχνης; Ναι, υπήρχε, υπάρχει και θα συνεχίσει. Την Τέχνη πολλοί την εκμεταλλεύονται μόνον για την απόκτηση χρημάτων. Στις δημοπρασίες βλέπουμε να πωλούνται έργα σε μεγάλα ποσά, χωρίς να υπάρχει καταγραφή της προέλευσης των χρημάτων και τον προορισμό των έργων. Χωρίς να γίνεται γνωστός ο πωλητής.
Η εμπορική αξία ενός έργου είθισται να αυξάνεται μετά θάνατον του καλλιτέχνη. Μύθος ή πραγματικότητά; Συμβαίνει πολλές φορές και είναι λογικό. Δεν ζει ο καλλιτέχνης, άρα σταματάει να δημιουργεί κι επειδή η Τέχνη έχει την μορφή του χρήματος πολλοί επενδύουν σ’ αυτή. Έτσι η εμπορική αξία ενός έργου αυξάνεται μαζί με τη φήμη του καλλιτέχνη.
Με ποιό σκεπτικό θα συμβουλεύατε έναν αγοραστή να αποκτήσει έναν πίνακα; Εάν το έργο είναι πρωτότυπο, αν έχει την προσωπικότητα του καλλιτέχνη στον οποίον ανήκει, θα του μιλούσα για τον συμβολισμό και την καλλιτεχνική αξία του έργου, για το βιογραφικό του καλλιτέχνη, για την ψυχική του ανάταση να βλέπει κάθε μέρα αυτό το έργο κι αν, μετά απ’ όλα αυτά ο αγοραστής αισθάνεται μαγνητισμένος απ’ το έργο, το αγαπήσει και ομολογήσει τα πλουσιοπάροχα συναισθήματα που εισπράττει, θα του πρότεινα να το αγοράσει.
Στην ευρύτερη αγορά κυκλοφορούν πολλά πλαστά έργα αναγνωρίσιμων ζωγράφων.
Πως μπορεί ο αγοραστής να είναι σίγουρος για την αυθεντικότητα του έργου; Μπορούν οι αγοραστές να καταφύγουν στους ίδιους ζώντες καλλιτέχνες, ή σε ειδικούς για τους αποβιώσαντες καλλιτέχνες. Δυστυχώς πολλοί «ζωγράφοι» έχουν αυτό το «επάγγελμα» να αντιγράφουν και να γεμίζουν την αγορά με ψεύτικα έργα με τις υπογραφές των καλλιτεχνών που αντιγράφουν. Πολλές φορές αυτά τα έργα δουλεύονται στο εξωτερικό κι έρχονται στην Ελλάδα. Ο σκοπός βέβαια του κυκλώματος είναι μόνον το χρήμα. Συχνά στο εξωτερικό ακούγεται κάποιο σκάνδαλο με συλλέκτες που διακινούσαν πλαστά έργα τέχνης.
Δίνεται σήμερα η δυνατότητα σε νέους ζωγράφους να προβληθούν και να αναδείξουν το ταλέντο τους και τη δουλειά τους; Βεβαίως, βλέπουμε συχνά εκθέσεις νέων ζωγράφων στις gallery. Πολλές φορές όλο και κάποιο καινούργιο ταλέντο ξεμυτίζει, ξεχωρίζοντας η Ήρα απ’ το σιτάρι, και αναγνωρίζεται. Πολλές φορές μια έκθεση νέου καλλιτέχνη έχει πολλά να μας πει.
