Συνέντευξη στο δημοσιογράφο Θάνο Ξάνθο
Ηθοποιός με όραμα, ζέση, ταλέντο και ποιότητα. Σε κάθε του δουλειά, δίνει την ψυχή του επί σκηνής, με γνώμονα την αλήθεια και την ειλικρίνεια. Ο Στέλιος Καλαϊτζής, με αφορμή το έργο «Τα Τρελά Βατράχια» που παρουσιάζεται στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, μιλάει για τον ρόλο του, αλλά μοιράζεται μαζί μου και σκέψεις για την υποκριτική γενικότερα. Απολαύστε τον!
Ποιος είναι ο ρόλος σου σε αυτή την παράσταση και πώς θα τον χαρακτήριζες;
Ο ρόλος μου , ο Ευγένιος Λαζόφσκι, είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο. Γιατρός στην Πολωνία του 1940. Μαζί με τον καλύτερό του φίλο επινόησαν ένα έξυπνο σχέδιο γύρω από το εμβόλιο του τύφου για να αποτρέψουν την απέλαση των κατοίκων ενός χωριού από το ναζιστικό καθεστώς. Ένας φιλόδοξος επιστήμονας παθιασμένος με ό,τι καταπιάνεται, ερωτευμένος με την γυναίκα του, θαρραλέος σε βαθμό που να μην τον νοιάζει ο θάνατος του προκειμένου να σώσει τον συνάνθρωπό του, έξυπνος, ιδεολόγος και τολμηρός χωρίς δεύτερες σκέψεις.
Φέρνεις κοινά στοιχεία με τον δικό σου χαρακτήρα στη ζωή;
Όταν αρχίζω να ανακαλύπτω το έργο και τον ρόλο που πρέπει να αντιμετωπίσω πάντα στην αρχή αυτή, προσπαθώ να βρω τα κοινά μας σημεία. Αυτά με τα οποία θα μπορώ να έχω την υποκριτική μου έναρξη. Το πάθος του Ευγένιου για την δουλειά του και το πόσο άμεσα προσπαθεί να βρει λύσεις στο σχέδιο του ήταν αυτά τα κοινά σημεία που δώσανε τα πρώτα πατήματα. Από εκεί και πέρα βλέποντας συμπεριφορές του κατά τη διάρκεια του έργου, διαβάζοντας – ακούγοντας τους υπόλοιπους ρόλους και το πώς σκέφτονται για τον ίδιο, βρήκα στιγμές που θα αντιδρούσα με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι σίγουρα ένας θεατρικός χαρακτήρας, γιατί μιλάμε για τον ρόλο ενός θεατρικού έργου, που θα έλεγα πως είναι η ευκολία μου υποκριτικά.
Πόση ανάγκη έχει, τελικά, η κάθε εποχή από τα τρελά βατράχια» της;
Τεράστια ανάγκη. Και βλέπουμε ιστορικά αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο, πως αυτά τα τρελά βατράχια υπάρχουν. Η ανάγκη γεννάει αυτούς τους ανθρώπους στους πιο σκοτεινούς καιρούς. Είναι τόσο συνδεδεμένα με αυτήν. Χωρίς αυτήν την ανάγκη δεν θα είχαμε ιστορίες να πούμε. Δεν θα υπήρχε η πραγματική ιστορία των δύο γιατρών που έσωσαν χιλιάδες. Όπως και τόσες άλλες, είτε γνώστες σε εμάς, είτε όχι.
Το έργο κινείται ανάμεσα στην κωμωδία και την ευαισθησία. Πώς μπορεί να διαχειριστεί ένας ηθοποιός δύο φαινομενικά ανόμοια πράγματα, πάνω στη σκηνή;
Όταν έχεις ένα καλογραμμένο έργο όπως «Τα τρελά βατράχια» της Melody Mourey και την πολυτέλεια να σε σκηνοθετεί η ίδια, η διαχείριση αυτών γίνεται εύκολα. Αν και το θέμα είναι σοβαρό, ο τόνος του έργου παραμένει ανάλαφρος. Η σκηνοθεσία υποστηρίζει αυτή την αμφιθυμία μεταξύ της σοβαρότητας του περιεχομένου και της ελαφρότητας της φόρμας. Οι ηθοποιοί αλλάζουν ρόλους για να υποδυθούν συνολικά περισσότερους από είκοσι πέντε διαφορετικούς χαρακτήρες, μερικοί από τους οποίους προσθέτουν μια πινελιά μπουρλέσκ σε αυτή τη δραματική κωμωδία. Χωρίς να χάνεται η σοβαρότητα του θέματος, οι καταστάσεις οι οποίες δημιουργούνται κυρίως προς την επίλυση προβλημάτων κάθε φορά για να συνεχιστεί το σχέδιο των γιατρών είναι από την φύση τους κωμικές. Η τεράστια ευαισθησία που έχει το έργο συμπληρώνεται από αυτό το φως απέναντι στο σκοτάδι.
