Η υπόσχεση της νέας κυβέρνησης για πάταξη της ανομίας γενικότερα στην κοινωνία και μικρότερης ανοχής αυτής, επανέφερε στο προσκήνιο το ζήτημα του πανεπιστημιακού ασύλου.
Οι παραβατικές συμπεριφορές εντός των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων σπανίως αντιμετωπίζονται από την αστυνομία, η οποία δεν δύναται να επέμβει, επικαλούμενη την νομοθεσία – επέμβαση μόνο σε περίπτωση που τελείται κακούργημα ή έπειτα από άδεια του πρυτανικού συμβουλίου για οποιοδήποτε άλλη αιτία-.
Το όλο ζήτημα γύρω από την κατάργηση ή διατήρηση του πανεπιστημιακού ασύλου είναι σαφώς πιο σύνθετο, χρειάζεται να εισέρθουμε στην ουσία του ‘’ασύλου’’ και εν τέλει να αποφασίσουμε ποιο άσυλο θέλουμε, ένα άσυλο ιδεών που αποτελεί αδήριτη ανάγκη της ακαδημαϊκής ελευθερίας ή ένα ποινικό άσυλο που θα μετατρέψει τους χώρους παιδείας σε καταφύγιο προστασίας εγκληματικών ενεργειών;
Και είναι εν τέλει η κατάργηση του ασύλου η λύση των προβλημάτων που ταλανίζουν τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα;
Ο θεσμός του ασύλου έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Στις Ικέτιδες του Αισχύλου συναντάμε την ασυλία που προσέφερε ο βασιλιάς του ‘Αργους, Πελασγός, στις πενήντα Δαναίδες, οι οποίες προσέφυγαν στην πόλη για να αποφύγουν τους αιμομικτικούς γάμος που ετοίμαζαν για αυτές.
Στην αρχαία Ελλάδα, ναοί, βωμοί, ιερές πόλεις, αποτελούσαν μέρη όπου υπήρχε απαραβίαστο και όποιος προσέφευγε σε αυτά, δεν δύναται να συλληφθεί.
Στον μεσαίωνα τα πανεπιστήμια λειτουργούσανε κάτω από τον έλεγχο της εκκλησίας, υπακούοντας στην εκκλησιαστική και πολιτική εξουσία.
Οι ρηξικέλευθες ιδέες που αργότερα θα οδηγούσανε στην Αναγέννηση, αποτέλεσαν εφαλτήριο για ένα καθεστώς αυτονομίας, που το συναντάμε στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια.
Αναγνωρίζεται το άσυλο ως terminus vitae, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια νομική του κατοχύρωση.
Κατά την σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, στο σύνταγμα του 1927 στο άρθρο 21, γίνεται λόγος για την ελευθερία της τέχνης και της επιστήμης και κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία.
Στο σύνταγμα του 1952, η ακαδημαϊκή ελευθερία προστατεύεται στα πλαίσια του άρθρου 14 περί ελευθερίας έκφρασης στοχασμών.
Την επταετία της χούντας, τα πανεπιστήμια θα απολέσουνε κάθε αυτοτέλεια, με παρεμβάσεις του καθεστώτος, φοβούμενο προοδευτικές ιδέες που θα αναδυθούνε και θα επιφέρουν ριζοσπαστικοποίηση του φοιτητικού κινήματος, που θα οδηγήσει σε κάποια εξέγερση εναντίον του.
Στο σύνταγμα της Ε’ αναθεωρητικής βουλής στο άρθρο 16, παράγραφο 1, κατοχυρώνεται ότι η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες, ενώ στην παράγραφο 5, γίνεται λόγος για την πλήρη αυτοδιοίκηση των ανώτατων ιδρυμάτων.
Η σύντομη αυτή ιστορική αναδρομή μας επιτρέπει να εξάγουμε δύο συμπεράσματα γύρω από τις ακαδημαϊκές ελευθερίες και της έννοιας στην οποία αποκρυσταλλωθήκαν σήμερα, αυτής του ασύλου.
Η απουσία ακαδημαϊκής ελευθερίας συναντάται σε σκοτεινές εποχές, στον μεσαίωνα και στην επταετή κατάλυση της δημοκρατίας.
Και ακριβώς αυτή η ελευθερία που συνίσταται στην ελεύθερη σκέψη και διακίνηση ιδεών, την αμφισβήτηση και τελικά την πρόοδο, είναι η κινητήριος δύναμη που δύναται να ανατρέψει τις εποχές αυτές, φέρνοντας μαζί της μια υγιή δημοκρατία και ελευθερία.
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει λοιπόν την προστασία του ασύλου ορισμένου ως ελεύθερη διακίνηση ιδεών.
Δίπλα στο πραγματικό και αναγκαίο αυτό άσυλο, αναπτύχθηκε ή μετασχηματίστηκε τα τελευταία χρόνια εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων μια άλλη μορφή ασύλου, το ποινικό, το οποίο επέτρεψε την ανάπτυξη και την αύξηση παραβατικών συμπεριφορών εντός των ιδρυμάτων, με την αστυνομία να διατείνεται ότι υπάρχει κόλλημα στην επέμβασή της, της πρυτανικές αρχές να δηλώνουν αδυναμία της διαχείρισης του προβλήματος δείχνοντας την πολιτεία, η οποία με την σειρά της τους πετάει πίσω το μπαλάκι των ευθυνών.
Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή η δουλειά της αστυνομίας ξεκινάει εκεί όπου αρχίζει το κακούργημα, μια δολοφονία ή μια διακίνηση ναρκωτικών παραδείγματος χάρη.
Για θέματα βανδαλισμών, τραμπουκισμών, απειλών, η αστυνομία δεν δύναται να επέμβει άμεσα.
