Συνέντευξη στον Δημήτρη Βαρβαρήγο.
Ενδορηγματώσεις, είναι ο τίτλος της τελευταίας συλλογής της Βίκυς Δερμάνη. Άλλη μία σοβαρή κατάθεση βγαλμένη από την έμπειρη γνώση της ποιήτριας για τις υπαρξιακές αγωνίες και αναζητήσεις. Πάντα όμως μέσα από τις απώλειες, αναδύεται η ελπίδα.
Ποια είναι η Βίκυ Δερμάνη;
Ένας άνθρωπος που ζει για το είναι κι απεχθάνεται το φαίνεσθαι και που δεν επιθυμεί πλέον την πολλή συνάφεια.
Μιλήστε μας για το έργο σας, πως ξεκινήσατε, ποιες ανατροπές και ανησυχίες ζήσατε.
Το πρώτο μου ποίημα το έγραψα 12 χρονών. Έκτοτε δεν σταμάτησα να γράφω. Μ’ ανατροπές, άλλοτε δυσάρεστες κι άλλοτε ευχάριστες, έζησα και ζω όλη μου τη ζωή. Το ίδιο και με ανησυχίες. Ο εφησυχασμός είναι για εμένα λέξη οδυνηρή.
Πόση υποστήριξη βρήκατε από τους δικούς σας;
Στα πρακτικά της ζωής απόλυτη υποστήριξη και τους ευχαριστώ απέραντα γι’ αυτό. Συναισθηματική υποστήριξη, όχι όση θα ήθελα. Όμως δεν τους κατηγορώ, τόσα μπορούσανε τόσα έδωσαν.
Θα ξεκινήσω με την κλασική ερώτηση, τι είναι ποίηση;
Η ποίηση είναι μια πράξη υπέρτατη, ερωτική, μια πράξη απόγνωσης, μια λύτρωση ταυτόχρονα γι’ αυτόν που γράφει, αλλά και γι’ αυτόν που διαβάζει. Είναι η γλώσσα με οποία μπορώ να εκφραστώ.
Πως νιώθετε κατά τη διάρκεια της δημιουργίας;
Η ποίηση για εμένα πηγάζει και κινείται ανάμεσα στην καθημερινή διάψευση και το αδιέξοδο, στο ακατάλυτο πάθος για ζωή, στο φόβο του θανάτου, στην πνευματική και σωματική αίσθηση του εαυτού και του κόσμου. Μια καθαρά εσωτερική, τις περισσότερες φορές οδυνηρή, διαδικασία. Κατά τη διάρκεια της δημιουργίας νιώθω μια ψυχική διέγερση και όλη την οδύνη ενός τοκετού.
Μετά από κάθε κυκλοφορία κάποιου βιβλίου πως αισθάνεστε;
Τίποτα σχεδόν. Ίσως κάποια ψήγματα χαράς.
Επειδή ο ποιητής ανοίγει εμμέσως τα μύχια της ψυχής του θεωρείτε βάσιμη τη ρήση: Τίποτα δεν είναι βρώμικο, αν είναι ομολογημένο;
Τίποτα δεν είναι αμιγώς βρώμικο ή καθαρό. Η ομολογία της αλήθειας είναι πράξη οδυνηρή, συγχρόνως δε από τις ευγενέστερες αρετές του ανθρώπου.
Πόσο δύσκολο είναι να υπηρετείς την ποίηση στη σημερινή εποχή;
Όσο δύσκολο ήταν πάντα. Η ποίηση, αν και συνδιαλέγεται με όλες τις εποχές, ποτέ δεν ήταν δημοφιλής. Απευθύνεται, δυστυχώς, στους λίγους.
Η καλή ποίηση προκαλεί θαυμασμό και συχνά συγκινήσεις που όλοι μοιραζόμαστε από κοινού. Αυτό είναι δείγμα πως η ποίηση μπορεί να αφυπνίσει τον κόσμο;
Η ποίηση είναι αιχμηρή. Πυροδοτεί σκέψεις, ατόφια συναισθήματα, εγείρει και αφυπνίζει με τρόπο συχνά απρόβλεπτο.
Πόσο λυτρωτική είναι για εσάς η γραφή;
Απόλυτα λυτρωτική.
Τι βιβλία διαβάζετε;
Κυρίως, κλασική λογοτεχνία και ποίηση Ελλήνων και ξένων ποιητών.
Η ελληνική γλώσσα έχει περισσότερο συναίσθημα από τις άλλες;
Η ελληνική γλώσσα περιλαμβάνει πολλές λέξεις και έννοιες που παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες. Έχει μια ευκαμψία, μια ελαστικότητα. Δεν είναι απλώς σημειολογική, είναι εννοιολογική. Όπως και να έχει η μητρική μας γλώσσα βγάζει πάντα περισσότερο συναίσθημα.
Πιστεύετε στους ανθρώπους, στη φιλία, στον έρωτα, στην αγάπη;
Ναι, πιστεύω κατηγορηματικά και αμετάκλητα, όσο κι αν με θλίβει κάποιες φορές η διάψευση.
Υπάρχει κάτι που θεωρείτε άφθαστο;
Η ευτυχία και το αλάνθαστο.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Ποτέ δεν έκανα σχέδια για το μέλλον, ποτέ δεν έκανα όνειρα. Είχα και έχω το φόβο της διάψευσης. Εύχομαι μονάχα να εξακολουθώ να γράφω χωρίς ίχνος ματαιοδοξίας, χωρίς ανάγκη υστεροφημίας.
Bio: Η Βίκυ Δερμάνη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960, όπου και διαμένει μέχρι σήμερα. Από τα εφηβικά της χρόνια και στη διάρκεια της ζωής της γνώρισε και αγάπησε πολύ τη λογοτεχνία. Την αισθητική και την ποιητική της έκφραση διαμόρφωσαν εκτός των άλλων και η μαγική πόλη της Αθήνας των δεκαετιών 1960-70, ο μυθικός κόσμος του Θεάτρου που είχε την τύχη από παιδί να γνωρίσει, καθώς και η τραγική Σύλβια Πλαθ, ο αποκαλυπτικός Τάσος Λειβαδίτης και ο μοναδικός Νίκος Γκάτσος. Εδώ και αρκετά χρόνια γράφει ποιήματα προσπαθώντας να διατηρεί μέτρο και συνέπεια στο έργο της, όσο και στη σχέση με το αναγνωστικό της κοινό. Έργα της ιδίας: “Πάνε χρόνια που σαν αγρίμι”, εκδόσεις τη σχέση με το αναγνωστικό της κοινό. Έργα της ιδίας: ΑΩ, 2009. “Λέξεις βρύα της ψυχής”, εκδόσεις ΑΩ, 2010.