Τι σε έκανε να πεις το «ναι» και να αφήσεις την Αθήνα γι’ αυτή τη σεζόν;
Η συνεργασία μου με το ΚΘΒΕ ξεκίνησε σε προηγούμενη παραγωγή. Όταν ο αγαπημένος μου και δάσκαλος για μένα, Κοραής Δαμάτης μου πρότεινε να ανέβω για την «Δολοφονία του Μαρά». Αυτό συνέπεσε με τα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια της πανδημίας και καραντίνας. Ένιωθα πως δεν απόλαυσα και δεν χάρηκα ούτε το θεσμό του κρατικού θεάτρου, ούτε την όμορφη πόλη της Θεσσαλονίκης. Όταν ανέλαβε ο Αστέρης Πελτέκης και οι συνεργάτες του και είδα το πρόγραμμά τους και τις βλέψεις τους για το κρατικό θέατρο, σκέφτηκα πως χωράω και έχω λόγο να υπάρχω στο δυναμικό τους. Με φανταζόμουν μέσα σε αυτήν την καινούρια ιστορία που θα ξεκινήσουν. Η απόφαση λοιπόν ήταν εύκολη. Χωρίς να ξέρω καν αν θα είμαι ή όχι σε κάποια παραγωγή τους μπήκα στις οντισιόν και έγινα μέρος αυτής.
Ποια είναι η πιο δύσκολη στιγμή σου μέχρι σήμερα, στο θέατρο και πώς την αντιμετώπισες;
Δεν ήταν συγκεκριμένα στο θέατρο. Η πιο δύσκολη στιγμή μου είχε να κάνει με την φύση της δουλειάς μας. Της τέχνης μας. Ένιωσα πως έπρεπε να επαναπροσδιοριστώ σαν άνθρωπος και καλλιτέχνης μέσα σε αυτήν. Να έχω λόγο να υπάρχω και να σέβομαι αυτήν την τέχνη και τους ανθρώπους της. Έκανα μία παύση για δυο χρόνια περίπου. Σκεφτόμενος τι είναι αυτό που πραγματικά θέλω. Και λειτούργησε. Ίσως χρειαστεί και πάλι όταν το νιώσω. Δεν το φοβάμαι. Οι παύσεις , όπως και στο θέατρο , είναι τελικά πολύ δυνατές για την συνέχεια της ιστορίας.
Η υποκριτική έχει λειτουργήσει ψυχοθεραπευτικά για σένα;
Σίγουρα ναι. Ασυνείδητα πιστεύω πως έχει γίνει αυτό. Σταδιακά, με το πέρασμα των χρόνων. Η ασταμάτητη ανάγνωση έργων τόσων συγγραφέων, οι ιδέες τους μέσα σε αυτά, η καθημερινή μου τριβή με συναδέλφους και σκηνοθέτες κάθε ηλικίας, οι απόψεις μας που είτε συγκρούονται είτε συμβαδίζουν. Το θέατρο σε παιδεύει όμορφα. Κι όταν παιδεύεσαι με τέτοιο τρόπο θεραπεύεσαι.
Υπάρχουν αληθινές φιλίες, σε ένα επάγγελμα, που φαινομενικά είναι ανταγωνιστικό;
Δεν πιστεύω πως ανταγωνιζόμαστε μεταξύ μας. Οι περισσότεροι φίλοι μου πια είναι συνάδελφοι. Και πορευόμαστε μαζί. Έχουμε τις ίδιες αγωνίες, τις ίδιες ανάγκες, παίρνουμε πράγματα ο ένας από τον άλλον και μαζί χτίζουμε, αν μπορώ να το πω, το αύριο στην τέχνη μας. Έχουμε να αγωνιστούμε περισσότερο με τις μη ευνοϊκές συνθήκες στην δουλειά μας.