Χρειάζεται πρώτα να ληφθεί έγκριση από το πρυτανικό συμβούλιο μια διαδικασία χρονοβόρα αφού θα πρέπει να συνεδριάσει για να γνωμοδοτήσει, που στην πράξη σημαίνει ότι η έκνομη ενέργεια θα έχει τελειώσει και ο παραβάτης θα έχει διαφύγει.
Μέχρι εδώ φαίνεται ότι απαλλάσσονται από τον ‘’λογαριασμό’’ και αστυνομικές και αρχές και οι πρυτανικές.
Ας εξετάσουμε τον τρίτο και τελευταίο παράγοντα λοιπόν, την πολιτεία.
Ο νόμος Διαμαντοπούλου κατήργησε το πανεπιστημιακό άσυλο. Θεωρητικά λοιπόν έλυσε τα χέρια της αστυνομίας και η έννομη τάξη επανήλθε στους πανεπιστημιακούς χώρους, αφού η αστυνομία θα μπορούσε να επεμβαίνει ανά πάσα στιγμή και να δίνει λύση σε παραβατικές πράξεις και συμπεριφορές.
Η πολιτεία έπραξε το ‘’ορθό’’ και αυτό που βρισκόταν στην δικαιοδοσία της για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Σύμφωνα με την έκθεση όμως του πανεπιστημίου Μακεδονίας για την βία στα πανεπιστήμια, μετά την εφαρμογή του νόμου αυτού τα περιστατικά βίας πολλαπλασιάστηκαν και η εφαρμογή του νόμου υπονομεύτηκε.
Ποιος ευθύνεται εν τέλει;
Ποιος θα αλλάξει την κατάσταση αφού θεωρητικά όλοι απαλλάσσονται των ευθυνών τους;
Ποιος θα χρεωθεί τον λογαριασμό που μόνο μικρός δεν είναι;
Που διαρκώς ανεβαίνει και η κατάσταση φαίνεται να φεύγει από κάθε έλεγχο;
Όντας φοιτητής έζησα το ελληνικό πανεπιστήμιο. Έζησα τους καθημερινούς βανδαλισμούς με υβριστικά συνθήματα σε φρεσκοβαμμένους τοίχους. Τις καταλήψεις αιθουσών που τις στερείτε το ίδρυμα. Τους τραμπουκισμούς για ιδεολογικά ζητήματα.
Αλλά και όσα δεν έζησα τα είδα στα κοινωνικά δίκτυα, μου τα διηγήθηκαν γνωστοί μου.
Ποίος δεν ξέρει για τους τραμπουκισμούς σε καθηγητές και φοιτητές που φτάνει μέχρι και στον ξυλοδαρμό τους, για την διακίνηση ναρκωτικών εντός των ιδρυμάτων, για το Ε.Μ.Π. που γίνεται αποθήκη μολότοφ πριν από επεισόδια και ορμητήριο κατά την διάρκεια αυτών, για τα εξάμηνα που χάνανε παιδία λόγω των καταλήψεων από εξωπανεπιστημιακούς μέσα στο ίδιο τους το πανεπιστήμιο;
Υπερασπιστές και επικριτές της κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου σίγουρα θα συμφωνήσουνε σε κάτι:
Η εικόνα του σημερινού ακαδημαϊκού χώρου –όσων αφορά έκνομες ενέργειες- χρειάζεται να αλλάξει.
Τα περιστατικά για τα οποία έγινε λόγος παραπάνω δεν συνάδουν με ένα πολιτισμένο πανεπιστήμιο που διαπλάθει μελλοντικούς επιστήμονες.
Άλλο ένα συμπέρασμα που μπορούμε να εξάγουμε με βεβαιότητα είναι η μείζονος σημασίας διατήρησης του ασύλου ιδεών, που αποτελεί τον πυλώνα της ελεύθερης ακαδημαϊκής έρευνας, της ελεύθερης έκφρασης απόψεων και τελικά του ίδιου του δημοκρατικού πολιτεύματος και της κοινωνικής προόδου.
Η κατάργηση γενικά του πανεπιστημιακού ασύλου, όπως αυτή πραγματώθηκε με τον ‘’νόμο Διαμαντοπούλου’’ χωρίς να λύσει το πρόβλημα της ανομίας είναι μια συνταγή που δοκιμάστηκε και δεν πέτυχε.
Ποίος ο λόγος να επαναληφθεί;
Αν με την κατάργηση του ασύλου εννοούμε την επαναφορά του νόμου εντός των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, να σταματήσουν οι προπηλακισμοί καθηγητών και φοιτητών, οι φθορές σε δημόσια περιουσία, οι κλοπές και η διακίνηση ναρκωτικών τότε ναι, ας καταργηθεί.
Αν όμως εννοούμε μια κατ’ επίφαση και κίβδηλη κατάργηση (για την ανομία φταίει το άσυλο το οποίο και καταργήσαμε άρα βρείτε τα με την αστυνομία και τους πρυτάνεις που συνεχίζονται οι έκνομες ενεργείς), δεν υπάρχει λόγος να ασχοληθούμε.
Ας σταματήσουμε λοιπόν να παίζουμε τις λέξεις και ας δούμε όλοι μαζί πως θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανομίας εντός των ακαδημαϊκών χώρων.
Αν με ρωτάτε αν είναι αυτό το πρόβλημα απαντώ πως όχι δεν είναι μόνο αυτό.
Είναι η υποχρηματοδότηση, η αδυναμία σύνδεσης αποφοίτων με την αγορά εργασίας, το brain drain. Είναι όμως και αυτό. Ας ξεκινήσουμε από κάπου. Από όποιο θέλετε. Αλλά να ξεκινήσουμε εδώ και τώρα, πριν είναι αργά.