Είστε ικανοποιημένη από την ευρύτερη κρατική προβολή των καλλιτεχνών μέσω των διαφόρων πολιτιστικών δράσεων; Όχι δεν είμαι ικανοποιημένη, κανένας απ’ τον χώρο της τέχνης δεν είναι. Ξέρετε, όλοι πλέον, είναι εγγράμματοι, όμως αμόρφωτοι κι ένα παραπάνω ανίδεοι για το τι είναι τέχνη, το γιατί διαφέρει από τα άλλα επαγγέλματα, το γιατί πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη και δημιουργικότητα των παιδιών, όσο και την διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης δημιουργικής προσωπικότητας, το γιατί λέμε ότι η τέχνη είναι πλούτος, ότι είναι απεικόνιση ενός νέου κόσμου, ότι προσφέρει συγκινήσεις κι όπως είπε ο Εμιλ Ζολά: «Η τέχνη μιλά με το συναίσθημα και στο συναίσθημα». Αυτά δεν τα καταλαβαίνουν και δεν προσπαθούν να τα γνωρίσουν. Θωρούν ότι η εικαστική τέχνη είναι μόνον, για να δείχνουμε ότι κάτι κάνουμε για τον πολιτισμό. Ποιόν πολιτισμό; Στα περισσότερα πολιτιστικά κέντρα της πολιτείας, γίνονται διάφορες εκδηλώσεις με πολιτικό μόνον κίνητρο (όποιος μας ψηφίζει παίρνει μέρος), δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για ποιότητα ή αισθητική ή ευρύτερη προβολή καλλιτεχνών με κύρος στις εκδηλώσεις. Κι όταν κάποιος προσπαθήσει να αλλάξει τα δεδομένα, γίνεται ενοχλητικός.
Bιογραφικό σημείωμα ΑΘΗΝΑ ΛΑΤΙΝΟΠΟΥΛΟΥ – VAN BOEKEL
Η Αθηνά Λατινοπούλου σπούδασε ζωγραφική στη σχολή Δημητρέλη με δάσκαλο τον ζωγράφο Κώστα Λούστα στη Θεσσαλονίκη, όπου και γεννήθηκε, και κεραμική – γλυπτική στη ΧΕΝ Αθηνών. 5η Γυμνασίου τυγχάνει Υπότροφος Ζωγραφικής Πανελλήνιας Εφηβικής Πρωτοβουλίας.
Παντρεμένη με τον Ολλανδό Καλλιτέχνη Γλύπτη, Ζωγράφο, και σχεδιαστή μόδας Henk van Boekel.
Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος ΕΕΤΕ και μέλος του Συλλόγου Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών Βορείου Ελλάδος ΣΚΕΤΒΕ.
Έχει πραγματοποιήσει 21 ατομικές εκθέσεις και πάνω από 100 ομαδικές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Έργα της βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές και Μουσεία.
Επιλεκτικά: στο Μουσείο Φρυσίρα στην Πλάκα, στο Μουσείο Βορρέ στην Παιανία, στο Μουσείο Γ. Γουναροπούλου στου Ζωγράφου, στο Αμερικάνικο κολέγιο στην Αγ. Παρασκευή, στο Μουσείο της οικογένειας Κοπελούζου στην Κηφισιά, στο Μουσείο Σ. Τ. Φλώρινα, στο Κρατικό Μουσείο Σ. Τ. Μονή Λαζαριστών Θεσσαλονίκη, στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, Πινακοθήκη Γιώργου Βογιατζόγλου Ν. Ιωνία, στο Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης Ξάνθη, Πινακοθήκη Χ. Μοσχανδρέου στο Μεσολόγγι, Πινακοθήκη «Τέχνη» Κιλκίς, Πινακοθήκη «Γιάννης Μόραλης» στην Άρτα κ.α.
Για τη δουλειά της, έγραψαν πολλά σχετικά θεωρητικά και δημοσιογραφικά κείμενα, επιλεκτικά:
Ο Χάρης Καμπουρίδης Κριτικός και Ιστορικός της Τέχνης – Σημειολόγος, η Αθηνά Σχινά Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, η Αγγέλα Ταμβάκη Κριτικός και Ιστορικός της Τέχνης επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης Αθηνών, ο Νίκος Μοσχονάς Ιστορικός της Τέχνης, ο Μανώλης Βλάχος Τεχνοκριτικός, η Ήρα Παρασκευή Παπαποστόλου Κριτικός της Τέχνης, η Νέλλυ Σπηλιοπούλου δημοσιογράφος, η Τόνια Μάκρα δημοσιογράφος, κ.α.
Το 2010 εκδόθηκε το αυτοβιογραφικό βιβλίο της με τίτλο «Οι κορδέλες της δικής μου πραγματικότητας»
και το 2019 το μυθιστόρημά της με τίτλο «Να γίνεις εσύ Θεός».