Τι είναι αυτό που σε φοβίζει στην εποχή μας και ποια η δική σου άμυνα απέναντι σε αυτόν τον φόβο;
Ο φανατισμός και ο εύκολος τρόπος με τον οποίο φανατίζονται πια οι άνθρωποι με το οτιδήποτε. Η άμυνα μου είναι να ακούω, να αφουγκράζομαι και να κατανοώ τους λόγους που κάποιος έχει φανατιστεί. Για να μην πάθω το ίδιο.
Έχεις απωθημένα μέσα στην δουλειά σου;
Θα έλεγα πως όχι. Δεν θα με βοηθούσε στο τώρα μου κάτι τέτοιο. Έχω πράγματα τα οποία θέλω κάποια στιγμή να κάνω αλλά όχι απωθημένα. Απωθημένα πιστεύω πως υπάρχουν μόνο στον έρωτα.
Αν το θέατρο ήταν για σένα στίχος τραγουδιού, ποιος θα ήταν;
“Defying Gravity” από το Wicked
“And nobody in all of Oz
No Wizard that there is or was
Is ever gonna bring me down”
Άλλα επαγγελματικά σχέδια που θα ήθελες να ανακοινώσεις για το μέλλον;
Μετά από αυτήν την παραγωγή των Τρελών Βατράχων θα συνεχίσω να είμαι στο ΚΘΒΕ με την ιδιότητα του ηθοποιού. Σε έργο που θα σκηνοθετεί ο κος Κακλέας. Σκηνοθετικά πιστεύω πως το καλοκαίρι θα επανέλθω με μια ωραία συνεργασία.
Πληροφορίες:
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Μετάφραση: Γιώργος Βουδικλάρης
Σκηνοθεσία: Mélody Mourey
Σκηνογράφος: Hélie Chomiac
Επιμέλεια σκηνικών και κοστουμιών: Δανάη Πανά
Μουσική: Simon Meuret
Καλλιτεχνική βοηθός- χορογράφος: Νίνα Δίπλα
Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Αλέξιος Τζίμας
Οργάνωση παραγωγής: Εύα Κουμανδράκη
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Αντώνης Αντωνάκος (Ναζί 1/Σταθμάρχης/Τηλεφωνήτρια/Κάτοικος χωριού),
Σταυρούλα Αραμπατζόγλου (Ανασταζί Λαζόφσκι), Κορίνα Βασιλοπούλου
(Ταχυδρόμος/ Κάτοικος χωριού/Αλμπέρ), Αλέξανδρος Ζουριδάκης (Τερέζα/ Οκτάβ/
Χίτλερ), Στέλιος Καλαϊτζής (Ευγένιος Λαζόφσκι), Θάνος Κοντογιώργης (Λοχαγός
Στάϊνμαν), Εύη Κουταλιανού (Σερβιτόρα/ Μαντλέν/ Κάτοικος χωριού), Χριστίνα
Κωνσταντινίδου (Άννα Λαζόφσκι ), Βασίλης Παπαδόπουλος (Μίσα/ Ναζί 2),
Βιργινία Ταμπαροπούλου (Ρεμπέκα Λάσκι/ Κάτοικος χωριού), Θάνος Φερετζέλης
(Σταν Ματούλεβιτς), Γιάννης Χαρίσης (Αφηγητής)
Πληροφορίες
Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (Εθνικής Αμύνης 2)
Πρεμιέρα: Τετάρτη 26 Οκτωβρίου, στις 21.00
Διάρκεια παράστασης: 1 ώρα και 40 λεπτά. Δεν υπάρχει διάλειμμα
Ωρες παραστάσεων
Τετάρτη: 19.00
Πέμπτη-Παρασκευή: 21.00
Σάββατο: 18.00 & 21.00
Κυριακή: 19.00
Προπώληση: ntng.gr |viva.gr | 11876
Πληροφορίες – κρατήσεις στο Τ. 2315 200 200 και στα εκδοτήρια του ΚΘΒΕ